Ελάχιστοι είχαν ψευδαισθήσεις πως ο Ολυμπιακός είναι φέτος μια ομάδα πλέι-οφ. Ακόμα λιγότεροι όμως μπορούσαν να φανταστούν πως οι ερυθρόλευκοι θα γίνονταν παιχνιδάκι στα χέρια του Τζεκίρι, του Λάιτι και του Τέιλορ.
Έξι ώρες πριν το ματς, ο Τόνι Πάρκερ μου έλεγε πως «για να δούμε αν θα μπορέσουμε να κάνουμε την έκπληξη». Ολόκληρη η Βιλερμπάν είχε διάθεση να γιορτάσει την επιστροφή στην Ευρωλίγκα ακόμη και με ήττα. Για να το πιστέψουν, ότι μπορούσαν να κερδίσουν, έπρεπε να το δουν. Ο Ολυμπιακός τους το έδειξε, όχι μία, αλλά πολλές φορές για 35 λεπτά. Σχεδόν δεν το πίστευαν, πως θα ήταν τόσο εύκολο.
Εν αρχή, ο χαμένος εγωισμός.
Δεν νοείται κανένας Έιντριαν Πέιν να περνά επιδεικτικά πάνω από τον Βασίλη Σπανούλη και να μην ανεβαίνει η θερμοκρασία όλης της ομάδας. Δεν μπορεί να μην βρίσκεται κάποιος να απαντήσει στον αλαφροΐσκιωτο Αμερικανό που έβγαλε μια άμυνα και αποφάσισε να το παίξει Άλεν Αϊβερσον στον Ταϊρόν Λου. Δεν θύμωσε κανείς;
Να χαθούν τα σουτ; Να χαθούν. Συμβαίνει, θα ξανασυμβεί. Η ήττα είναι μέσα στο πρόγραμμα από μια ομάδα που καβάλησε το κύμα του ενθουσιασμού, βρήκε τον αντίπαλο μπόσικο και τον έριξε στα σχοινιά. Αλλά είναι εξαιρετικά ανησυχητικό σημάδι το να παρατάει κανείς επιδεικτικά ένα παιχνίδι, αφήνοντας τον Τζεκίρι να καρφώνει με μανία στο τελευταίο δίλεπτο.
Ο παίκτης που έχει αίσθηση το βάρους της φανέλας και της κληρονομιάς που αυτή μεταφέρει, αισθάνεται κάθε πόντο στην πλάτη, καταλαβαίνει τι σημαίνει το -19, πως δεν είναι όλες οι ήττες ίδιες, όχι στον Πειραιά. Το βράδυ της Παρασκευής στο «Αστρομπάλ», λίγοι έδειξαν την έχουν.
Ο Ντέιβιντ Μπλατ προφανώς χρεώνεται στο ακέραιο τη δημιουργία ενός ανορθόδοξου ρόστερ, μαζί και την ευθύνη της εξέλιξης του σε κάτι στοιχειωδώς λειτουργικού. Όμως το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο από τον Αμερικανοϊσραηλινό προπονητή.
Το πρόβλημα είναι ο στόχος. Όταν δεν ξέρεις που πας, όλοι οι δρόμοι είναι λάθος.
Ο Ολυμπιακός δεν αντικατέστησε ποτέ κατ΄ ουσίαν, τον προηγούμενο GM του, Χρήστο Σταυρόπουλο. Το ότι η θέση καλύφθηκε στις 24 Ιουλίου από τον πρώην διευθυντή Marketing και κατόπιν Εμπορικό Διευθυντή Νίκο Λεπενιώτη ήταν ομολογία ανικανότητας στην χάραξη ενός ρεαλιστικού σχεδίου επόμενης ημέρας.
Από τον περασμένο Μάιο, ο οργανισμός είχε ανοιχτά μέτωπα, πολλά και σημαντικά. Έχουμε και λέμε:
– Να ξεκαθαρίσει γρήγορα και άμεσα τι οικονομικές δυνατότητες θα υπήρχαν την επόμενη σεζόν.
– Να θέσει βάσει του οικονομικού προϋπολογισμού τους στόχους της ομάδας και να επιδιώξει να τους επικοινωνήσει στον κόσμο της.
– Να επιδιώξει την ανανέωση ή την πώληση του μοναδικού περιστασιακού στοιχείου της ομάδας με ισχυρή χρηματιστηριακή αξία (Μιλουτίνοφ).
– Να ολοκληρώσει γρήγορα άλλες αποδεσμεύσεις (π.χ Μάντζαρης), χωρίς να χρειαστεί να φτάσουν μέσα Ιουλίου για να γίνουν τα αυτονόητα.
– Να αναλύσει το υπάρχον ρόστερ υπό το πρίσμα των στόχων και να πάρει τις ανάλογες αποφάσεις.
