Ο Αποστόλης Λάμπος σκιαγραφεί με πάσα λεπτομέρεια όσα είδαμε (και δεν είδαμε) από τις απαιτήσεις, τις επιλογές και τις αλλαγές του Ολλανδού τεχνικού στο Τάμπερε.

Το ντεμπούτο του Φαν΄τ Σχιπ στον ελληνικό πάγκο δεν ήταν πετυχημένο, ωστόσο βγήκαν κάποια πρώτα συμπεράσματα με βάση τα όσα είχε ζητήσει από τους παίκτες του τις τρεις μέρες που δούλεψε μαζί τους.

Τί είχε ζητήσει; Βάσει ρεπορτάζ, ήθελε από τους παίκτες του συγκέντρωση, κοντινές αποστάσεις μεταξύ τους, passing game με ελεχόμενο ρίσκο, ανάπτυξη από τα πλάγια και αποτελεσματικότητα. Τί είδε λοιπόν ο Ολλανδός τεχνικός και τί δεν  είδε;

Οι διεθνείς, παρά το γεγονός ότι αγωνίστηκαν ένδεκα που δεν έχουν πολλές κοινές παρουσίες στην ομάδα, έδειξαν μεγάλη σγκέντρωση ιδιαίτερα στο πρώτο ημίχρονο. Το γεγονός ότι προέρχονταν και από μια πολύ κακή περίοδο τους έκανε να είναι  πολύ συγκεντρωμένοι σε επίπεδο όμως που σε αρκετές περιπτώσεις έμοιαζαν φοβισμένοι, άτολμοι και χωρίς φαντασία στο παιχνίδι τους. 

Το passing game γινόταν όντως με ελεγχόμενο ρίσκο και ειδικά η μεσοαμυντική γραμμή έπαιξε ποδόσφαιρο μηδενικού ρίσκου. Τα όποια λάθη από τη μέση και μπροστά καλύφθηκαν από την εμπειρία του Μανωλά και του Παπασταθόπουλου. Η κατοχή ήταν  47%-53% για την Ελλάδα σε αυτό το διάστημα άσχετα αν περιοριστήκαμε κυρίως σε παιχνίδι κέντρου.

Μια βελτίωση σε σχέση  με τα προηγούμενα ματς είδαμε και στις αποστάσεις μεταξύ των γραμμών και των ποδοσφαιριστών, αν και η αλήθεια είναι ότι ο Κουλούρης δεν είχε τα απαραίτητα στηρίγματα κοντά του και αναγκαζόταν να βγει αρκετά έξω από την περιοχή η οποία έμενε άδεια. Πάντως η ομάδα ήταν πιο συμπαγής και απέναντι στη φιλόδοξη Φινλανδία θα μπορούσαμε να πούμε ότι το ματς εκτυλισσόταν σε έναν ρυθμό που μας βόλευε.

Ανάπτυξη από τα πλάγια δεν είδαμε να πραγματοποιείται με ιδιαίτερη επιτυχία. Τα λιγοστά ανεβάσματα του Τοροσίδη και του Σταφυλίδη (από μια καλή σέντρα στο ματς είχαν) δε βοήθησαν σε αυτόν τον τομέα, ο Κολοβός έκλινε προς τον άξονα, ενώ ο Μασούρας προσπάθησε αλλά κι εκείνος είτε έφερνε τη μπάλα στο δεξί είτε με το αριστερό δεν έκανε την κατάλληλη σέντρα. Μπουχαλάκης και Κουρμπέλης έβγαιναν στα πλάγια για να πάρουν την πρώτη μπάλα (ένα στοιχείο τακτικής) ώστε να ανέβει ο Τοροσίδης και να μπει μέσα ο Κολοβός. Φυσικά το τρικ αυτό δε βγήκε καθώς θέλει πολλή δουλειά στην προπόνηση και επανάληψη για να γίνεται αυτοματοποιημένα.

Σε χειρότερα επίπεδα όμως ήταν η αποτελεσματικότητα, κι όταν μιλάμε για αποτελεσματικότητα δε μιλάμε μόνο για την τελική προσπάθεια (είχαμε τέσσερις ευκαιρίες στο παιχνίδι), αλλά και για την τελική πάσα εκεί όπου ναι μεν η μπάλα έφτασε πολλές φορές με αξιώσεις περιφερειακά της περιοχής, αλλά ουδέποτε βγήκε η ιδανική πάσα για να γίνει ασίστ.

