Στις 8 Ιανουαρίου του 2019, λίγες ημέρες μετά τη μεταγραφή του από τον Πανιώνιο στον Ολυμπιακό, έπαιξε για πρώτη φορά με τα ερυθρόλευκα σε παιχνίδι κυπέλλου με αντίπαλο την Ξάνθη. Δεκαπέντε μέρες μετά στη ρεβάνς της ακριτικής πόλης πήρε για πρώτη φορά φανέλα βασικού. 30 Ιανουαρίου σκόραρε για πρώτη φορά με τους Πειραιώτες σε αγώνα πρωταθλήματος με την ΑΕΛ στο «Γεώργιος Καραϊσκακης».
Σε διάστημα 2,5 χρόνων, ο Μασούρας έχει παίξει 117 φορές με τα ερυθρόλευκα σε όλες τις διοργανώσεις, σημειώνοντας 30 γκολ. 21 στο πρωτάθλημα, 2 στο κύπελλο και 7 σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις.
Ο Μασούρας είναι ακόμη ένα παράδειγμα της λανθασμένης προσέγγισης καφενειακού επιπέδου αυτών που όταν τον επέλεξε ο Ολυμπιακός αναφώνησαν χωρίς δεύτερη σκέψη «ποιος Μασούρας, δεν κάνει…».
Ο Μασούρας και κάθε Μασούρας που έχει κάνει όσα έκανε πριν με τον Πανιώνιο αξίζει τουλάχιστον την ευκαιρία για να αποδείξει αν κάνει ή όχι στο υψηλότερο επίπεδο. Δυστυχώς στις ελληνικές ομάδες που κάνουν πρωταθλητισμό υπομονή και ευκαιρίες σπάνια δίνονταν τα προηγούμενα χρόνια.
Οι οικονομικές συνθήκες των τελευταίων ετών, η έμφαση και καλή δουλειά των συλλόγων στις ακαδημίες δημιούργησαν ευνοϊκές συνθήκες για να πάρουν ευκαιρίες παιδιά των τμημάτων υποδομής αλλά και Έλληνες ποδοσφαιριστές που είχαν δώσει δείγματα γραφής για το αγωνιστικό τους επίπεδο.
Στην τελευταία κατηγορία ανήκει ο Μασούρας. Προφανώς και δεν αποκτήθηκε για να πάρει φανέλα βασικού στο σπίτι του. Πιθανόν ο μόνος που θεωρούσε δεδομένα όσα έχει πετύχει ήδη ήταν ο ίδιος.
Ο ιδιαίτερα προσγειωμένος ως χαρακτήρας στην δημόσια εικόνα του, έχει πλεόνασμα ποδοσφαιρικής αυτοπεποίθησης.
Ο ίδιος πάντα πίστευε στον εαυτό του και ότι μπορεί να ανταπεξέλθει στο υψηλό επίπεδο του πρωταθλητισμού για το ελληνικό πρωτάθλημα. Ο ίδιος πάλι, είναι αυτός που κατανόησε το παραπάνω που έπρεπε να αποκτήσει ως ποδοσφαιριστής-αθλητής για να είναι έτοιμος σε επίπεδο ευρωπαϊκών διοργανώσεων. Αυτό το παραπάνω το κάνει η δουλειά. Η νοοτροπία και η φιλοσοφία του ανθρώπου διαμορφώνει και το επίπεδο της δουλειάς του.
Το ότι είναι βελτιωμένος σε βασικά στοιχεία του παιχνιδιού του, αποτελεί γεγονός, πλέον αναμφισβήτητο ακόμη και σε όσους αμφέβαλλαν σε καφανειακό επίπεδο «κράζοντας» στο άκουσμα της μεταγραφής τους.
Όσα προσφέρει υπηρετώντας το πλάνο του προπονητή του, είναι επίσης ξεκάθαρα. Τόσο τα μετρήσιμα βάσει αριθμών στην επίθεση (γκολ-ασίστ), όσο και αυτά που μετρούν μόνο στο προπονητικό επιτελείο και έχουν να κάνουν με την άμυνα, τα τρεξίματα, τις αλλοιώσεις και αναχαιτίσεις επιθέσεων και πολλές ακόμη τακτικές λεπτομέρειες που συνθέτουν το γενικό πλάνο παιχνιδιού μιας ομάδας.