Ο Ουκρανός Ιγκόρ Μπελάνοφ υπήρξε ένας από τους κορυφαίους παίκτες που έβγαλε η πρώην ΕΣΣΔ, ταχύτατος με το προσωνύμιο η «σαΐτα του Κιέβου»

Ο Ουκρανός Ιγκόρ Μπελάνοφ υπήρξε ένας από τους κορυφαίους παίκτες που έβγαλε η πρώην ΕΣΣΔ, ταχύτατος με το προσωνύμιο η «σαΐτα του Κιέβου».

Ο Σοβιετικός, ουκρανικής καταγωγής ακραίος επιθετικός ή και μεσοεπιθετικός, Ιγκόρ Μπελάνοφ (Igor Ivanovich Belanov), γεννήθηκε στις 25 Σεπτεμβρίου του 1960 στην Οδησσό. Έκανε μεγάλο όνομα με την Ντιναμό Κίεβου, κατακτώντας 5 μεγάλους τίτλους, μεταξύ των οποίων το Κύπελλο Κυπελλούχων του 1986, ενώ ονομάστηκε Ευρωπαίος Ποδοσφαιριστής της Χρονιάς την ίδια χρονιά. Στη συνέχεια, πέρασε έξι χρόνια στη Γερμανία με δύο συλλόγους, την Μπορούσια του Μενχενγκλάντμπαχ και την Άιντραχτ του Μπράουνσβαϊγκ με ελάχιστη επιτυχία. Αν και βραχύσωμος (1,70 μ.), ούτε δυνατός σωματικά, αλλά και χωρίς να έχει υψηλό τεχνικό υπόβαθρο, εντούτοις ήταν ικανός να τρυπήσει οποιαδήποτε άμυνα, χάρη στη γρήγορη αλλαγή του ρυθμού του! Υπήρξε ταχύτατος (το 1983 έτρεξε τα 50 μέτρα σε 5,7’’ δευτερόλεπτα), με τρομερή εκκίνηση, εξαιρετικά ευκίνητος, πανέξυπνος και με εκπληκτικό μονοκόμματο σουτ! Αγωνίστηκε σε 33 διεθνείς αγώνες και έλαμψε με την Σοβιετική Ένωση στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1986 και στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1988, φτάνοντας στον τελικό στην δεύτερη διοργάνωση. Το 2011, μαζί με τον Όλεγκ Μπλαχίν (Oleg Blohin) και τον Βιτάλι Σταρούχιν (Vitaliy Starukhin) ονομάστηκαν «Θρύλοι του Ουκρανικού Ποδοσφαίρου».

Σε ηλικία 9 ετών, προσπάθησε να ενταχθεί σε κάποιο από τα αθλητικά σχολεία της πρώην ΕΣΣΔ. Δεν τον δέχθηκαν, καθώς το μπόι και οι φυσικές δυνάμεις του, δεν έδειχναν ότι μπορούσε να σταδιοδρομήσει στον χώρο του επαγγελματικού αθλητισμού! Συνέχισε να παίζει ποδόσφαιρο στη γειτονιά του, όπου ο Εντβάρντ Μασλόφσκι (Edward Maslovski) διέκρινε το ταλέντο του και τον κάλεσε στην Τσερνομόρετς της Οδησσού. Τη διετία 1978-1980 έπαιξε στη συμπολίτισσα SΚΑ της Οδησού (ομάδα του ρωσικού στρατού), στη Β’ ρώσικη Κατηγορία, προκειμένου να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία, έχοντας συμμετοχή σε 68 ματς με 16 γκολ.

Συνέχισε στην Τσερνομόρετς με την οποία σημείωσε 27 γκολ σε 119 αναμετρήσεις έως τον Δεκέμβριο του 1984, όταν και εντάχθηκε στη Ντιναμό Κιέβου, σημειώνοντας 10 γκολ στην πρώτη του σεζόν, η οποία στο τέλος της τον βρήκε πρωταθλητή και Κυπελλούχο! Κυκλοφορεί και ένα ανέκδοτο για την πρώτη προπόνησή του με τη Ντιναμό Κιέβου. Είχε προσπεράσει 2 φορές ολόκληρη την υπόλοιπη ομάδα, μετά από μερικούς γύρους και αν ο προπονητής του, ο Βαλερί Λομπανόφσκι (Valery Lobanovsky) δεν τον είχε συγκρατήσει, θα είχε γυρίσει πίσω στην Οδησσό το ίδιο βράδυ!

