Η εκτός έδρας νίκη του ΠΑΟΚ την περασμένη Κυριακή στα Πηγάδια με 2-1 (87' Κατσουράνης, 90+1' Λίνο - 13' Μάνταλος) επί της Ξάνθης - συνυπολογίζοντας και τα αποτελέσματα των υπόλοιπων ομάδων που προηγούνται και ακολουθούν - διατήρησε μεν την ομάδα στην ίδια βαθμολογική θέση, τη δεύτερη, με ίδιες αποστάσεις από Ολυμπιακό και Ατρόμητο αλλά έδωσε «τροφή» για νέες συζητήσεις γύρω από τις δυνατότητες της ομάδας.

Πολλοί περίμεναν μετά τη διακοπή των εορτών και την ξεκούραση που είχαν την ευκαιρία να εκμεταλλευτούν άπαντες μια πολύ καλύτερη και σημαντικότερα πειστική εμφάνιση της ομάδας.

Αντ’ αυτής όμως ήρθε μια αγχωτική νίκη, με δυο γκολ σε διάστημα τεσσάρων λεπτών και μάλιστα λίγο πριν από τη λήξη, έχοντας αντιμετωπίσει για μια ακόμη φορά το φάσμα της ήττας επί εβδομήντα τέσσερα λεπτά. Σαφώς κι η δυνατότητα της ομάδας να πιστεύει στον εαυτό της μέχρι τέλους, να διεκδικεί και να φτάνει – τελικά – στη νίκη είναι κάτι το άκρως αξιόλογο κι αντίστοιχα σημαντικό. Οταν όμως αυτό δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει αλλά η έβδομη ως τώρα στη σεζόν σε όλες τις διοργανώσεις που μετέχει ως ολική ανατροπή τότε μάλλον συνιστά και λόγο ανησυχίας.

Ο ΠΑΟΚ ξεκίνησε αυτήν την αναμέτρηση δείχνοντας αναίτια λιγότερο πάθος από τους αντιπάλους του. Στα πρώτα λεπτά προσπάθησε να εδραιώσει την κυριαρχία του και να είναι αυτός που θα κρατούσε στα χέρια του τον ρυθμό του αγώνα. Ομως η ομάδα του Ράινερ Μάουρερ ήταν πολύ καλά «διαβασμένη» και με συνοχή μεταξύ των γραμμών της κι αρμονικές μετατοπίσεις σε ανασταλτική λειτουργία επέλεξε να «χτυπήσει» σε συνθήκες πίεσης και αντεπίθεσης. Σημαντικές ευκαιρίες σημειώθηκαν εκατέρωθεν στο πρώτο ημίχρονο αλλά αυτή του Μάνταλου στο 13ο λεπτό ήταν αυτή που κατέληξε στα δίχτυα. Ούτε το δοκάρι του Βούκιτς που προηγήθηκε χρονικά, έπειτα από πλασέ του Σαλπιγγίδη, ούτε το σουτ του Λούκας έξω από την περιοχή, ούτε μια εναέρια προβολή και πάλι του αρχηγού της ομάδας, αλλά ούτε και το σουτ από πλεονεκτική θέση του Ισπανού μεσοεπιθετικού λίγο πριν από την ανάπαυλα.

Στο ίδιο διάστημα ευκαιρίες έκανε και η Ξάνθη με τον Γλύκο να επιστρατεύει τα καλύτερα αντανακλαστικά του προκειμένου να μην καταλήξει η μπάλα στα δίχτυα του, σ’ ένα χρονικό διάστημα όπου οι γνωρίζοντες την ομάδα κάνουν λόγο για το καλύτερο ημίχρονο των Ακριτών στη φετινή σεζόν. Είχαν πάθος, δύναμη, συνεργασίες που δημιουργούσαν πρόβλημα στους αντιπάλους τους και σε κάθε περίπτωση έμοιαζαν πιο «διψασμένοι».

