Σαν σήμερα, πριν από 83 χρόνια, ο Τζο Λιούις γίνεται ο πρώτος αφροαμερικνός παγκόσμιος πρωταθλητής στην κατηγορία των βαρέων βαρών στην πυγμαχία.
Ο Λιοπύις νικά τοννικώντας τον Τζέϊμς Μπάντοκ στον 8ο γύρο. Ο Joe Louis ή «Bober Brown» ήταν παγκόσμιος πρωταθλητής από το 1938 μέχρι το 1949 δημιουργώντας ρεκόρ στην ιστορία του αθλήματος
Ήρωας, μύθος, κορυφαίος. Όποιο χαρακτηρισμό και να χρησιμοποιήσει κανείς για τον Τζο Λιούις θα είναι εύστοχος.
Είναι δεδομένο ότι μέσα σε μερικές λέξεις δεν μπορούν να αποτυπωθούν όλα όσα έκανε από τα πρώτα του βήματα στο Λαφαγιέτ της Αλαμπάμα μέχρι την κορυφή της κατηγορίας βαρέων βαρών και από τη συμμετοχή του στο Β Παγκόσμιο πόλεμο έως το θάνατο του όντας φτωχός και προδομένος από τον εθισμό του σε ουσίες.
Τζο Λιούις, ο ήρωας της πυγμαχίας
Η μητέρα του τον ήθελε βιολιστή εκείνος όμως έγινε παγκόσμιος πρωταθλητής στην πυγμαχία.
Σε ηλικία 17 ετών ο Τζο Λιουις αρχίζει δειλά, δειλά τα πρώτα του βήματα στην πυγμαχία. Το πρώτο πρόβλημα που έπρεπε να αντιμετωπίσει ήταν η άρνηση της μητέρας του να ασχοληθεί με το συγκεκριμένο άθλημα.
Όπως είχε γράψει αργότερα στην αυτοβιογραφία του εκείνη ήθελε να ασχοληθεί με το βιολί και τη μουσική όμως εκείνος… το βιολί του. Έτσι, αποφάσισε να αλλάξει το πραγματικό του όνομα το οποίο ήταν Τζόσεφ Λιούις Μπάροου και να το κάνει Τζο Λιούις.
Ένα όνομα με το οποίο θα γίνει γνωστός αργότερα σε όλο τον κόσμο. Μπορεί το ξεκίνημα του στην ερασιτεχνική πυγμαχία να συνδυάστηκε με ήττα, ωστόσο η συνέχεια ήταν ανάλογη του ταλέντου του.
Σε σύνολο 54 αγώνων επικρατεί στους 50 και μάλιστα στους 48 από αυτούς με νοκ άουτ. Οι επιδόσεις του τραβούν τα βλέμματα διάφορων ανιχνευτών ταλέντων. Εκείνος όμως που θα είναι ο τυχερός είναι ο Τζον Ροξμποροου.
Στις 4 Ιουλίου 1934 ο Λιούις θα δώσει τον πρώτο του επαγγελματικό αγώνα. Αντίπαλος του ήταν ο Τζακ Κράκεν, αλλά άντεξε μόλις για έναν γύρο. Μέχρι το τέλος του 1934 θα ακολουθήσουν άλλοι δώδεκα αγώνες με τον Λιούις να μην αντιμετωπίζει κανένα απολύτως πρόβλημα.
Η αντιμετώπιση του ρατσισμού και το παρατσούκλι
Δεν ήταν όμως όλα ρόδινα στο ξεκίνημα της καριέρας του. Το εντυπωσιακό του ξεκίνημα τον έφερε στο επίκεντρο και αυτό δεν άρεσε στους λευκούς πυγμάχους και στον κόσμο της πυγμαχίας γενικότερα.
Έτσι, ουσιαστικά έπεσε θύμα ρατσισμού που οδήγησε τον μάνατζερ του να αναλάβει δράση. Οι προσπάθειες για την βελτίωση της δημόσιας εικόνας του ήταν συνεχόμενες και μεγάλωναν όσο αυξανόταν και η έκθεση του Λιούις στη δημοσιότητα.
Ωστόσο, γρήγορα μία νίκη ήρθε για να μετατρέψει τον σπουδαίο πυγμάχο σε ήρωα. Ο αγώνας και η επικράτηση κόντρα στον Πρίμο Καρνέρα “μεταφράστηκε” ως μία επικράτηση επί της Ιταλίας και του Μπενίτο Μουσολίνι. Η επιβλητική του εμφάνιση και το νοκ άουτ στον έκτο γύρο οδήγησε τα Μέσα στην αναζήτηση ενός προσωνύμιου για τον Λιούις.
