Γιατί η Γιουνάιτεντ πρέπει να στηρίξει τον Μόγιες παρά την κακή πρώτη σεζόν του, ακολουθώντας τα διδάγματα του παρελθόντος αλλά και το παράδειγμα της...Λίβερπουλ!

Γιατί η Γιουνάιτεντ πρέπει να στηρίξει τον Μόγιες παρά την κακή πρώτη σεζόν του, ακολουθώντας τα διδάγματα του παρελθόντος αλλά και το παράδειγμα της…Λίβερπουλ!

Οι μετασεισμικές δονήσεις από την περσινή απόφαση του σερ Άλεξ Φέργκιουσον να αποχωρήσει από την ενεργό προπονητική δράση, γίνονται ακόμα αισθητές στο «Όλντ Τράφορντ», με την μετάβαση στη μετά – Φέργκι εποχή να αποδεικνύεται αρκετά πιο δύσκολη υπόθεση απ’ ότι θα περίμενε ακόμη και ο πιο απαισιόδοξος οπαδός των «κόκκινων διαβόλων».  Ταυτόχρονα, η διατήρηση της μισητής συμπολίτισσας Μάντσεστερ Σίτι σε υψηλό επίπεδο αλλά και η επιστροφή της -ακόμα πιο μισητής ενδεχομένως – γειτόνισσας Λίβερπουλ στα πράγματα, δυσκολεύει ακόμα περισσότερο την προσαρμογή στη νέα εποχή, οξύνοντας την αίσθηση της παρακμής σε έναν σύλλογο που είχε συνηθίσει να κυριαρχεί στις εσωτερικές διοργανώσεις από το 1993 μέχρι και πέρσι. Η φετινή σεζόν, με τον Ντέιβιντ Μόγιες στον πάγκο, έχει σημαδευτεί από πρωτόγνωρα εδώ και ένα τέταρτο του αιώνα φαινόμενα  στο «Όλντ Τράφορντ». Αποδοκιμασίες κατά του προπονητή (αλλά και ακόμα κατά του Φέργκιουσον που τον επέλεξε!), αεροπορικά …αιτήματα απόλυσης του Μόγιες πάνω από το «Θέατρο των Ονείρων», σπάσιμο των «στεγανών» στα αποδυτήρια με υπονοούμενα από πρωτοκλασάτους παίκτες (π.χ. Φαν Πέρσι ) για την τακτική της ομάδας.  Όλα αυτά, ως άμεσες συνέπειες της χειρότερης πορείας των «κόκκινων διαβόλων» στις εσωτερικές διοργανώσεις και της κατάρριψης πολλών αρνητικών ρεκόρ.

Η Γιουνάιτεντ θα τερματίσει τη φετινή σεζόν με το χειρότερο ρεκόρ πόντων από καταβολής Πρέμιερ Λιγκ και τον χαμηλότερο εντός έδρας απολογισμό εδώ και πάνω από δέκα χρόνια. Υπέστη ήττες μετά από δεκαετίες εντός ή εκτός κόντρα σε αντιπάλους όπως η Νιούκαστλ,  η Στόουκ και η Γουέστ Μπρόμγουιτς, ενώ έχασε για πρώτη φορά στην ιστορία της εντός έδρας από τη Σουόνσι. Επίσης, για πρώτη φορά από καταβολής Πρέμιερ Λιγκ, οι φίλοι της Γιουνάιτεντ υπέφεραν την ταπείνωση του να βλέπουν την ομάδα τους να χάνει εντός και εκτός τόσο από τη Σίτι όσο και από τη Λίβερπουλ. Μόνο πλέον μία «τρελή» πορεία στην Ευρώπη (παρόμοια με αυτή της Λίβερπουλ το 2005 ή της Τσέλσι το 2012), μπορεί να αποτρέψει την απουσία της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ την επόμενη σεζόν από το Τσάμπιονς Λιγκ, μία διοργάνωση που ταυτίστηκε με τους «κόκκινους διαβόλους» όσο και η Πρέμιερ Λιγκ. Ο Μόγιες, είναι πλέον στο στόχαστρο από σεβαστή μερίδα οπαδών. Είναι όμως ο κύριος υπεύθυνος; Και ενδεχόμενη αποδέσμευσή του στο τέλος της σεζόν θα είναι η σωστή απόφαση για τη Γιουνάιτεντ;  Οι αμφιβολίες είναι πολλές.