Στα πρώτα λεπτά του δευτέρου ημιχρόνου μια στιγμιαία έλλειψη συγκέντρωσης από τον Κουρμπέλη έκρινε το ματς. Στο 52ο λεπτό η Εθνική μας ομάδα πελάγωσε. Τα εκ προοιμίου βαριά πόδια έγιναν βαρύτερα, το μυαλό θόλωσε και η Φινάνδία έλεγξε πλήρως το ρυθμό αφήνοντας τη μπάλα στην άχρωμη Ελλάδα. 

Η συγκέντρωση που χρειαζόταν πλέον για να επιτεθεί δεν υπήρχε, το passing game έγινε λίγο πιο νευρικό με αποτέλεσμα να βρουν καλές αντεπιθέσεις οι Φινλανδοί, οι γραμμές (διατηρώντας πάντως τις καλές αποστάσεις) ανέβηκαν μέτρα στο γήπεδο, αλλά η μεσαία και η επιθετική έμοιαζαν εγκλωβισμένες μέσα στους φουσκωμένους από αυτοπεποίθηση αντιπάλους τους, η ανάπτυξη από τα πλάγια δεν υπήρχε και η αποτελεσματικότητα επίσης. 

Σε ότι έχει να κάνει με τις επιλογές του ο Φαν΄τ Σχιπ θα μπορούσε να κριθεί για το γεγονός ότι ήταν στο αρχικό σχήμα ο Σταφυλίδης ο οποίος προερχόταν από ένα μικρό πρόβλημα (γι’ αυτό άλλωστε στην προθέρμανση συμμετείχε και ο Τσιμίκας). Το ίδιο και με τον Τοροσίδη ο οποίος δεν είχε αγωνιστικό ρυθμό εν αντιθέσει με τον Μπακάκη.

Άλλη επιλογή για την οποία κρίνεται ο Ολλανδός τεχνικός είναι η μη χρησιμοποίηση του Ζέκα. Ο άσος της Κοπεγχάγης έχει τον καλύτερο ρυθμό απ’ όλους ενώ σε όλα τα προηγούμενα παιχνίδια της ομάδας ήταν από τους κορυφαίους της. Η λογική λέει πως είχε θέση στο αρχικό σχήμα.

Η χρησιμοποίηση του Βρουσάι ήταν ίσως η μεγαλύτερη έκπληξη από τον νέο τεχνικό. Ο επιθετικός της Βίλεμ έπαιξε σε ρόλο “δέκα” χωρίς επί της ουσίας να καταφέρει να φανεί ουσιαστικός. Είχε κάποιες καλές επαφές με τη μπάλα και το σουτ στο 92′ ωστόσο σα να μπήκε απότομα στα βαθιά. Είναι ευχάριστο πάντως ότο το τόλμησε ο Φαν΄τ Σχιπ ώστε να τον “ψήσει” γιατί δείχνει να τον πιστεύει πολύ.

Σε ότι έχει να κάνει με τις αλλαγές του, ο Πέλκας στη θέση του Κολοβού δε βοήθησε και ίσως εκεί θα μπορούσαν να είχαν χρησιμοποιηθεί ο Φετφατζίδης ή ο Λημνιός. Ο Μπακάκης στου Τοροσίδη ήταν αναγκαστική, ενώ ο Παυλίδης στο ντεπούτο του, μπήκε αντί του Κουλούρη είχε διάθεση αλλά δεν πρόλαβε να γινει καταλυτικός για την Εθνική.

Με την πρόκριση να χάνεται οριστικά στο Τάμπερε πλέον δίνεται όλος ο χρόνος στον Τζον Φαν΄τ Σχιπ να πατήσει σε όσα θετικά διαπίστωσε για την ομάδα του, να εντοπίσει λάθη και παθογένειες που χρίζουν βελτίωσης και αλλαγών και να δημιουργήσει ένα σύνολο με ομοιογένεια, σωστή νοοτροπία και που θα θέσει ως αυτοσκοπό την πρόκριση στο Μουντιάλ του Κατάρ η οποία μόνο εύκολη δε θα είναι.