Το Παναθηναϊκός – Ολυμπιακός ήταν ένα χορταστικό ματς, ένας καλός λόγος να ξεχαστείς για ένα δίωρο μπροστά απ' την οθόνη. Ήταν μια καλή απάντηση σε όσους απαξιώνουν το ελληνικό πρωτάθλημα, ένα αμφίρροπο 90λεπτο ρυθμού και καθαρού ποδοσφαιρικού χρόνου.

Το Παναθηναϊκός – Ολυμπιακός ήταν ένα χορταστικό ματς, ένας καλός λόγος να ξεχαστείς για ένα δίωρο μπροστά απ’ την οθόνη. Ήταν μια καλή απάντηση σε όσους απαξιώνουν το ελληνικό πρωτάθλημα, ένα αμφίρροπο 90λεπτο ρυθμού και καθαρού ποδοσφαιρικού χρόνου. Όμως στα «κλασικά» ντέρμπι της σειράς Παναθηναϊκού-Ολυμπιακού δύσκολα θα συμπεριληφθεί.

Δεν είναι απ’ τα ντέρμπι που θα συζητιέται μετά από χρόνια σε καφέ και πρακτορεία. Δε φταίει το μοιρασμένο αποτέλεσμα, δε φταίει πως βαδίζουμε ακόμα στον πρώτο γύρο του πρωταθλήματος, ούτε πως η βαθμολογική διαφορά μεταξύ των δύο αιωνίων είναι μεγάλη. Είναι η έλλειψη προσωπικοτήτων και έντονων ποδοσφαιρικών χαρακτήρων στην πλειοψηφία των εντεκάδων των δύο μονομάχων, που θα το κάνει να ξεχαστεί γρήγορα.

Ζώντας το παιχνίδι δίπλα στην πλάγια γραμμή, συλλέγοντας πλάνα για την παρακάμερα της Nova, μου φάνηκε πως οι ποδοσφαιριστές του Ολυμπιακού βασίστηκαν στην καλύτερη αγωνιστική τους κατάσταση και αμιγώς στο ποδοσφαιρικό πλάνο, αφήνοντας στο πλάι το ένστικτο. Εκείνο που προσθέτει το κάτι παραπάνω σ’ αυτά τα ματς, χαρίζοντας σου αφορμές να τα ξαναφέρνεις στο μυαλό.

 Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο «βαρύς» πανηγυρισμός του Τζιμπούρ. Μπορεί ο Αλγερινός να έκανε τη δουλειά και μάλιστα εις διπλούν, όμως έδειξε να απουσιάζει η συνείδηση του γκολ κόντρα στον «αιώνιο».

Αντιθέτως κάποιοι άλλοι ποδοσφαιριστές και όχι τυχαία μεγαλύτεροι σε ηλικία, έδειξαν πως ανήκουν σ’ έναν ποδοσφαιρικό κόσμο που μπορεί να ξεφτίζει, αλλά ακόμα γοητεύει. Ο Μάρκο Πάντελιτς παρακολούθησε όρθιος το δεύτερο ημίχρονο βγάζοντας ένταση σε κάθε του κίνηση και κουβέντα προς τους συμπαίκτες του. Αποκορύφωμα εκείνο το «βάλτε ένα γκολ γ(κ)αμώτο!» γύρω στο 80ο λεπτό και με το σκορ στο 2-2. Ο Αριέλ Ιμπαγάσα όσο είχε δυνάμεις ήταν ο γνωστός μαέστρος για τους ερυθρόλευκους. Όταν αποχώρησε δεν παράτησε τη μπαγκέτα του! Δεν ήταν λίγες οι φορές που τινάχθηκε απ’ τον πάγκο και με έντονες κινήσεις και δυνατές φωνές προσπάθησε να ταρακουνήσει όσους βρίσκονταν στο χορτάρι! Διαφορετικό άρωμα έδωσε και ο Ρόι Κάρολ. Όχι εξαιτίας της καλής του εμφάνισης, αλλά λόγω μιας σπάνιας συμπεριφοράς. Λίγο πριν το τέλος του ημιχρόνου μια κροτίδα έσκασε σε απόσταση αναπνοής απ’ τον έμπειρο τερματοφύλακα. Ούτε σωριάστηκε «σφαδάζοντας», ούτε έκανε παράπονα προς τον διαιτητή, ούτε καν ασχολήθηκε με την εξέδρα. Αντιθέτως ζήτησε απ’ τον Μάνταλο να μη δώσει συνέχεια στο συμβάν. Είναι που ο Κάρολ ξεχειλίζει απ’ το ένστικτο και το πάθος, που είναι ικανά να δώσουν άλλο αέρα σ’ ένα ματς. Κι αυτά τα ματς τ’ αναγνωρίζεις είτε τα παρακολουθείς στην Ελλάδα, στην Αγγλία ή στην Αργεντινή. Είναι οι αναμετρήσεις που διαθέτουν το κάτι παραπάνω και διαφέρουν ως δια μαγείας απ’ τα απλώς ποιοτικά παιχνίδια.