Μερικές φορές υπάρχουν λεπτομέρειες, μικρές αλλά διόλου ασήμαντες, σε ένα αγώνα μπάσκετ που προδηλώνουν ποια ομάδα θα κερδίσει. Τέτοιες όπως η γλώσσα του σώματος των παικτών μέσα στο παρκέ, ο τρόπος που μιλάνε (ή δεν μιλάνε) μεταξύ τους, η συμπεριφορά του πάγκου. Η εθνική ομάδα στο Ηράκλειο πήγε για να νικήσει τους Σέρβους. Υπήρχε ένας τρόπος να τους νικήσει: Επαγγελματικά, ψυχρά και κυνικά. Υπήρχε και ένας ακόμη: Με διάθεση, πάθος και αποφασιστικότητα. Η εικόνα ενός πάγκου που πανηγύριζε και συμμετείχε στον αγώνα εδώ και κάτι χρόνια κόντευε να γίνει είδος προς εξαφάνιση ή στην καλύτερη είδος πολυτελείας για τους διεθνείς μας. Οι σχέσεις τους μέσα και έξω από το παρκέ δεν ήταν απλά συζητήσιμες ήταν σε μεγάλο βαθμό απελπιστικές. Στο Ηράκλειο η εθνική δεν κέρδισε τους Σέρβους. Αυτό ενδεχόμενα θα συνέβαινε και με άλλες συνθήκες ή με άλλα δεδομένα. Κέρδισε ξανά την εδώ και αρκετά χρόνια χαμένη εκτίμηση του κόσμου για αυτές τις μικρές λεπτομέρειες που ξεχωρίζουν τις ομάδες από τις ‘’ομάδες’’. Και αφού αφαιρέσαμε τα εισαγωγικά ας γράψουμε και μερικά πράγματα για αυτό καθ΄ αυτό τον αγώνα.
Το πρώτο κερδισμένο στοίχημα όπως αναφέραμε είναι το βελτιωμένο κλίμα και η καλή διάθεση. Το δεύτερο κερδισμένο στοίχημα είναι ότι οι διεθνείς της πρώτης ταχύτητας έδειξαν από νωρίς την πρόθεση τους: Να παίξουν καλή άμυνα και να μην επιτρέψουν στους Σέρβους να αναδείξουν το μοναδικό πλεονέκτημα που είχαν σαν ομάδα. Την ικανότητα τους στο ατομικό παιχνίδι. Αν εξαιρέσουμε τη δυσκολία αντιμετώπισης του ούτως ή άλλως ιδιαίτερου ως παίκτη Μπιέλιτσα και το πρόβλημα στα ριμπάουντ στο πρώτο ημίχρονο η εθνική πήρε πολύ καλό βαθμό στους αμυντικούς προσανατολισμούς της. Το πρόβλημα Μπογκντάνοβιτς λύθηκε με μια σκυταλοδρομία κορμιών αφού ο Σκουρτόπουλος άλλαξε 4 ή 5 αμυντικούς πάνω του και ότι δεν κατάφεραν ορισμένες στιγμές οι προσαρμογές της Ελληνικής άμυνας το κατάφερε μόνος του ο….Σέρβος. Σε μια ομάδα άναρχη και χωρίς ουσιαστικό αγωνιστικό πλάνο προσπάθησε να μετατρέψει την επιθετική της λειτουργία σε one man gang και φυσικά το πλήρωσε με ένα άθλιο ποσοστό αλλά κυρίως αποσυντονίζοντας όλους τους υπόλοιπους με την απροθυμία του να διαβάσει τις μαύρες τρύπες της ελληνικής άμυνας.
Η εθνική πήρε πολλά στην επίθεση από πολλούς με τον Γιάννη Μπουρούση να θυμίζει μέρες Μπασκόνια και να αποτελεί ένα έξτρα δημιουργό από το χαμηλό ποστ. Η αναμφισβήτητη ικανότητα του στη δημιουργία αποτέλεσε ένα σημαντικό όπλο για την εθνική ειδικά από τη στιγμή που υποχρεώθηκε από νωρίς να παίξει με τον Καλάθη φορτωμένο με τρία φάουλ. Πριν από μερικά χρόνια, επί εποχής Κατσικάρη, είχαμε υποστηρίξει ότι ο Καλάθης μπορεί να ‘’παντρευτεί’’ στην περιφέρεια της εθνικής ομάδας μόνο με συγκεκριμένους παίκτες. Αυτό επιβεβαιώθηκε για πολλοστή φορά στον αγώνα με τους Σέρβους. Μπορεί ο Νικ να είναι ο αναμφισβήτητος ηγέτης της ομάδας αλλά ο Κώστας Σλούκας αποτελεί με την ίδια περίπου βεβαιότητα τον ηγέτη της ομάδας ακριβώς τις στιγμές που τον χρειάζεται. Ο Σλούκας που έχει καταφέρει κάθε χρόνο να παρουσιάζεται βελτιωμένος ακόμη και σε τομείς όπου θεωρητικά η δυνατότητα βελτίωσης είναι περιορισμένη για οποιονδήποτε μπασκετμπολίστα (ταχύτητα και έκρηξη για παράδειγμα) δήλωσε και πάλι εμφατικά ότι είναι ο νέος ηγέτης της εθνικής χωρίς καν να έχει βγει από την εικόνα ο προηγούμενος!