Ήταν 14 Ιουλίου όταν γραφόταν το σημείωμα με τίτλο «To rebuilding θέλει θάρρος». Αντιγράφω από εκεί: «Η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία, και ουδείς μπορεί να στερήσει από την διοίκηση των ερυθρόλευκων την ελπίδα πως θα είναι σε θέση όχι μόνο να στήσει ένα ανταγωνιστικό ρόστερ με τον χρόνο να την πιέζει, αλλά και πως αυτό θα καταφέρει να αψηφήσει την τεχνογνωσία και την οικονομική δυνατότητα των ανταγωνιστών της. Η ρεαλιστική προσέγγιση των πραγμάτων είναι πως ο Ολυμπιακός οφείλει να βαφτίσει την φετινή χρονιά ως μεταβατική. […]Υπό αυτό το πρίσμα, ο Ολυμπιακός θα έψαχνε να βρει τους παίκτες που θα μπορούσε να αναδείξει ως τους επόμενους σταρ της Ευρωλίγκας, όπως ακριβώς προσπάθησε να κάνει στις περιπτώσεις των Γουίλιαμς – Γκος και ΛεΝτέι. Ταυτόχρονα, θα έδινε χρόνο στους Βεζένκοφ – Κόνιαρη – Αγραβάνη να πάρουν χρόνο συμμετοχής και να αποδείξουν αν αξίζουν να λογίζονται ως στελέχη της επόμενης ημέρας του συλλόγου. Σε αυτή την πραγματικότητα, Σπανούλης και Πρίντεζης θα λειτουργούσαν ως οι συνδετικοί κρίκοι της χρυσής εποχής 2012-17, ακόμα και αν είναι πράγματι άχαρο να έχει αυτά τα χαρακτηριστικά η (πιθανότατα) τελευταία χρονιά του V-Span».
Στις 4 Οκτώβρη, ο Γουίλ Τσέρι βρισκόταν στην αποστολή, ενώ ο Αντώνης Κόνιαρης παρακολουθούσε από την κερκίδα με πολιτικά. Ο Σάσα Βεζένκοφ έπαιξε τα τελευταία 2 λεπτά του αγώνα, με τον Κουζμίνσκας να έχει αποκτηθεί στη θέση του και τον Ρούμπιτ να ανήκει επίσης εκεί, αλλά να έχει επιλεγεί για ρεζέρβα του Μιλουτίνοφ, δηλαδή τη δουλειά που πιθανότατα θα έκανε καλύτερα ο Μπόγρης. O Kώστας Παπανικολάου έφευγε από το «Αστρομπάλ» με ψυχολογία 10ου παίκτη.
Το ζήτημα πια για τον Ολυμπιακό δεν είναι αν ο Τσέρι είναι κακός ή μέτριος, ο Κουζμίνσκας θα ξυπνήσει ή θα συνεχίσει την καθοδική πορεία των τελευταίων ετών, αν θα αποκτηθεί αθλητικός σέντερ, αν ο Πολ θα προσαρμοστεί ή θα παίζει με δισταγμό πρωτάρη. Πρέπει κανείς να είναι εκτός τόπου και χρόνου για να πιστέψει πως σε αυτή την Ευρωλίγκα αρκεί να διορθωθούν κάποιες ανορθογραφίες για να γίνουν οι Πειραιώτες playoff material.
Ο Ολυμπιακός θα βελτιωθεί, όμως ο βραχυπρόθεσμος στόχος δεν μπορεί να είναι ο σημαντικότερος.
Το επείγον είναι πως ό,τι κι αν συμβαίνει αυτή τη χρονιά, πρέπει να έχει νόημα για το μέλλον. Ο Βασίλης Σπανούλης δεν θα είναι για πολύ ακόμα η βολική λέξη στα χείλη, ο Γιώργος Πρίντεζης ξέρει πως μπορεί να φέρει περισσότερα από τον πάγκο και ξέρει πως τα καλύτερα του χρόνια είναι πίσω του.
Η αποτυχία μίας σεζόν δεν είναι πρόβλημα: η Εφές ξόδευε αλόγιστα για πολλά χρόνια και αποτύγχανε οικτρά, η Αρμάνι κοντέυει να φτιάξει εγχειρίδιο αποτυχίας, η Μακάμπι παλεύει να μπει στα πλέι-οφ, η Μπαρσελόνα ζαλίστηκε από τα χαστούκια στα τελευταία χρόνια του Ναβάρο.
Η πραγματική καταστροφή θα είναι η απαξίωση, αυτή που χτυπά ήδη την πόρτα, απόρροια όχι της έλλειψης ρευστού αλλά αυτογνωσίας, ιδεών, κατεύθυνσης και φιλοσοφίας.
Εκείνο το σημείωμα του Ιούλη, τελείωνε κάπως έτσι:
«Μοιάζει ζήτημα χρόνου να στραφεί ο κόσμος του Ολυμπιακού απέναντι στους ιδιοκτήτες του, τους ίδιους που έχουν ευεργετήσει τον σύλλογο ξοδεύοντας τεράστια ποσά και υπογράφοντας την αναγέννηση του συλλόγου ως την κατάκτηση δύο τροπαίων Ευρωλίγκας και άλλων δύο τελικών.
Σε αυτή την νεφελώδη ατμόσφαιρα, μόνο οι ξεκάθαρες προθέσεις μπορούν να αποκαταστήσουν μια ατμόσφαιρα που μοιάζει όλο και περισσότερο τοξική. Το μπούμερανγκ του #mexritelous έχει αλλάξει φορά και η εγκατάλειψη της αλαζονείας είναι πλέον η πρώτη προτεραιότητα».