Προτού αποδεχθεί την πρόταση της Ντιναμό, είχε αρνηθεί 3 φορές να φορέσει τη φανέλα της! Το 1985, στα 25 του, ουδείς τον γνώριζε. Έναν χρόνο αργότερα ήταν ο πιο περιζήτητος ποδοσφαιριστής του κόσμου! Όντας συμπαίκτης με τον Όλεγκ Μπλαχίν (Oleg Blohin) και τον Αλεξάντερ Ζαβάροφ (Oleksandr Zavarov), οδήγησε ως πρώτος σκόρερ με 5 γκολ, τη Ντιναμό στη κατάκτηση του Κυπέλλου Κυπελλούχων της περιόδου 1985/86, για δεύτερη φορά στην ιστορία της! Έπαιξε και στα 90 λεπτά στον τελικό της 2ας Μαΐου του 1986 στη Λυών, εναντίον της Ατλέτικο Μαδρίτης, στη νίκη με 3-0!

Ο υπόλοιπος ποδοσφαιρικός κόσμος, τον έμαθε από τις εμφανίσεις που πραγματοποίησε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1986! Πετυχαίνοντας 4 γκολ σε ισάριθμους αγώνες, οδήγησε την εθνική ομάδα της Σοβιετικής Ένωσης (η οποία περιελάμβανε 13 παίκτες της Ντιναμό Κιέβου), την ομάδα που έμεινε στην Παγκόσμια Ποδοσφαιρική ιστορία με το παρατσούκλι «Τα Υπερηχητικά του Λομπανόφσκι», στα προημιτελικά της διοργάνωσης! Σκόραρε χατ-τρικ στο παιχνίδι εναντίον του Βελγίου, όπου αποκλείστηκαν ηττώμενοι με 3-4 ύστερα από παράταση, με τη βοήθεια του περιβόητου Σουηδού διαιτητή, Έρικ Φρέντρικσον (Erik Fredriksson)! Είναι ο μόνος Σοβιετικός που έχει σκοράρει χατ-τρικ (3 γκολ) σε έναν αγώνα Τελικής Φάσης Παγκοσμίου Κυπέλλου. Ο ίδιος, επέστρεψε στην πατρίδα του ως εθνικός ήρωας! Την ίδια χρονιά, στο δημοψήφισμα του ‘’France Football’’, αναδείχθηκε Κορυφαίος Ποδοσφαιριστής της Ευρώπης, κερδίζοντας τη Χρυσή Μπάλα, με 84 πόντους, μπροστά από τον Άγγλο Γκάρι Λίνεκερ (Gary Lineker) με 62 και τον Ισπανό Εμίλιο Μπουτραγκένιο (Emilio Butragueño) με 59!

Στους «κυανόλευκους» του Κιέβου, έμεινε ως το 1989. Σε αυτό το διάστημα, πήρε μέρος σε 121 παιχνίδια και σκόραρε 39 γκολ. Πανηγύρισε 2 πρωταθλήματα και ισάριθμα Κύπελλα Σοβιετικής Ένωσης, καθώς και το Κύπελλο Κυπελλούχων του 1986! Στα μέσα του 1989, ο 29χρονος Μπελάνοφ πήρε την πολυαναμενόμενη μεταγραφή του, υπογράφοντας στη γερμανική Μπορούσια του Μένχενγκλάντμπαχ. Το ντεμπούτο του στην Μπουντεσλίγκα, ήρθε στις 4 Νοεμβρίου του 1989, σε μια εκτός έδρας ήττα 0-4 από τη Στουτγάρδη.

Απέτυχε να εντυπωσιάσει συνολικά, σκοράροντας μόλις 4 γκολ σε 24 αγώνες, στη μιάμιση περίοδο που έπαιξε για τα «πουλάρια» και τον Ιανουάριο του 1991 αποτέλεσε παρελθόν. Κατά τη διάρκεια της θητείας του στη Μπορούσια, είχε και… περιπέτειες με την Αστυνομία! Πιο συγκεκριμένα, η σύζυγός του, συνελήφθη επ’ αυτοφώρω να κλέβει προϊόντα από ένα πολυκατάστημα, γεγονός που βέβαια «κηλίδωσε» τη φήμη του! Ακόμη και για τον ίδιο λέγεται ότι βρέθηκε αναμεμειγμένος σε μια υπόθεση λαθρεμπορίας κλεμμένων παλτών!