Με περισσότερους από χίλιους τριακόσιους φιλάθλους τους στο πλευρό τους οι ποδοσφαιριστές του ΠΑΟΚ έδειξαν από νωρίς να πάσχουν από έλλειψη επικοινωνίας κι αλληλοκάλυψης ειδικά στις πτέρυγες. Από τα πρώτα λεπτά ο Ολλανδός τεχνικός φώναζε στον Λούκας να μη συγκλίνει στον άξονα όπου κινούνταν ο Βούκιτς κατά κύριο λόγο και λιγότερο ο Σαλπιγγίδης αλλά . εις μάτην. Και σα να μην έφτανε αυτό αμφότεροι οι δυο ακραίοι μεσοεπιθετικοί σπάνια επέστρεφαν για να δώσουν βοήθειες στους αντίστοιχους οπισθοφύλακες. Μια από αυτές τις δυσλειτουργίες σε συνδυασμό με την κακή ημέρα στην οποία βρέθηκαν οι Κίτσιου – Κατσικάς, κόστισε το πρώτο γκολ και λίγο έλλειψε ένα ακόμη.

Η ανυπακοή του Λούκας έκανε τον κ. Στέφενς να σηκώσει από τους αναπληρωματικούς για προθέρμανση τον Γεωργιάδη πριν καλά – καλά συμπληρωθεί το πρώτο δεκάλεπτο και λίγο μετά, στο δεύτερο λάθος του Κατσικά, τον Τζιόλη που έμεινε εκτός ξεκινώντας στα χαφ τους Κατσουράνη – Λάζαρ. Μια και ο λόγος για το συγκεκριμένο δίδυμο σε προσωπικό επίπεδο είχαν καλές στιγμές αλλά ως συνεργασία το πρόσημο δύσκολα να χαρακτηριστεί θετικό. Οι αντιδράσεις του Ολλανδού τεχνικού του «Δικεφάλου» ήταν χωρίς προηγούμενο στο πρώτο εικοσάλεπτο με άκρατο εκνευρισμό. Στο 32ο λεπτό πέρασε τον Τζιόλη στο πλευρό του Λάζαρ κι ο Κατσουράνης υποχώρησε στο αντίστοιχο του Τζαβέλλα, στο κέντρο της άμυνας.

Η ομάδα έδειξε πιο ισορροπημένη, με βελτιωμένη απόκριση ανασταλτικά έχοντας ως μεγαλύτερο όφελος την έλλειψη σημαντικών ευκαιριών από την πλευρά των γηπεδούχων. Επιθετικά όμως, αδυνατούσε να βγάλει κάτι ουσιαστικό. Με την έναρξη της επανάληψης ξεκίνησε κι η προσπάθεια του «Δικεφάλου» να πάρει μέτρα στο γήπεδο, να πλησιάσει την αντίπαλη περιοχή προκειμένου να σκοράρει. Στο 63′ ο Αθανασιάδης άλλαξε τον Στοχ, που συνεχίζει τις «χαμηλές πτήσεις», πέρασε στην κορυφή για να πάει ο Σαλπιγγίδης δεξιά κι ο Λούκας αριστερά. Οσο κυλούσε ο χρόνος η ομάδα του Ράινερ Μάουρερ γινόταν ολοένα και πιο επιφυλακτική, επιτρέποντας ουσιαστικά στον ΠΑΟΚ ν’ αυξήσει την πίεση και να προσεγγίσει – ανορθόδοξα τις περισσότερες φορές και με ψηλοκρεμαστές μπαλιές που εκνεύρισαν εκ νέου την τεχνική ηγεσία – την εστία του Τσέμα.

Η κίνηση που ήρθε από τον πάγκο κι έμελλε ν’ αλλάξει τον ρου του αγώνα ήρθε στο 75ο λεπτό. Ο Σπυρόπουλος αποσύρθηκε αφήνοντας τη θέση του στον αειθαλή Λίνο. Με αρκετές δυνάμεις, μπόλικη ενέργεια κι ακόμη περισσότερη αποφασιστικότητα πήρε πρωτοβουλίες και δημιούργησε από την πλευρά του αρκετά. Και πάλι όμως, η εικόνα του αγώνα δύσκολα προϊδέαζε γι’ αυτό που θ’ ακολουθούσε. Στο 87′ έπειτα από κόρνερ και φάση διαρκείας στην περιοχή των γηπεδούχων ο Κατσουράνης εκμεταλλεύτηκε την αναταραχή και με δυνατό διαγώνιο σουτ αρχικά ισοφάρισε. Για να έρθει ο Λίνο στο πρώτο λεπτό των καθυστερήσεων, σε μια φάση με μπόλικη τύχη – γιατί χρειάζεται κι αυτή – που είχε ως κατάληξη τη συνεργασία του με τον Κατσουράνη, πέρασε ανάμεσα από πολλά κορμιά και με δυνατό σουτ νίκησε σε τετ α τετ τον τερματοφύλακα των γηπεδούχων δίνοντας το σύνθημα για έξαλλους πανηγυρισμούς εντός κι εκτός γραμμών σ’ έναν αγώνα που κάθε φίλαθλος απολαμβάνει να βλέπει αν δεν αγωνίζεται η ομάδα του.

