Το θεμελιώδες στοιχείο είναι ότι κάθε σύλλογος θα μπορεί να χρησιμοποιεί έως το 70% των εσόδων του για μεταγραφές, μισθούς και προμήθειες μάνατζερ, ενώ αντίθετα δεν θα υπάρχουν πλέον περιορισμοί για άλλα έξοδα. Παράλληλα, το ύψος των επιτρεπόμενων ζημιών θα διπλασιαστεί, από τα 30 στα 60 εκατ. ευρώ την τριετία.
Οπως εξήγησε ο Τσέφεριν, ο νέος κανονισμός θα ισχύει μεν από τον Ιούνιο του 2022, αλλά η πλήρης εφαρμογή του μετατίθεται για την αγωνιστική περίοδο 2025-26, προκειμένου να μην πληγούν τα ισχύοντα συμβόλαια των ποδοσφαιριστών. Ετσι, για την περίοδο 2023-24 το όριο θα ανέρχεται στο 90% των εσόδων και για τη σεζόν 2024-25 στο 80%, πριν πέσει στο οριστικό 70% την αγωνιστική περίοδο 205-26.
Το Financial Fair Play τέθηκε σε εφαρμογή το 2010 και ο πρόεδρος της UEFA τόνισε ότι εξυπηρέτησε τον αρχικό του σκοπό. «Βοήθησε τα τραβηχτούν τα οικονομικά του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου από το χείλος του γκρεμού και έφερε επανάσταση στον τρόπο με τον οποίο διοικούνται οι ευρωπαϊκοί σύλλογοι», τόνισε ο Τσέφεριν και συμπλήρωσε: «Ομως, η εξέλιξη της ποδοσφαιρικής βιομηχανίας, μαζί με τις αναπόφευκτες οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας, κατέδειξαν την ανάγκη μίας ολιστικής μεταρρύθμισης και νέων κανονισμών οικονομικής βιωσιμότητας».
Σε ό,τι αφορά τις ποινές για τους συλλόγους που θα παραβιάζουν τον νέο κανονισμό, προβλέπεται από απαγόρευση μεταγραφών και περιορισμό δανεισμών, μέχρι «υποβιβασμό» σε κατώτερη ευρωπαϊκή διοργάνωση ή αφαίρεση βαθμών από τα μίνι πρωταθλήματα, τα οποία θα αντικαταστήσουν από το 2024 τη φάση των ομίλων στις διασυλλογικές διοργανώσεις της UEFA.