Πολλά ήταν εκείνα που γράφτηκαν, όμως εκείνο που τον συνόδεψε για το υπόλοιπο της καριέρας του ήταν το “Brown Bomber” (καφέ βομβιστής).
Ο τίτλος του παγκόσμιου πρωταθλητή
Το σερί των νικών συνεχιζόταν και ο μύθος άρχιζε να χτίζεται δίπλα από το όνομα του. Μία από τις πρώτες μεγάλες νίκες της καριέρας του ήρθε στις 24/09/1935.
Μετά από μία εντυπωσιακή μάχη έβγαλε νοκ άουτ τον Μαξ Μπάερ μετά από τέσσερις γύρους σε έναν αγώνα που κέρδισε τον τίτλο της “μάχης τη χρονιάς” για το 1935. Σχεδόν ένα χρόνο αργότερα θα έρθει η πρώτη του ήττα. Ο Μαξ Σμέλινγκ μετά από 12 γύρους θα καταφέρει να τον βγάλει νοκ άουτ και έτσι το σερί του σταμάτησε στις 24 νίκες.
Αυτό καθόλου δεν τον έριξε ψυχολογικά όπως φάνηκε στη συνέχεια. Χτίζοντας την αυτοπεποίθησή του μέσα από νίκες ο Τζο Λιούις καταφέρνει να βγάζει νοκ άουτ τον έναν αντίπαλο μετά τον άλλο. Κάπως έτσι ένα χρόνο μετά την ήττα του από τον Γερμανό πρωταθλητή, έρχεται η ώρα του να διεκδικήσει τη ζώνη του πρωταθλητή.
Στις 22 Ιουνίου 1937 ο Λιούις ανεβαίνει πάνω στο ρινγκ με τον Τζέιμς Μπράντοκ. Στα μισά του αγώνα και συγκεκριμένα στον 8 γύρο ο “Brown Bomber” θα βγάλει νοκ άουτ τον αντίπαλο του, θα κερδίσει τη ζώνη του παγκόσμιου πρωταθλητή βαρέων βαρών και θα δώσει την ευκαιρία σε όλους τους Αφροαμερικανούς να ξεσπάσουν σε πανηγυρισμούς σε όλες τις ΗΠΑ.
Η άνοδος του στην κορυφή θα φέρει πολλούς αντιπάλους στο δρόμο του. Μέσα σε λιγότερο από ένα χρόνο ο Τόμι Φαρ, ο Νάθαν Μαν και Χάρι Τόμας θα τολμήσουν να ανέβουν στο ίδιο ρινγκ με εκείνον, αλλά με εξαίρεση τον πρώτο ο οποίος έχασε με απόφαση των κριτών, οι άλλοι δεν άντεξαν περισσότερους από πέντε γύρους.
Η “νίκη επί του Ναζισμού”
Ο επόμενος που κλήθηκε να τον αντιμετωπίσει πάνω στο ρινγκ ήταν ο Μαξ Σμέλινγκ. Ένας αγώνας που γρήγορα ξέφυγε από τα στενά όρια της πυγμαχίας και πολιτικοποιήθηκε.
Ο Β’ Παγκόσμιος πόλεμος ήταν στα πρόθυρα να ξεκινήσει και ο πλανήτης είχε χωριστεί στα δύο. Η εμπόλεμη κατάσταση που υπήρχε σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης έδωσαν στον Τζο Λιούις τον τίτλο του υπερασπιστή του ελεύθερου κόσμου κόντρα στον ναζισμό που εκπροσωπούσε ο Γερμανός πυγμάχος.
Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν την αναμέτρηση ο Λιούις επισκέφτηκε τον Λευκό Οίκο όπου ο πρόεδρος Ρούσβελτ του “Τζο χρειαζόμαστε τους μυς σου για να κερδίσουμε τη Γερμανία”. Ο αγώνας φιλοξενήθηκε στο Μπρονξ στις 22 Ιουνίου 1938 και μεταδόθηκε μέσα από το ραδιόφωνο σε τέσσερις γλώσσες (Αγγλικά, Γερμανικά, Ισπανικά και Πορτογαλικά).
