Ο Νίκος Λινάρδος μιλώντας στην επίσημη ιστοσελίδα του Συνδέσμου Ελλήνων Προπονητών Καλαθοσφαίρισης αναλύει τις προημιτελικές σειρές της Ευρωλίγκα ανάμεσα στον Παναθηναϊκό και την Μπαρτσελόνα, αλλά και του Ολυμπιακού με τη Σιένα.
Για τη σειρά του Παναθηναϊκού με τη Μπαρτσελόνα, ο πολύπειρος τεχνικός επεσήμανε: “Ακόμα και οι πιο αισιόδοξοι οπαδοί του Παναθηναϊκού, θεώρησαν πως η ομάδα τους δεν θα έχει τύχη απέναντι στη Μπαρτσελόνα, η έδρας της οποίας φάνταζε δύσκολη και απόρθητη. Ωστόσο, η νίκη του μέσα στη Βαρκελώνη, που έσπασε την αντίπαλη έδρα, αποδεικνύει ότι αυτή η ομάδα είναι χτισμένη να παλεύει τα παιχνίδια μέχρι και το τελευταίο δευτερόλεπτο.
Ο Παναθηναϊκός παρουσιάστηκε πολύ έτοιμος στη Βαρκελώνη. Το γεγονός ότι κέρδισε το δεύτερο ματς μέσα στην Ισπανία τόνωσε την ψυχολογία των παικτών του και απέδειξε ότι η Μπαρτσελόνα δεν είναι αχτύπητη ακόμα και μέσα στην έδρα της. Έπαιξε πολύ καλή άμυνα στην περιφέρεια, περιόρισε τα βασικά της ατού, όπως τον Ναβάρο, τον Άντερσον και τον Λάκοβιτς, ενώ οδήγησε την Μπαρτσελόνα στο δικό του ρυθμό. Δεν την άφησε να τρέξει και ήταν πολύ δυνατός στις μάχες κοντά στα καλάθια.
Η νίκη στο 2ο παιχνίδι ήρθε χάρη στην επιπλέον πάρα πολύ καλή απόδοσή του Σάτο που στο πρώτο δεν ήταν καλός. Νομίζω ότι δικαίως έφτασε στη νίκη, αφού και το πρώτο ματς κρίθηκε στις λεπτομέρειες και ίσως και σε κάποια σφυρίγματα υπέρ της Μπαρτσελόνα λόγω έδρας. Το 1-1 δεν σημαίνει πως ο Παναθηναϊκός έχει προκριθεί στο Φάιναλ Φορ και το γνωρίζουν όλοι.
Θέλει πολύ μεγάλη προσοχή ειδικά το τρίτο παιχνίδι, γιατί η Μπαρτσελόνα θα έρθει σίγουρα πολύ καλά προετοιμασμένη και ασφαλώς αν ο Παναθηναίκός μπορέσει με τη συμπαράσταση του κόσμου του να κάνει το 2-1, τότε θα μιλάμε πως θα έχει όντως ένα πολύ σοβαρό προβάδισμα πρόκρισης. Απαιτείται πάθος στην άμυνα, καθαρό μυαλό στην επίθεση και βοήθεια από κάποιους παίκτες του πάγκου (πχ. Καλάθης, Τέπιτς, Καϊμακόγλου κ.ά.).
Ο Παναθηναϊκός θα χρησιμοποιήσει ως οδηγό την τακτική από τα δύο πρώτα παιχνίδια. Θα προσπαθήσει να πιέσει και τον Ρούμπιο και τον Λάκοβιτς, οι οποίοι κινούν γενικά την ισπανική ομάδα τόσο στον αιφνιδιασμό, όσο και σε οργανωμένες επιθέσεις. Θα πρέπει να παίξει υποδειγματική άμυνα πάνω στο Ναβάρο (όποιος κατά περίσταση μαρκάρει τον Ισπανό σκόρερ) και οι ψηλοί του παίκτες, θα πρέπει να κάνουν σωστή διαχείριση των φάουλ απέναντι σε δυνατή και άκρως επικίνδυνη φροντ λάιν (Βάσκεθ, Εν’Ντονγκ, Λόρμπεκ).
Τέλος, σημαντικό ρόλο θα παίξει η απόδοση των παικτών που καλύπτουν την θέση “4” στον ΠΑΟ (Φώτσης, Τσαρτσαρής, Μπατίστ) τόσο στο σκοράρισμα, όσο και στην καλή άμυνα. Και πάνω απ’ όλα να ελεγχθούν τα αμυντικά ριμπάουντ, καθώς δεν θα πρέπει να δοθούν δεύτερες επιθέσεις στη Μπαρτσελόνα”.
Όσον αφορά την άκρως αμφίρροπη “μονομαχία” του Ολυμπιακού με τη Σιένα, ο Νίκος Λινάρδος τόνισε: “Σίγουρα πολλοί τόσο άνθρωποι που ασχολούνται με το μπάσκετ, όσο και απλοί φίλαθλοι, αναρωτήθηκαν πως ο Ολυμπιακός μετά από μίας ευρείας έκτασης νίκη απέναντι στη Σιένα στο πρώτο παιχνίδι, δεν κατάφερε να κάνει το 2-0 μέσα στο ΣΕΦ και τώρα καλείται να σπάσει το πλεονέκτημα έδρας που έχει αποκτήσει πλέον η ιταλική ομάδα. Απαντώντας σε αυτό το ερώτημα, θα πρέπει να πούμε ότι ο Ολυμπιακός λειτούργησε πολύ ομαδικά στην επίθεση και πολύ αποφασιστικά στην άμυνα στο πρώτο παιχνίδι.