Ο «εκλεκτός» του Φέργκι
Πρώτα απ’ όλα, θα πρέπει να εξετάσει κανείς τους λόγους για τους οποίους η Γιουνάιτεντ διάλεξε τον Μόγιες. Γιατί η πιο επιτυχημένη αγγλική ομάδα των τελευταίων δεκαετιών παρέκαμψε τα μεγάλα προπονητικά ονόματα της Γηραιάς Ηπείρου, προτιμώντας έναν άνθρωπο χωρίς εμπειρία σε διεκδίκηση τίτλων και χωρίς μια ιδιαίτερη φιλοσοφία επιθετικού ποδοσφαίρου που να ταιριάζει με αυτή του Φέργκιουσον; Κατά την άποψή μας, παρά τα όσα είχαν γραφτεί στο παρελθόν, η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ πολύ δύσκολα θα διάλεγε έναν προπονητή – «φίρμα» τύπου Μουρίνιο, Κλοπ ή Αντσελότι. Έχοντας  τον ίδιο μάνατζερ για πάνω από 25 χρόνια, στο «Όλντ Τράφορντ» γνωρίζουν πλέον καλά πόσο αποδοτική μπορεί να είναι η εμπιστοσύνη σε ένα μακροπρόθεσμο σχέδιο. Οι προαναφερθέντες -ή οποιοδήποτε άλλο μεγάλο όνομα- ενδεχομένως να κρατούσαν τη Γιουνάιτεντ βραχυπρόθεσμα στην κορυφή, προσθέτοντας ακόμα μερικούς τίτλους στην πλούσια συλλογή της. Για πόσο όμως; Ο «εκλεκτός», ποτέ δεν έμεινε σε ομάδα πάνω από τρία χρόνια. Ο Κλοπ, δεν έχει δοκιμαστεί εκτός Γερμανίας. Ο Αντσελότι, φαντάζει δύσκολο να μην θέλει κάποια στιγμή να επιστρέψει στην αγαπημένη του Ιταλία. Πολύ απλά, η Γιουνάιτεντ δεν ήθελε μόνο έναν προπονητή, ήθελε έναν άνθρωπο που θα έβλεπε την ομάδα ως project μιας ολόκληρης επαγγελματικής ζωής, όπως ακριβώς ο προκάτοχός του. Δηλαδή, έναν Βρετανό μάνατζερ, που δεν θα άφηνε την ομάδα μετά από μία πενταετία για να μετακομίσει σε πιο «εύκρατα» κλίματα.

Είναι ο Μόγιες ο κατάλληλος;
Με βάση τα πρώτα δείγματα, η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα είναι ένα εκκωφαντικό «όχι». Το θέμα όμως δεν είναι απαραίτητα η απάντηση, είναι το αν θα πρέπει να τεθεί καν το ερώτημα από την πρώτη κιόλας χρονιά του Μόγιες. Αν στη Γιουνάιτεντ το θέσουν, το απαντήσουν αρνητικά και δράσουν ανάλογα διώχνοντας τον προπονητή, θα είναι ουσιαστικά σαν να προβαίνουν σε άρνηση της κληρονομιάς που τους άφησε ο Φέργκιουσον μετά από 26 και κάτι χρόνια δόξας, κρατώντας από όσα καλά έκανε, μόνο το «φάντασμά» του. Γιατί κατά την άποψή μας, το μυστικό  της επιτυχίας του Φέργκιουσον δεν κρύβεται στους δεκάδες τίτλους Πρέμιερ Λιγκ, τα δύο Τσάμπιονς Λιγκ, τους άλλους δύο τελικούς, τη δημιουργία μίας θεαματικής ομάδας που κυριάρχησε σε Αγγλία (και Ευρώπη) από το 1993. Αυτά είναι τα αποτελέσματα. Η επιτυχία του Φέργκι, δεν γεννήθηκε την ημέρα που ο Γκιγκς και ο Μπέκαμ έκαναν το ντεμπούτο τους.  Γεννήθηκε στην πρώτα εξίμισι-επτά χρόνια του στη Γιουνάιτεντ, από το 1986 μέχρι τον πρώτο τίτλο της στην Πρέμιερ Λιγκ. Φαντάζει τρελό σήμερα, αλλά αυτά που ακούει τώρα ο Μόγιες , τα άκουγε στο πολλαπλάσιο ο Φέργκιουσον τότε, με τη Γιουνάιτεντ να κλείνει σε αυτό το διάστημα πάνω από μία 20ετία χωρίς πρωτάθλημα. Είναι γνωστή άλλωστε η ιστορία του πως ο Φέργκι σώθηκε από την απόλυση λόγω ενός γκολ του Μαρκ Ρόμπινς σε έναν αγώνα Κυπέλλου. Η θητεία του Σκωτσέζου στο «Όλντ Τράφορντ» λοιπόν δεν ξεκίνησε με αυτό:

Αλλά με αυτό:

Βέβαια, εδώ μπορεί να αντιπαραθέσει κανείς πως ο Φέργκιουσον παρέλαβε μία αποτυχημένη ομάδα την οποία έπρεπε να κάνει επιτυχημένη, ενώ ο Μόγιες παρέλαβε μία πρωταθλήτρια και την κατέβασε στην έβδομη θέση. Αυτό είναι η μισή αλήθεια. Η άλλη μισή είναι πως η επιτυχημένη ομάδα που παρέδωσε ο Φέργκι, ήταν εξ’ ίσου κορεσμένη. Χορτασμένη, χωρίς φιλοδοξίες, με έναν κόσμο καλομαθημένο στην επιτυχία. Όσο κορεσμένη έμοιαζε και η προηγούμενη «αυτοκράτειρα» Λίβερπουλ τον Μάιο του 1990, όταν στην απονομή του πρωταθλήματος -που θα ήταν και το τελευταίο της μέχρι τώρα – το χορτασμένο κοινό της δεν γέμισε καν το «Άνφιλντ»! Έχει και η επιτυχία τη σκοτεινή της πλευρά και ο Μόγιες είναι υποχρεωμένος να την αντιμετωπίσει, όπως ο προκάτοχός του είχε να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της αποτυχίας δεκαετιών. Επίσης, εδώ μπαίνει και το ζήτημα των «όπλων» που δόθηκαν στον Μόγιες για να ξεκινήσει τη θητεία του στη Γιουνάιτεντ. Μας φαντάζει δύσκολο οι Γκλέιζερ να είπαν στον Σκωτσέζο π.χ. «πάρε 100 εκατομμύρια για να ενισχύσεις την ομάδα» και αυτός να προτίμησε να πάρει μόνο τον Φελαϊνί την τελευταία μέρα των μεταγραφών.

Ο Μόγιες, κληρονόμησε μία ομάδα που είχε μάθει να παίζει για τον Φέργκιουσον, με τις μεθόδους του σερ Άλεξ. Το να την κάνει τώρα ο νέος τεχνικός να παίζει γι’ αυτόν δεν είναι μία διαδικασία που μπορεί να ολοκληρωθεί σε μερικούς μήνες. Το πιθανότερο είναι να μην τα καταφέρει ποτέ με την πλειοψηφία των σημερινών παικτών, που – ανθρώπινα- δυσκολεύονται και αυτοί να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες. Η φιλοσοφία του Φέργκι, δεν ήταν κάποιο αγωνιστικό σύστημα ή κάποια τακτική καινοτομία. Ήταν  η πίστη στο σχέδιο. Είναι αυτή που υποδεικνύει πως στον νέο προπονητή πρέπει να δοθεί χρόνος για να πετύχει (ή να αποτύχει) με τη δική του ομάδα και όχι με αυτή του προκατόχου του. Αν η Γιουνάιτεντ τον διώξει το καλοκαίρι, δεν αποκλείεται να πέσει στον φαύλο κύκλο των συχνών αλλαγών προπονητών, πετώντας ουσιαστικά στα σκουπίδια όσα έγιναν τα προηγούμενα 27 χρόνια. Αν το ήθελαν αυτό οι Αμερικανοί, δεν θα ρωτούσαν καν τον Φέργκιουσον για το ποιον θεωρούσε κατάλληλο διάδοχό του.