Ηταν ένας αγώνας που προσφέρεται για συμπεράσματα. Πρώτον, δεν επιτρέπονται λογικές εφησυχασμού και χαλάρωσης κι ίσως αυτό να ήταν και το πιο χρήσιμο εν όψει του σημερινού, πρώτου και μάλιστα εκτός έδρας αγώνα με τον Ηρακλή στο Καυτανζόγλειο. Δεύτερον η «κακή μέρα» δυο ή τριών ποδοσφαιριστών δεν μπορούν να καλυφθούν συνολικά ως απόδοση από τους υπόλοιπους κι αυτό φάνηκε τόσο από τη δυσλειτουργία στο δεξί άκρο της άμυνας εξ αρχής του Κυριακάτικου αγώνα αλλά και από τη σχεδόν ανύπαρκτη συνεισφορά στην επίθεση των δυο ακραίων μεσοεπιθετικών, σε μια βραδιά που ούτε και οι λοιποί της συγκεκριμένης γραμμής δεν παρουσίασαν κάτι πολύ σημαντικό, με την ευθύνη να βαραίνει και την τεχνική ηγεσία ως προς την επιλογή των προσώπων ίσως κι ως προς την ανάλυση του αντιπάλου.

Δεν είναι σημείο αναφοράς η «κακή μέρα» ενός ποδοσφαιριστή, σε αντίθεση με τη χαμένη, δεύτερη ευκαιρία που του δίνει ένας σκληροτράχηλος τεχνικός, όπως τουλάχιστον τη λογίζει και την αντιλαμβάνεται αυτός, έχοντας δείξει στο πρόσφατο παρελθόν πως λειτουργεί σε ανάλογες περιπτώσεις. Υπάρχουν κενά τα οποία μένει ν’ αποδειχτεί αν είναι συγκυριακά ή αν μπορούν να καλυφθούν μέσα από την ενίσχυση της χειμερινής μεταγραφικής περιόδου είτε από τη δουλειά που γίνεται καθημερινά σ’ επίπεδο προπόνησης. Κι όταν παρατηρείται ένα βήμα εμπρός και δυο βήματα πίσω είναι λογικό να προκύπτει η όποια δυσπιστία. Μόνον η συστηματική συνέπεια σε απόδοση και αποτελεσματικότητα μπορεί να κατευνάσει τις όποιες ανησυχίες σε μια κατάσταση που βοά και κραδαίνει την έννοια του πρωταθλητισμού.

Σήμερα ο ΠΑΟΚ δοκιμάζεται σ’ ένα θεσμό που έχει επισημανθεί ως βασική προτεραιότητα διάκρισης σχεδόν από όλα τα επίπεδα της ομάδας, διοικητικό, προπονητικό, ποδοσφαιριστές. Ο επικείμενος αντίπαλος υπολείπεται κατηγορίας αλλά όχι πάθους και θέλησης ν’ αποδείξει πως μπορεί να σταθεί με αξιώσεις σ’ ένα τέτοιο επίπεδο. Γι’ αυτό κι η όλη κατάσταση απαιτεί συνείδηση, σεβασμό, συγκέντρωση κι αποφασιστικότητα από το πρώτο μέχρι το τελευταίο λεπτό. Βίτορ (ανέτοιμος), Κίτσιου, Στοχ, Σαλπιγγίδης έμειναν εκτός αποστολής, ενώ το «βάπτισμα του πυρός» πήρε ο Μαντούρο κι επιστρέφει έπειτα από απουσία ενός μήνα ο Νίνης. Στα λόγια η απόσταση των δυο ομάδων είναι σημαντική, το ζητούμενο όμως είναι το τι θα φανεί στην πράξη. Εκεί κρίνονται όλοι…

Καλή δύναμη και καλή συνέχεια σε όλους…