Ο Γέρος και η συμπαντική θάλασσα
Οφείλω να ομολογήσω ότι τρέφω μεγάλη συμπάθεια για τα top down shoot’ em up, ιδίως σε αυτά που διαθέτουν roguelike ή roguelite μηχανισμούς. Ενδεικτικά αναφέρω τις δημιουργίες της 10tons Ltd., όπως το Crimsonland και το Tesla vs Lovecraft. Στην περίπτωση των δύο προαναφερθέντων games, οι roguelite μηχανισμοί έκαναν το gameplay ακόμη πιο εθιστικό, σε ωθούσαν να κάνεις περισσότερα runs για να ξεκλειδώσεις τα απαραίτητα upgrades και εκτόξευαν το replayability στα ύψη. Πριν από τρία χρόνια όταν κυκλοφόρησε το Crimsonland στο Xbox One θυμάμαι ότι έπαιζα μανιωδώς με στόχο να κατακτήσω την κορυφή των leaderboards, αγνοώντας επιδεικτικά το Halo 5: Guardians που είχε κυκλοφορήσει την ίδια χρονική περίοδο.
Έκτοτε βρίσκομαι συνεχώς στην αναζήτηση του επόμενου roguelite shoot ’em up που θα με κάνει να κολλήσω μπροστά από την οθόνη μου για ώρες. Το Blacksea Odyssey της ομώνυμης εταιρείας ανάπτυξης εξαρχής κέντρισε την περιέργειά μου, με το υπέροχο εικαστικό του και την γενικότερη θεματολογία του. Όπως θα δούμε παρακάτω, πρόκειται για μια αξιόλογη δημιουργία, η οποία ωστόσο πάσχει στο κομμάτι των roguelite μηχανισμών. Με το καμάκι ανά χείρας πάμε να δούμε που διαπρέπει και που χωλαίνει το εν λόγω shoot ’em up.
Στις κυκλοφορίες αυτού του είδους το σενάριο περνά κατά κανόνα σε δεύτερη μοίρα, ωστόσο οι developers έπλασαν ένα αρκετά ενδιαφέρων setting, αντλώντας αμυδρές επιρροές από το Cthulhu Mythos. Με βάση το lore κάθε 10 χρόνια λαμβάνει χώρα ένα κυνηγετικό τουρνουά ονόματι Blacksea Odyssey, στο οποίο συμμετέχουν οι μεγαλύτεροι κυνηγοί του σύμπαντος. Ο νικητής αυτού του τουρνουά θα έχει την ευκαιρία να κυνηγήσει ένα θρυλικό πλάσμα, που ονομάζεται “Titan of the Stars”. Αρχικά υπάρχει μόνος ένας playable χαρακτήρας, ο Old Man, στην πορεία πάντως ξεκλειδώνουν δύο ακόμη playable χαρακτήρες.
Το σύντομο εισαγωγικό tutorial είναι αρκετό για να σας μπάσει στο κλίμα και να σας εγκλιματίσει στους βασικούς μηχανισμούς του παιχνιδιού. Αν έχετε παίξει κάποιο twin stick shooter στη ζωή σας δεν θα χρειαστεί να αφιερώσετε ιδιαίτερο χρόνο για να αφομοιώσετε τα βασικά. Κοινώς ο ένας αναλογικός μοχλός χρησιμοποιείται για τον έλεγχο του σκάφους σας και ο δεύτερος για την στόχευση. Στο ρεπερτόριο σας έχετε δύο επιθέσεις, μια απλή και μια charged. Στην πρώτη περίπτωση εκτοξεύετε το καμάκι σας στον αντίπαλό σας και στην δεύτερη προσπαθείτε να το καρφώσετε πάνω του. Η δεύτερη επίθεση είναι charged, όπως είπαμε, αυτό δηλαδή σημαίνει ότι θα χρειαστεί να “φορτίσετε” το καμάκι σας περιμένοντας μερικά δευτερόλεπτα πριν το εκτοξεύσετε. Αν βρείτε στόχο το καμάκι σας θα καρφωθεί στον αντίπαλο σας, οπότε μπορείτε να κινηθείτε κυκλικά γύρω από αυτόν.
Κάθε εχθρός διαθέτει συγκεκριμένα τρωτά σημεία, τα οποία αν δεχθούν αρκετή ζημιά μπορούν να αποκολληθούν από το σώμα του. Για να ξεριζώσετε λόγου χάρη τα πτερύγια ή την ουρά ενός αντιπάλου θα πρέπει να καρφώσετε το καμάκι σας χρησιμοποιώντας την charged επίθεση σας πάνω σε αυτά τα μέρη. Η διαδικασία της στόχευσης με τον δεξιό αναλογικό μοχλό δυστυχώς πάσχει τόσο από πλευράς ακρίβειας, όσο και από πλευράς λειτουργικότητας. Μια απλή ευθεία γραμμή προς τον στόχο θα ήταν πολύ πιο εύχρηστη, από τον κέρσορα που χρησιμοποιείται στην προκειμένη περίπτωση. Το γεγονός ότι οι εχθροί είναι εξαιρετικά ευκίνητοι δεν βοηθά τα πράγματα, ιδίως στις περιπτώσεις, όπου θα πρέπει υποχρεωτικά να ακρωτηριάσετε τον αντίπαλό σας για να τον νικήσετε.
