Στις 26 Φεβρουαρίου του 1995 η παλαιότερη επενδυτική τράπεζα της Βρετανίας Barings Bank καταρρέει, όταν ένας υπάλληλός της χάνει στην αγορά παραγώγων κεφάλαια ύψους 1,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η τράπεζα θα αγορασθεί για 1 λίρα από την ολλανδική ING.
Ένας και μόνος άνθρωπος ήταν αρκετός για να χρεοκοπήσει την τράπεζα που χρηματοδότησε τους ναπολεόντειους πολέμους, την εξαγορά της Λουιζιάνα από τις ΗΠΑ (από τους Γάλλους) αλλά και την κατασκευή του Erie Canal. Η Barings Bank ιδρύθηκε το 1762 και αποτελούσε την προσωπική τράπεζα της βασίλισσας Ελισάβετ. Κι όμως κατέρρευσε εν μία νυκτί εξαιτίας ενός χρηματιστή που βρισκόταν σε ένα απομακρυσμένο γραφείο της Σιγκαπούρης.
Ο Nick Leeson, εργαζόταν για την Barings και ήταν επιφορτισμένος με αγοραπωλησίες μικρού ρίσκου. Αυτό δεν τον εμπόδισε να ανοίξει μια τρύπα 1.400.000.000 δολαρίων στον ισολογισμό της τράπεζας που είχε ζωή 233 χρόνων. Ο Leeson δεν υπήρξε ένα τυχαίο πρόσωπο στη Barings. Αντιθέτως είχε τη φήμη επιτυχημένου στελέχους. Το 1992 μετατέθηκε στη Barings Securities στη Σιγκαπούρη παίρνοντας παράλληλα προαγωγή στη θέση του γενικού διευθυντή και έχοντας τη δικαιοδοσία πρόσληψης χρηματιστών. Η εμπειρία του για μια τέτοια θέση ήταν περιορισμένη, ωστόσο, ο Leeson βρέθηκε εκεί πετυχαίνοντας σε σχετική εξεταστική διαδικασία της τράπεζας.
Ο έλεγχος των δραστηριοτήτων του Leeson υπήρξε περιορισμένος κι έτσι ο 28χρονος χρηματιστής άρχισε τα παιχνίδια κερδοσκοπίας παίζοντας στο Nikkei αλλά και κάνοντας αγοραπωλησίες ιαπωνικών κρατικών ομολόγων. Οι συναλλαγές του ήταν είτε οριστικές, είτε χρηματιστηριακά στοιχήματα. Οι πρακτικές που χρησιμοποιούσε θα μπορούσαν να φέρουν είτε υπέρογκα κέρδη, είτε καταστροφικές απώλειες. Αυτό ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με τα καθήκοντα που του είχαν ανατεθεί από τη Barings και στόχευαν σε συγκρατημένα αλλά σίγουρα κέρδη.
Ο Leeson άνοιξε ένα μυστικό λογαριασμό συναλλαγών τον «88888» τον οποίο χρησιμοποιούσε για να «τζογάρει» και στον οποίο απέκρυπτε τις ζημίες. Άρχισε να χάνει χρήματα από την αρχή. Αυξάνοντας τα στοιχήματα έχανε όλο και περισσότερα. Μέχρι το τέλος του 1992 είχε ήδη ξετινάξει το λογαριασμό κάτι που η διοίκηση της Barings συνέχιζε να αγνοεί.
Μεταξύ άλλων ο Leeson είχε εξαιρετικά κακή τύχη. Τον Ιανουάριο του 1995, ένας ισχυρός σεισμός έπληξε την Ιαπωνία, ταρακουνώντας το Ιαπωνικό χρηματιστήριο. Εκείνος συνέχισε να τζογάρει ελπίζοντας να πάρει πίσω τα χρήματα που είχαν ήδη χαθεί. Παράλληλα πάντως μέσω του «πονηρού λογαριασμού» κατάφερνε να αποκρύπτει τις ζημιές ενώ στους φανερούς λογαριασμούς εμφάνιζε κέρδη. Μάλιστα το 1994 «κατασκεύασε» κέρδη ύψος 28.550.000 λιρών εξασφαλίζοντας φήμη αλλά και μπόνους για τους υπαλλήλους της Barings. Ζούσε επιπλέον μια πολυτελέστατη ζωή σε ένα διαμέρισμα το οποίο πλήρωνε 9.000 δολάρια το μήνα. Ο μισθός του άγγιζε τις 50.000 λίρες ενώ τα μπόνους του ακόμη και τις 130.000 λίρες.
Όταν το σκάνδαλο ξεσκεπάστηκε θεωρήθηκε μεταξύ άλλων ότι ο Leeson ήταν πραγματικός τζογαδόρος κι όχι ένας χρηματιστής που έπαιρνε αποφάσεις υψηλού ρίσκου. Μετά από σειρά ψεμάτων, συγκαλύψεων και πλαστογραφημένων εγγράφων ο Leeson και η σύζυγός του έφυγαν από τη Σιγκαπούρη για την Κουάλα Λουμπούρ. Τελικά συνελήφθησαν στη Φρανκφούρτη της Γερμανίας στις 3 Μαρτίου 1995. Την ίδια ημέρα η ολλανδική τράπεζα ING, αγόρασε Barings για μόλις 1 λίρα αναλαμβάνοντας όλες τις υποχρεώσεις της. Οι ζημιές έφταναν τα 1.4 δισ. δολάρια.
Ο Leeson δικάστηκε στη Σιγκαπούρη και καταδικάστηκε σε επτά χρόνια φυλακή. Εκεί προσβλήθηκε από καρκίνο αλλά κατάφερε να αναρρώσει. Έγραψε την αυτοβιογραφία του «Rogue Trader» στην οποία περιγράφει λεπτομερώς το ρόλο του στο σκάνδαλο της Barings που έγινε και ταινία με τον ίδιο τίτλο. Ο Nick Leeson απελευθερώθηκε από τη φυλακή τον Ιούλιο του 1999 λόγω καλής συμπεριφοράς.
Διαβάστε όλο το θέμα στο TVXS.gr