Το παράδειγμα των γειτόνων
Για δεκαετίες ολόκληρες, μερικές δεκάδες χιλιόμετρα από το «Όλντ Τράφορντ», στο «Άνφιλντ», έψαχναν να βρουν το μυστικό της επιτυχίας του σερ Άλεξ και της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Να που όμως ίσως ήρθε η ώρα στο «Θέατρο των Ονείρων» να παραδειγματιστούν από  τους γείτονές τους, που δείχνουν με καθοδηγητή τον Μπρένταν Ρότζερς ικανοί να φτάσουν για πρώτη φορά μετά το 1990 στον τίτλο της πρωταθλήτριας Αγγλίας, παίζοντας με ένα στυλ που θυμίζει την «φρεσκάδα» και την άγνοια κινδύνου που επέδειξε η θρυλική «τάξη του ’92» στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Οι -επίσης Αμερικανοί- ιδιοκτήτες της Λίβερπουλ, προξένησαν πολλές απορίες και δυσαρέσκεια από την εξέδρα όταν αντικατέστησαν έναν «θρύλο» του συλλόγου, τον Κένι Νταλγκλίς με έναν άσημο προπονητή. Ο Ρότζερς, δεν είχε το παραμικρό παράσημο επιτυχίας πέρα από την άνοδο και τη διατήρηση στην Πρέμιερ Λιγκ της Σουόνσι, μιας ομάδας όμως στην οποία είχε ήδη γίνει καλή δουλειά από τον Ρομπέρτο Μαρτίνεζ, σήμερα προπονητή της Έβερτον.

Η περσινή πρώτη σεζόν του Βορειοϊρλανδού στο «Άνφιλντ», άφησε λίγες υποσχέσεις. Την πρώτη αγωνιστική έχασε 3-0 από τη Γουέστ Μπρόμγουιτς και τελικά η Λίβερπουλ τερμάτισε έβδομη, κερδίζοντας μόνο 9 από τα 19 ματς στο γήπεδό της και καταγράφοντας μόλις μία νίκη (εντός έδρας επί της Τότεναμ) με αντιπάλους τις ομάδες που τερμάτισαν στις πρώτες οκτώ θέσεις της βαθμολογίας. Στον δεύτερο γύρο ωστόσο υπήρξαν κάποια σημάδια προόδου και φέτος η ομάδα του Ρότζερς.εξερράγη, εξελισσόμενη στην πιο συναρπαστική ομάδα της σεζόν, δείχνοντας για άλλη μία φορά πόση αξία έχει η πίστη στο project, ακόμα και όταν τα πράγματα δείχνουν να πηγαίνουν στραβά.

Ο τεχνικός της Λίβερπουλ, προχώρησε με εξαιρετική τόλμη στην εφαρμογή του σχεδίου που είχε στο μυαλό του, χωρίς να βαρύνεται από δυόμισι δεκαετίες αποτυχίας. Το ίδιο πρέπει να κάνει και ο Μόγιες από την ανάποδη. Να αποβάλλει το «φάντασμα» του Φέργκιουσον, αλλά και τον συμβιβασμό στη χρυσή μετριότητα που έζησε για χρόνια στην Έβερτον. Να απελευθερωθεί και να ξεχάσει πως είναι ο «chosen one» του προκατόχου του, σε συνδυασμό με πίστωση χρόνου από διοίκηση και κόσμο. Δύσκολη αποστολή, από την επιτυχία της οποίας όμως μπορεί να κριθεί όχι μόνο η υστεροφημία του αλλά και το μέλλον της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.