Αιφνιδίασε θα έλεγα τη Σιένα, η οποία παρουσιάστηκε ειδικά στην αρχή του παιχνιδιού, τραγικά άστοχη, με συνέπεια να μην γίνει ένα παιχνίδι πόντο με πόντο, αλλά ένας υγιεινός περίπατος από το ξεκίνημα. Η μεγάλη διαφορά που έχτισε ο Ολυμπιακός από τα πρώτα λεπτά του αγώνα, δεν έδωσε καμία ευκαιρία στη Σιένα να μπει καν στο παιχνίδι.
Από εκεί και πέρα, στο ξεκίνημα του δεύτερου ματς αντιστράφηκαν λίγο οι ρόλοι. Η Σιένα μπήκε μέσα στον αγώνα με σκοπό να παίξει τη γνωστή σκληρή άμυνα που τη διακρίνει σαν βασικό της συστατικό στη μέχρι στιγμής πορεία της στην Ευρωλίγκα (καλύτερη άμυνα από τις ομάδες που έχουν φτάσει μέχρι εδώ), σταμάτησε τα ντράιβ του Σπανούλη και του Παπαλουκά, όπως και την εύκολη μεταβίβαση της μπάλας μέσα από καταστάσεις σκριν, με αποδέκτες τους ψηλούς, Μπουρούση, Νεστέροβιτς, ακολουθώντας μία πάρα πολύ επιθετική άμυνα στο ξεκίνημα.
Από την άλλη μεριά, παρότι έλειπε ουσιαστικά ο Μακ Κάλεμπ (έπαιξε ελάχιστα), πήρε μεγάλη βοήθεια στον επιθετικό τομέα από τον Αμερικανό Χέρστον, τον Καουκένας και τον Ράκοβιτς. Αυτή η τριπλέτα σκόραρε αρκετά στα πρώτα λεπτά και με δεδομένη εν συνεχεία την αλλαγή άμυνας της Σιένα σε κάποιες ζώνες με προσαρμογή πάνω στη μπάλα και στα κοψίματα των ψηλών του Ολυμπιακού, κρατούσε συνεχώς την πρωτοπορία.
Στο δεύτερο ημίχρονο, ο Ολυμπιακός δεν μπόρεσε να βρει επιθετικές λύσεις, είχε χαμηλά ποσοστά στα σουτ τριών πόντων και με δεδομένη την όχι και τόσο καλή επιθετική μέρα του Σπανούλη, ήρθε να προστεθεί και η απουσία του Τεόντοσιτς, (το μακρινό του σουτ πολλές φορές θα μπορούσε να δώσει κάποιες λύσεις), οδηγώντας τον Ολυμπιακό να κυνηγάει πάντα το σκορ. Στο τέλος του παιχνιδιού, εκεί που χρειάστηκε η εμπειρία, η Σιένα ευτύχισε να έχει σε καλή μέρα τον “δικό” μας, Νίκο Ζήση.
Επ’ ουδενί δεν πρέπει να θεωρηθεί πως ο Ολυμπιακός έχει χάσει τις ελπίδες πρόκρισής του στο Φάιναλ Φορ και το τρίτο παιχνίδι θα κρίνει πάρα πολλά. Όλη η ομάδα του Ολυμπιακού γνωρίζει ότι θα πρέπει στο ξεκίνημα του αυριανού αγώνα να μπει με αποφασιστικότητα, να κυνηγήσει όλες τις κατοχές, να μην κάνει λάθη, να παίξει άμυνα επαφής στα όρια του φάουλ μέσα στο καλάθι και να μην επηρεαστεί από το ρυθμό των Ιταλών. Πάνω απ’ όλα, χρειάζεται οι παίκτες που θα έρθουν από τον πάγκο να είναι έτοιμοι γιατί ακόμα και η ολιγόλεπτη χρονική συμμετοχή του καθενός θα παίξει πολύ μεγάλο ρόλο.
Παράλληλα, ο Ολυμπιακός δεν θα πρέπει να αφήσει τη Σιένα να τρέξει στον αιφνιδιασμό, πράγμα το οποίο θα προσπαθήσουν να το κάνουν οι Ιταλοί μέσα από τη σκληρή τους άμυνα και θα πρέπει επίσης να έχει μία σχετική ισορροπία στις επιθετικές του επιλογές (παιχνίδι ψηλών και κοντών). Τόσο ο Ολυμπιακός, όσο και η Σιένα γνωρίζουν πολύ καλά ότι ο Σπανούλης, ο Παπαλουκάς κι αν δώσει τελικά το παρών ο Τεόντοσιτς, θα πρέπει να παίξουν σφιχτή επιθετική άμυνα απέναντι στον Ζήση, στον Καουκένας και προφανώς στον Μακ Κάλεμπ, ο οποίος θα έχει κερδίσει κάποιες μέρες προπόνησης. Η περιφερειακή άμυνα, εκατέρωθεν θα κρίνει πολλά”.