Λόγω των προβλημάτων αυτών, τον Ιανουάριο του 1991, έφυγε για την επίσης γερμανική, στη Β’ Κατηγορία, Άιντραχτ του Μπράουνσβαϊγκ. Έκανε το ντεμπούτο του για τη νέα του ομάδα στις 23 Φεβρουαρίου, σκοράροντας μόλις 13 φορές στο πρωτάθλημα και 21 συνολικά σε 67 εμφανίσεις, στις 3 σεζόν του εκεί, βιώνοντας μάλιστα τον υποβιβασμό στη Γ’ γερμανική κατηγορία τη περίοδο 1992/93, χωρίς όμως να κάνει καμία εμφάνιση! Το 1995, στα 37 του, επέστρεψε στη Τσερνομόρετς στην Οδησσό, την οποία βοήθησε να προβιβαστεί στην Α’ κατηγορία της Ουκρανίας. Αγωνίστηκε για λίγο, κάνοντας 5 εμφανίσεις, στην Ιλίτσιβετς της Μαριούπολης και αποσύρθηκε ως παίκτης της από την ενεργό δράση, το 1997.

Ντεμπουτάρισε στην εθνική ομάδα της Σοβιετικής Ένωσης, στις 2 Μαΐου του 1985, σε μια φιλική νίκη 4-0 επί της Ελβετίας, στη Μόσχα. Χρίστηκε 33 φορές διεθνής με το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα της ΕΣΣΔ και σημείωσε 8 γκολ. Συμμετείχε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1986 και στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1988, στο οποίο ήταν φιναλίστ, κατακτώντας το ασημένιο μετάλλιο! Μάλιστα, στον τελικό εναντίον της Ολλανδίας, στην ήττα με 0-2, ήταν ο μοιραίος παίκτης καθώς αστόχησε σε εκτέλεση πέναλτι!

Δεινός εκτελεστής πέναλτι, ήταν ο μόνιμος εκτελεστής, τόσο στη Ντιναμό Κιέβου, όσο και στην εθνική της ΕΣΣΔ! Ωστόσο, έχασε 2 εκτελέσεις, τη πρώτη στις 18 Μαρτίου του 1986, την ημέρα που του απονεμήθηκε η “Χρυσή Μπάλα”, στον προημιτελικό για το Κύπελλο Πρωταθλητριών με τη Μπεσίκτας. Όπως αργότερα παραδέχθηκε ο ίδιος, ο υπερβολικός ενθουσιασμός του από τη βράβευση, τον έκανε να χάσει την αυτοσυγκέντρωσή του. Η εκτέλεσή του, στο 86ο λεπτό στο παιχνίδι, χτύπησε στο οριζόντιο δοκάρι! Το 1988, στον τελικό του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος στη Γερμανία, κέρδισε ένα πέναλτι στο 60ο λεπτό, με το σκορ ήδη στο 2-0 υπέρ της Ολλανδίας. Η εκτέλεση από τον ίδιο, αποκρούστηκε από τον τερματοφύλακα Χανς βαν Μπρόκελεν (Hans van Breukelen)! Ήταν η 2η και τελευταία φορά στην καριέρα του που έχασε πέναλτι.

Αφού κρέμασε τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια, καταπιάστηκε με τις επιχειρήσεις. Τον Αύγουστο του 2003 αγόρασε το πλειοψηφικό πακέτο των μετοχών της ελβετικής FC Βιλ. Ο προκάτοχός του, τραπεζίτης Αντρέας Χάφεν (Andreas Hafen), είχε καταχραστεί περίπου $ 40 εκατομμύρια δολάρια από την ελβετική τράπεζα ‘’UBS’’ και ο Μπελάνοφ έγινε ιδιοκτήτης. Ωστόσο, απέτυχε στον ρόλο του προέδρου και αφού πούλησε τις μετοχές του, επέστρεψε στη γενέτειρά του και πλέον ασχολείται με τη σχολή ποδοσφαίρου που ίδρυσε εκεί και η οποία φέρει το όνομά του.

Παντρεμένος με την Ιρίνα, έχει μια κόρη που γεννήθηκε το 1985, τη Χριστίνα. Του αρέσει η όπερα, ιδίως ο Giuseppe Verdi. Είχε προβλήματα αλκοολισμού. Στο παρελθόν ο Αντρέι Σεφτσένκο (Andriy Shevchenko), ένας από τους Καλύτερους Ποδοσφαιριστές της Ουκρανίας όλων των εποχών, έχει δηλώσει ότι εμπνεύστηκε από τον Μπελάνοφ και ότι ήταν το είδωλό του. Το 2011, μαζί με τον Βαλερί Λομπανόφσκι, τον Όλεγκ Μπλαχίν και τον Βιτάλι Σταρούχιν (Vitaliy Starukhin) ονομάστηκε ως ένας «Θρύλος του Ουκρανικού Ποδοσφαίρου».

ΠΗΓΗ: Ευλογημένο ποδόσφαιρο, Wikipedia