Οι «Κόκκινοι Διάβολοι» πηγαίνουν στην Αραβική Χερσόνησο με την αύρα της ομάδας που έχασε τη μεγάλη ευκαιρία της προ τετραετίας, ως ένα μεγάλο αουτσάιντερ που ουδέποτε έγινε φαβορί.

Μήπως η λέξη «Underachiever» είναι βαριά για μια ομάδα που στο προηγούμενο Παγκόσμιο Κύπελλο πήρε την τρίτη θέση (καλύτερη επίδοση στην ιστορία της); Ίσως να είναι κομματάκι αυστηρός ο χαρακτηρισμός. Εξάλλου γιατί να υπάρχει η απαίτηση κατάκτησης ενός μεγάλου τουρνουά για μια ομάδα που δεν λέγεται Γερμανία, Ιταλία, Βραζιλία, Αργεντινή; Στον αντίποδα, η τότε ομάδα του Βελγίου τα είχε όλα, αλλά στο κρίσιμο ραντεβού (Γαλλία στα ημιτελικά το ‘18) η Κάτω Χώρα δεν πήρε τα πάνω της.

Και τώρα τί; Με τον Αζάρ συμπληρωματικό και κατ’ ουσίαν εκτός ποδοσφαιρικού κάδρου από τότε που πήγε στη Ρεάλ Μαδρίτης (38 μήνες πίσω) και τον Λουκάκου ανέτοιμο/ημιτραυματία από την αρχή της σεζόν, πόσα απίδια πιάνει ο σάκος; Εάν έχεις ένα οχυρό που δεν πέφτει με τίποτα (Τιμπό Κουρτουά) κι έναν μάγο στην ακμή του (Κέβιν Ντε Μπρόινε) τότε μπορεί να πιάνει πολλά!

Αυτή η ομάδα δεν έχει πλέον μυστικά. Ούτε από τον έξω κόσμο ούτε οι παίκτες μεταξύ τους. Γνωρίζονται απ’ έξω κι ανακατωτά. Έντεκα ποδοσφαιριστές της εθνικής έχουν αγωνιστεί τουλάχιστον στο 60% των 76 παιχνιδιών του Μαρτίνεθ. Κουρτουά, Μενιέ, Αλντερβάιρελντ, Βερτόνγκεν, Καράσκο, Τίλεμανς, Βιτσέλ, Ντε Μπρόινε, Μέρτενς, Ε. Αζάρ και Ρ. Λουκάκου αποτελούν τον σκληρό πυρήνα. Το δίδυμο Βερτόνγκεν-Αλντεβάιρελντ είναι η ποδοσφαιρική προσωποποίηση των Διόσκουρων. Έχουν συμβιώσει σε 362 παιχνίδια σε εθνική και σύλλογο.

Πάει να πει πως έχουν μεγαλώσει και μαζί. Να ένα μειονέκτημα. Η ηλικία. Έχουν στην εστία τους τον σωτήρα Κουρτουά, αλλά οι ίδιοι δεν είναι στην ακμή τους. Είναι ευάλωτοι εάν φέρουν ψηλά τη γραμμή τους. Εάν έχετε την εντύπωση πως το Βέλγιο είναι ίδιο εδώ και χρόνια, είναι επειδή συμβαίνει αυτό ακριβώς. Με κάποιες προσθαφαιρέσεις (το αρχικό καστ εμπεριείχε και Κομπανί, Φελαϊνί, Βερμάλεν, Ντεμπελέ, Σαντλί) το group παραμένει πάνω κάτω αυτό που γνωρίσαμε το 2016. Εξ ου και με μέσο όρο ηλικίας κοντά στα 28 χρόνια οι «Κόκκινοι Διάβολοι» είναι μια από τις μεγαλύτερες στο τουρνουά. Εάν μάλιστα ακολουθήσουμε τη διάμεσο τιμή, τότε είναι δεύτεροι μόνο πίσω από το Ιράν.

Πίσω στην πατρίδα, η αίσθηση είναι πως αυτή η γενιά έχασε την ευκαιρία της 4 χρόνια νωρίτερα, στα ρωσικά γήπεδα. Το τηλεοπτικό σποτ βελγικού δικτύου έδωσε το σύνθημα προ μηνός: «t is aan ons». «Ήρθε η σειρά μας». Οι φίλοι των Βέλγων μάλλον δεν συμφωνούν. Ακόμη κι ο Βασιλιάς του Βελγίου, Φίλιππος έχει προαίσθημα και το έκανε τατουάζ! Σίγουρα δεν έδωσε χαρτάκι στον Μαρτίνεθ πάντως.

Η κριτική στον Ισπανό προπονητή αφορά στο ότι έχει τους δικούς του Untouchables, δεν τους αλλάζει με τίποτα, δεν τολμά την αλλαγή. Λες και είναι ο μοναδικός εκλέκτορας που το κάνει. Λες και η εθνική ομάδα είναι σύλλογος, που προπονείς τους παίκτες καθημερινά για μεγάλο χρονικό διάστημα και μπορείς να αλλάξεις τακτική/παίκτες από παιχνίδι σε παιχνίδι. Ένα τουρνουά 7 (maximum) αγώνων δεν είναι μαραθώνιος 38 αγωνιστικών, όπου τα λάθη επιτρέπονται/διορθώνονται. Είναι fast track διαδικασία, στην οποία οφείλεις να έχεις τις σταθερές σου. Όχι εμμονές βεβαίως.

Επί του πρακτέου, μέχρι που μπορεί να φτάσει αυτό το Βέλγιο; O όμιλος του ζευγαρώνει με τον όμιλο της Γερμανίας και της Ισπανίας. Η ήττα των τετράκις πρωταθλητών κόσμου από τους Ιάπωνες ενδεχομένως να αλλάζει τα δεδομένα, ούτως ή άλλως οι διασταυρώσεις είναι κινούμενη άμμος. Εάν όντως οι Βέλγοι πέσουν επάνω σε ευρωπαϊκό οίκο με αστέρι στην φανέλα (συνώνυμο της κατάκτησης Μουντιάλ) τότε η πρόκριση θεωρείται επιτυχία και από εκεί και πέρα όλα είναι πιθανά. Ειδικά όταν στην ομάδα σου έχεις τον καλύτερο τερματοφύλακα και τον καλύτερο μέσο στον κόσμο.