Ο Σμέλινγκ όμως άντεξε ελάχιστα πάνω στο ρινγκ. Ο αγώνας κράτησε μόλις δύο λεπτά και τέσσερα δευτερόλεπτα μέχρι που ο “Brown Bomber” να ρίξει τον Γερμανό αντίπαλό του στο καναβάτσο. Ο Λιούις πλέον είχε γίνει ήρωας και ο συγκεκριμένος αγώνας, αρκετά χρόνια αργότερα θα γινόταν σενάριο για ταινία.
Ήρωας πολέμου και αδιαμφισβήτητος πρωταθλητής
Η υπόλοιπη δεκαετία της ζωής του θα γραφτεί με χρυσά γράμματα, αλλά και με διπλό ρόλο. Η προπαγάνδα που ξεκίνησε από τον αγώνα με τον Σμέλινγκ συνεχίστηκε και μετά από αυτόν.
Ο Τζο Λιούις έπαιξε το δικό του ρόλο στον Β Παγκόσμιο πόλεμο όπως και ο μεγάλος Γερμανός αντίπαλος του. Από τον Ιανουάριο του 1939 μέχρι και τον Μάιο του 1941 θα δώσει 13 αγώνες για να διατηρήσει τη ζώνη και σε όλους το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο.
Χωρίς να αφήσει κανένα περιθώριο αμφισβήτησης ο Λιούις θα διατηρήσει τον τίτλο του και θα κάνει όλους όσους τον αμφισβήτησαν να συμφωνήσουν ότι είναι ο καλύτερος. Εκείνος που κατάφερε να τον κοντράρει περισσότερο ήταν ο Μπίλι Κον. Ο Αμερικανός άντεξε 13 γύρους πάνω στο ρινγκ πριν τελικά πέσει από το χτύπημα με το αριστερό χέρι του Λιούις.
Ο Κον ήθελε να τον αντιμετωπίσει ξανά όμως ένας τραυματισμός δεν το επέτρεψε, ενώ όταν έγινε καλά ήρθε η επίθεση των Ιαπώνων στο Περλ Χάρμπορ για να παγώσει προσωρινά την καριέρα του Λιούις. Ο “Brown Sugar” διοργανώνει έναν αγώνα με τον Μπάντι Μπαερ και τα έσοδα από αυτόν πηγαίνουν στο ναυτικό, ενώ την αμέσως επόμενη ημέρα κατατάσσεται και ο ίδιος στον Αμερικανικό στρατό. Την ίδια ώρα ο Σμέλινγκ είχε καταταγεί στην ειδική ομάδα αλεξιπτωτιστών και μάλιστα συμμετείχε στη μάχη της Κρήτης.
Τον Μάρτιο του 1942 θα δώσει ακόμα έναν αγώνα με σκοπό να συγκεντρώσει χρήματα και πριν από αυτόν θα πει μια φράση η οποία θα μείνει στην ιστορία. “Θα κερδίσουμε τον πόλεμο γιατί είμαστε με την πλευρά του Θεού”. Αμέσως η συγκεκριμένη ατάκα του θα γίνει πόστερ και θα χρησιμοποιηθεί ως μότο για την περίοδο του πολέμου.
Ο Λιούς μαζί με άλλους διάσημους Αμερικανούς θα χρησιμοποιηθεί για την αναπτέρωση του ηθικού των φαντάρων και για αυτό το λόγο θα ταξιδέψει πολλά χιλιόμετρα. Για την προσφορά του κατά τη διάρκεια του πολέμου θα παρασημοφορηθεί και θα του δοθεί ο βαθμός του λοχία.
Η αρχή του τέλους
Μετά το τέλος του Παγκοσμίου πολέμου θα δώσει ακόμα τέσσερις αγώνες κατά τους οποίους θα διατηρήσει τον τίτλο του επεκτείνοντας την κυριαρχία του στα δώδεκα χρόνια.
Ανακοινώνοντας το τέλος της καριέρας του την 1 Μαΐου του 1949 τελείωσε και η αυτοκρατορία του ωστόσο αυτό δεν θα κρατούσε για πολύ. Ένα χρόνο αργότερα επιστρέφει για να διεκδικήσει τον τίτλο από τον Εζάρντ Τσαρλς. Η μάχη ανάμεσα στους δύο πυγμάχους ήταν σκληρή ωστόσο νικητής ήταν ο Τσαρλς μετά από απόφαση των κριτών.