Πολύ ευχάριστο είναι το μήνυμα που έστειλε και ο Γιώργος Πρίντεζης. Πριν από μερικές μέρες στην παρουσίαση του νέου χορηγού του Ολυμπιακού μας έλεγε ότι δούλεψε πολύ το καλοκαίρι σε ατομικό επίπεδο και είναι φανερό ότι το κορμί του βρίσκεται σε πολύ καλή κατάσταση. Τα πατήματα και τα τελειώματα του στην επίθεση μερικές φορές δεν ήταν πολύ καλά αλλά αυτό είναι θέμα χρόνου (και εποχής) για να έρθουν σε λογαριασμό.
Ο Θανάσης Σκουρτόπουλος από τη δική του πλευρά πάει να κερδίσει το μεγαλύτερο (και πιθανώς το πιο δύσκολο) στοίχημα της καριέρας του. Στην πρώτη φάση των προκριματικών ένας προπονητής με σχεδόν μηδενική διεθνή εμπειρία στο ψηλό επίπεδο διαχειρίστηκε τη δύσκολη συνθήκη των ‘’αντικαταστατών’’ φτιάχνοντας μια ομάδα ειδικών συνθηκών που όμως προπονητικά του ταίριαζε. Οι περισσότεροι από τους παίκτες που έπαιξαν στην πρώτη φάση των παράθυρων ήταν παίκτες από αυτούς που συνήθως δουλεύει και διαχειρίζεται στο μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του. Υπήρχαν αρκετά ερωτηματικά και αμφιβολίες αν θα μπορούσε να κάνει το ίδιο με παίκτες από το πάνω ράφι. Η εικόνα της εθνικής εντός και εκτός παρκέ έδειξε ότι μπορεί να τα καταφέρει. Ίσως γιατί σε σχέση με πολλούς από τους προκατόχους του και αρκετούς από τους κατά διαστήματα υποψήφιους για τη θέση του έχει περισσότερα να κερδίσει από το να χάσει, η εθνική αντιπροσωπεύει μια μεγάλη ευκαιρία για την καριέρα του και δεν κουβαλάει στις πλάτες του τον φόβο ότι θα ‘’καεί’’ καθισμένος στην ηλεκτρική καρέκλα του συγκεκριμένου πάγκου. Σε πρώτη φάση πάντως δείχνει ο μεγάλος νικητής και από αουτσάιντερ μετατράπηκε σε….φαβορί.
Σε κάθε περίπτωση και μέσα στην ευφορία μιας σπουδαίας νίκης που ουσιαστικά ανοίγει την πόρτα της πρόκρισης στο παγκόσμιο διάπλατα δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τη συγκεκριμένη πόρτα την ξεκλείδωσαν κάποια άλλα….αουτσάιντερ. Οι παίκτες που μαζεύτηκαν πριν από ένα χρόνο για να παίξουν για λογαριασμό μιας τσακισμένης, απογοητευμένης εθνικής που προερχόταν από μια ακόμη παταγώδη αποτυχία και είχε ως δαμόκλεια σπάθη πάνω από το κεφάλι της τον φόβο ενός ταπεινωτικού αποκλεισμού από το παγκόσμιο. Οι παίκτες που βοήθησαν άλλος λίγο, άλλος περισσότερο για να γίνει το 6-0 της πρώτης φάσης και έδωσαν ένα αναμφισβήτητο πολύτιμο βαθμολογικό πλεονέκτημα στους ‘’πρωτοκλασάτους’’ διεθνείς. Όπως ακριβώς και ο Σκουρτόπουλος η συγκεκριμένη επιλογή παικτών είχε περισσότερα να κερδίσει από το να χάσει με τη συμμετοχή στην εθνική ομάδα κάτι που τελικά αποδεικνύει αυτό που γράφαμε πριν από λίγο καιρό: Αυτοί που θέλουν και όχι αυτοί που μπορούν!