H ροή του gameplay ακολουθεί μια συγκεκριμένη φόρμουλα, βάση της οποίας επιλέγετε το boss που θέλετε να κυνηγήσετε και στη συνέχεια ρίχνεστε στη μάχη. Ανάλογα με το πόσο δύσκολο είναι αυτό το boss θα λάβετε και το ανάλογο bounty. Από την στιγμή που βρεθείτε στον πλανήτη του boss μπορείτε να ορμήσετε απ’ ευθείας πάνω του ή να καθαρίσετε τις τέσσερις εχθρικές ζώνες του πλανήτη. Στην δεύτερη περίπτωση θα κερδίσετε πολύτιμα credits, με τα οποία μπορείτε να αγοράσετε consumables (θεραπευτικά αντικείμενα, power-up, βόμβες κ.ο.κ.), αλλά και runes που αναβαθμίζουν το σκάφος σας και τον εξοπλισμό σας. Αν είστε αρκετά τυχεροί πιθανόν να πέσει κάποιο rune στην μάχη ή κάποιο κλειδί που σας επιτρέπει να ανοίξετε ένα από τα σεντούκια που βρίσκονται διεσπαρμένα στον χάρτη.
Από τη στιγμή που μιλάμε για μια roguelite δημιουργία, όλα τα drops είναι τυχαία. Εξίσου τυχαία είναι τα αντικείμενα που πουλάει ο vendor, τα bosses, οι εχθροί σε κάθε level, αλλά και οι διάφοροι παράμετροι σε κάθε πλανήτη. Λόγου χάρη σε έναν πλανήτη μπορεί να υπάρχει αυξημένη ή μειωμένη πιθανότητα να βρείτε κλειδιά. Καλό θα είναι να λάβετε τις παραμέτρους αυτές υπόψη σας πριν αποφασίσετε ποιο θήραμα θα κυνηγήσετε. Τα παραπάνω δεδομένα αυξάνουν γενικώς το replayability και κάνουν κάθε run σας πραγματικά ξεχωριστό.
Για να φτάσετε στα τελευταία levels του Blacksea Odyssey είναι δεδομένο ότι θα χρειαστείτε την εύνοια της τύχης, αφού το αν θα νικήσετε ή όχι εξαρτάται κατά βάση από τα runes που θα βρείτε. Τα runes και τα upgrades καθορίζουν γενικώς και τον ρυθμό του gameplay, αφού αν δεν βρείτε κάτι που να αναβαθμίζει σημαντικά το dps θα χρειαστεί να μονομαχήσετε για περισσότερα από 10 λεπτά με ένα boss πριν καταφέρετε να το ρίξετε. Φαινόμενα σαν κι αυτά είναι συνηθισμένα στις roguelike και roguelite δημιουργίες, εξίσου συνηθισμένο είναι και το γεγονός ότι θα πεθάνετε δεκάδες φορές μέχρι να φτάσετε στο τέλος. Που είναι λοιπόν το πρόβλημα;
Το πρόβλημα στην περίπτωση του Blacksea Odyssey είναι στον τρόπο με τον οποίο χειρίζεται τον μηχανισμό του permadeath και του γενικότερου progression. Κοινώς ο χαρακτήρας δεν γίνεται δυνατότερος μετά από κάθε αποτυχημένο run. Αν πεθάνετε τα credits σας, τα runes σας και γενικώς όλα τα αντικείμενα σας χάνονται. Το μόνο που μεταφέρεται από ένα run στο επόμενο είναι τα καμάκια που έχετε ξεκλειδώσει. Στο κομμάτι αυτό υπάρχει ποικιλία, καθώς υπάρχουν περισσότερα από 12, ωστόσο τα περισσότερα εξ’ αυτών ξεκλειδώνουν στο end game. Πώς θα φτάσετε όμως μέχρι εκεί χωρίς αξιόλογο εξοπλισμό; Τα μόνα όπλα που μπορούν να κάνουν την διαφορά στην αρχή είναι το Brute, το οποίο ξεκλειδώνει μόλις σκοτώσετε ένα elite boss και το Huntress Spear. Για να αποκτήσετε βέβαια πρόσβαση στο δεύτερο θα χρειαστεί να ολοκληρώσετε ένα level χωρίς να δεχθείτε καθόλου damage.
Σε οπτικό επίπεδο συναντάμε ένα καλαίσθητο αποτέλεσμα, παρά τα low poly γραφικά. Ο σχεδιασμός των εχθρών είναι ευφάνταστος και υπάρχει η απαραίτητη ποικιλία στα μοντέλα τους, οπότε δύσκολα θα βαρεθείτε. Το frame rate είναι σταθερό και τα όποια bugs είχαν παρατηρηθεί στο λανσάρισμα του παιχνιδιού το καλοκαίρι έχουν πλέον διορθωθεί.
Η μοναδική μας ένταση εντοπίζεται στο κομμάτι των ηχητικών εφέ, καθώς ο ήρωάς σας βγάζει συνεχώς μια κραυγή κάθε φορά που πετάει το καμάκι του. Αντίθετα το soundtrack κερδίζει τις εντυπώσεις και απαρτίζεται από αρκετά πιασάρικα μουσικά θέματα που θα μείνουν χαραγμένα στην μνήμη σας ακόμη και όταν κλείσετε την κονσόλα σας.
Το review βασίστηκε στην ψηφιακή και στην retail έκδοση του παιχνιδιού για PS4, οι οποίες μας παραχωρήθηκαν από την Digerati Publishing.
IGN Greece
Πηγή: IGN Greece