Ο Λιούις συνέχισε για περίπου ένα χρόνο ακόμα να μάχεται, πέτυχε άλλες οκτώ νίκες πριν γνωρίσει την ήττα από τον Ρόκι Μαρτσιάνο και αποσυρθεί από τους επαγγελματικούς αγώνες πυγμαχίας. Έτσι, θα μπει τέλος σε μία ένδοξη καριέρα με τον Λιούις να έχει το απόλυτο ρεκόρ διατήρησης της ζώνης του παγκόσμιου πρωταθλητή και μετρώντας σε 68 αγώνες 64 νίκες οι 52 εκ των οποίων με νοκ άουτ.
Πλήρωσε τις επιλογές του
Τα επόμενα χρόνια θα είναι πραγματικά δύσκολα για τον Λιούις. Ο πρώτος και βασικός λόγος που θα συμβεί αυτό είναι τα τεράστια οικονομικά προβλήματα που θα αποκτήσει.
Κατά τη διάρκεια της καριέρας του υπολογίζεται ότι έβγαλε περίπου 5 εκατομμύρια δολάρια, ωστόσο στα μέσα της δεκαετίας του 50 του είχαν μείνει περίπου 800.000 από αυτά. Ο λόγος; Η παταγώδης αποτυχία κάθε επιχειρηματικής του προσπάθειας.
Άνοιξε εστιατόριο, δημιούργησε από ποτό μέχρι και προϊόν για τα μαλλιά με το όνομά του και ότι άλλο μπορείτε να φανταστείτε με το αποτέλεσμα να είναι πάντα το ίδιο. Παράλληλα, σημαντικό μέρος των χρημάτων πήγε στην οικογένεια του με τον Λιούις να καλείται να πληρώσει και όλους τους σχετικούς φόρους της.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα στο τέλος να μην μπορεί να πληρώσει τους δικούς του. Με το χρέος του να είναι στο ένα εκατομμύριο ο Λιούς αποφασίζει να επιστρέψει στα ρινγκ αλλά τα έσοδα από τους αγώνες ήταν ελάχιστα και έτσι αναζήτησε άλλους τρόπους για να βγάλει χρήματα.
Κάπου εδώ έρχεται και η βοήθεια ενός παλιού του αντιπάλου. Ο Μαξ Σμέλινγκ δίνει εκείνος κάποια χρήματα για τις οφειλές του φίλου του, ενώ την ίδια ώρα ο Λιούις αποφασίζει να ασχοληθεί με το κατς. Όλα αυτά του εξασφαλίζουν κάποια χρήματα για το υπόλοιπο της ζωής του, όχι όμως και την ποιότητα της.
Στα μέσα της δεκαετίας του 60 οι γιατροί εντοπίζουν πρόβλημα στην καρδιά του το οποίο τον αναγκάζει να αποσυρθεί και από το κατς.
Το 1969 θα λιποθυμήσει σε ένα δρόμο της Νέα Υόρκης και αργότερα θα νοσηλευτεί σε ψυχιατρική κλινική. Το πρόβλημα του ωστόσο ήταν άλλο. Ο εθισμός του στις ναρκωτικές ουσίες και ιδιαίτερα στην κοκαΐνη ήταν αυτός που τον είχε οδηγήσει σε αυτό το σημείο. Η νοσηλεία του στην ψυχιατρική κλινική ήρθε ως αποτέλεσμα των αυτοκτονικών τάσεων που είχε με τη σύζυγό του να είναι εκείνη που παίρνει την απόφαση.
Ο Λιούς θα βγει νικητής και από αυτή τη μάχη του και θα δουλέψει σε ορισμένα καζίνο του Λος Άντζελες μέχρι το τέλος της ζωής του. Ένα τέλος άδοξο για ένα μεγάλο μαχητή της ζωής και των ρινγκ. Λίγο μετά την παρουσία του στον τελικό για τη ζώνη του παγκόσμιο πρωταθλητή ανάμεσα στον Λάρι Χόλμς και τον Τρέβορ Μπέρμπιγκ θα υποστεί καρδιακό επεισόδιο και θα αφήσει την τελευταία του πνοή στις 12 Απριλίου του 1981.
Η κηδεία του έγινε με στρατιωτικές τιμές, ενώ ένας από εκείνους που κρατούσαν το φέρετρο ήταν ο μεγάλος φίλος του και πρώην αντίπαλο του, Μάξ Σμέλινγκ.