Ο φετινός ΠΑΟΚ του ανορθόδοξου ξεκινήματος της σεζόν, της δύσκολης συνέχειας ένεκα των αλλαγών σε τεχνική ηγεσία και ρόστερ, δεν ήταν γραφτό να χάσει στην Τούμπα αυτή τη σεζόν. Σε Πρωτάθλημα, σε Κύπελλο, σε προκριματικά Europa League, χωρίς κόσμο για δέκα αγωνιστικές, με κόσμο για λιγότερες, εκτός από έναν αγώνα που δεν ξεκίνησε ποτέ κι έναν ακόμη που δεν τελείωσε ποτέ, με αμφότερους να κρίνονται στις δικαστικές αίθουσες και να κοστίζουν στον «Δικέφαλο» εννιά ολόκληρους βαθμούς, συνέχισε απτόητος νικώντας και την Ξάνθη 2-1, παρότι βρέθηκε πίσω στο σκορ και παρά το γεγονός πως του πήρε μια ώρα και κάτι για να ισοφαρίσει. Αλλά και πάλι τα κατάφερε. Σημειωτέον, πως κανείς εκ των δυο διαιτητών που συνέταξαν τα δυο φύλλα αυτών των αγώνων δεν έδωσε το παρών στην εκδίκαση των υποθέσεων, προκειμένου να ερωτηθεί και να απαντήσει. Ειδικά ο δεύτερος, που άλλα έκανε, άλλα κατέγραψε κι όμως, μ’ αυτό το παγκόσμιας πρωτοτυπίας μνημείο ανακρίβειας κι αναντιστοιχίας, δεν έκρινε ο ίδιος απαραίτητο να προβεί σε διευκρινίσεις. Να εξηγήσει τέλος πάντων γιατί όλα αυτά.
Γιατί αρχικά κατακύρωσε το γκολ μαζί με τον δεύτερο βοηθό και πως ενώ αμφότεροι έτρεξαν προς τη σέντρα, χωρίς να σηκώσει το σημαιάκι του εκείνος και κατόπιν – περί τα 4-5 λεπτά – σύσκεψης των δυο, το ακύρωσαν για ν’ ακολουθήσουν όλα τα υπόλοιπα με την εισβολή των κ.κ. Σαββίδη, Μίχελ και της συνοδείας του πρώτου. Να πει τί συνέβη στ’ αποδυτήρια, γιατί άλλαξε εκ νέου την απόφασή του και γιατί έγραψε άλλα από όσα όλοι είδαν είτε ήταν στο γήπεδο, είτε μέσω της τηλεοπτικής εικόνας, ότι έκανε. Να πει ποιός του μίλησε και τί του είπε. Απόψεις διαφοροποιήθηκα για ένα γκολ που αρχικά ήταν … «ξεκάθαρο» οφ σάιντ και μετά έγινε «μια πολύ δύσκολη φάση». Καταθέσεις άλλαξαν, δικαστές αμφισβητήθηκαν κι όχι μόνον, το βίντεο από τ’ αποδυτήρια που δεν ήταν κοινής αποδοχής να εξεταστεί τελικά εξετάστηκε, ο διαιτητής που δεν είχε σφυρίξει τελικά φάνηκε να σφυρίζει, ο βοηθός του που ήταν και στην επίμαχη φάση φαίνεται δίπλα του στο συγκεκριμένο στιγμιότυπο με το σημαιάκι στο χέρι άγνωστο γιατί, φιέστες διεξήχθησαν δίχως να έχουν τελεσιδικήσει αποφάσεις που τελικά … όντως δεν άλλαξαν, όπως έγινε γνωστό μια μέρα μετά και δώδεκα μέρες μετά την εκδίκαση της έφεσης. Και να ήταν μόνον αυτά …
Πολύ απλά επειδή όλα αυτά, συμπυκνωμένα σε μια φωτογραφία που ετεροχρονισμένα έκανε γνωστό πως ο κ. Σαββίδης οπλοφορούσε, αποδείχτηκε πιο ισχυρή ως εντύπωση απ’ οτιδήποτε άλλο. Γιατί ως ουσία, οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές κατέθεσαν πως δεν ένιωσαν απειλή. Κι όμως, επενέβη η Παγκόσμια Ομοσπονδία για το συγκεκριμένο συμβάν, καθώς πριν από αυτό όλα στο ελληνικό ποδόσφαιρο κυλούσαν ομαλά και ποτέ δεν είχε συμβεί κάτι άλλο που να έχρηζε παρέμβασής της. Καμία απειλή δημόσια ή μη, κανένα συμβάν που ν’ απειλήθηκαν ζωή-ές, καμία «σκιά», τίποτα παράνομο, όλα αγγελικά πλασμένα, σε σημείο τέτοιο που να εννοείται, να λέγεται και να γράφεται κατά κόρον πως αν δεν τιμωρηθεί ο ΠΑΟΚ, η αποβολή της Ελλάδας από τη FIFA θα ήταν μονόδρομος. Ενας στυγνός, έμμεσος (εκ)βιασμός, καθοριστικός για την τελική έκβαση μιας υπόθεσης που δεν έκρινε απλώς έναν τίτλο, όπως πολλοί αγαθώς νομίζουν αλλά άνοιξε πληγές τις οποίες κανείς τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή δεν ξέρει πώς να τις διαχειριστεί, όπως επίσης και το αν και πότε θα επουλωθούν, γιατί τα συναισθήματα είναι ακραία. Είτε αυτά ερμηνεύονται ως αποστροφή και απαξίωση, είτε ως οτιδήποτε άλλο. Κι είναι τέτοια τα παιχνίδια της μοίρας, που οι δυο ομάδες θ’ ανταμώσουν εκ νέου σε κάτι λιγότερο από τρεις εβδομάδες για να διεκδικήσουν ένα άλλο τρόπαιο.
Και για να μη δημιουργούνται εντυπώσεις, κανείς δεν είναι αθώος, μα κανείς. Ωστόσο, δεν είναι όλοι το ίδιο ένοχοι. Απλώς βολεύει η γενίκευση, εξυπηρετεί το σήμερα ξεχνώντας το χτες (σ.σ. βάζοντας μέσα και τα περσινά ματς στη Λεωφόρο και στον Βόλο αλλά να μπει όλο το παρελθόν όλων στον συνυπολογισμό). Ολοι έχουν να πουν κάτι για το χτες, μα κανείς και τίποτα για το αύριο ή πιο σωστά, κανείς και τίποτα θετικό ή αισιόδοξο για το αύριο. Οι χειρότεροι όλων δε, είναι αυτοί που εκμεταλλεύονται τα συναισθήματα του κόσμου για ν’ αποδείξουν ότι υπάρχουν. Που νομίζουν πως έχουν μια θέση, μια ισχύ, επηρεάζοντας συνειδήσεις και λογικές με τα λεγόμενα και τα γραφόμενά τους, είτε τα δικά τους είτε αυτά που δίνουν σε άλλους να τα γράφουν γι’ αυτούς. Πολύ πιθανόν αύριο, μεθαύριο να μην υπάρχουμε εμείς – κυριολεκτικά ή μεταφορικά – που σκεφτόμαστε και λειτουργούμε διαφορετικά από δαύτους. Αλλά χίλιες φορές ανύπαρκτος και γνήσιος, παρά τέτοιος. Είκοσι τρία χρόνια τώρα και για όσο ακόμη αντέξουμε … Κι ας συνεχίζουν αυτοί απτόητοι, σε μια αναφορά πέρα από ομάδες και χρώματα.