Μετά από 29 συναπτά έτη στα φάιναλ φορ διαλέξαμε ένα διαφορετικό τρόπο να γράψουμε μερικές άγνωστες ή λιγότερο γνωστές ιστορίες τους.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Μετά από 29 συναπτά έτη σε Final Four, διαλέξαμε ένα διαφορετικό τρόπο να γράψουμε μερικές άγνωστες ή λιγότερο γνωστές ιστορίες τους. Και ανατρέξαμε σε… βοήθεια στην τέχνη του κινηματογράφου και της μουσικής για να παραλληλίσουμε αυτές τις μπασκετικές ιστορίες. Καθίστε αναπαυτικά και ακολουθείστε μας στο ταξίδι μέσα στο χρόνο… Στο σημερινό πρώτο μέρος από τη Γάνδη του 1988 μέχρι την Αθήνα του 1993 και από τις ταινίες τρόμου της δεκαετίας του ’30 μέχρι το σκληρό ροκ των Manowar.
Γάνδη (1988)- The Black Cat (1934)
Το 1934 δύο μετρ της πρώτης εποχής των κινηματογραφικών ταινιών τρόμου συνεργάστηκαν στην αριστουργηματική ταινία The Black Cat. Ο Μπέλα Λουγκόζι και ο Μπόρις Καρλόφ. Στο έργο ο Λούγκοζι, στο ρόλο ενός Ούγγρου ψυχιάτρου σκοτώνει τη μαύρη γάτα του φίλου του ενός Αυστριακού ψυχοπαθή αρχιτέκτονα (στο ρόλο ο Μπέλα Λουγκόζι) επειδή φοβάται ότι θα του φέρει γρουσουζιά. Στο τέλος του έργου ο Λουγκόζι δεν έχει αφήσει ζωντανό κανένα!
Μισό αιώνα και βάλε η μαύρη γάτα που από εκείνη την ταινία και μετά έγινε στερεοτυπικά συνώνυμο της κακοτυχίας και της γρουσουζιάς στέκεται πάνω από το κεφάλι του προληπτικού Γιάννη Ιωαννίδη που έχει οδηγήσει τον Άρη στο πρώτο φάιναλ φορ της σύγχρονης ιστορίας. Ο “ξανθός” έχει απομονώσει τους παίκτες σε ένα ειδυλλιακό πανδοχείο στα περίχωρα της Γάνδης όπου απαγορεύεται η πρόσβαση σε οποιονδήποτε…. θνητό. Όχι όμως και στην πανταχού παρούσα μαύρη γάτα που είναι εκεί όλες τις μέρες γιατί απλούστατα αποτελεί μέρος του “οικόσημου” του ξενοδοχείου και είναι σε μια προτομή πάνω από την είσοδό του. Ο Ιωαννίδης αντιλαμβάνεται πολύ αργά τι υπήρχε πάνω από το…. κεφάλι του για τέσσερις μέρες. Ο Άρης έχει αποκλειστεί στον ημιτελικό από τη μετέπειτα πρωταθλήτρια Τρέισερ Μιλάνο του Μπομπ Μακ Αντού.
Μόναχο (1989)- Fight Club (1999)
Το 1999 ο Μπραντ Πιτ πρωταγωνιστεί σε μια ταινία που βάζει σε άλλη διάσταση την αντρική εκτόνωση. Τα απανταχού θύματα της καθημερινής ρουτίνας βρίσκουν διέξοδο με αγώνες μποξ με γυμνά χέρια και χωρίς όρους, αθλητική ηθική και λογική. Απλά για εκτόνωση. Το προϊόν της υπέροχης νουβέλας του Τσακ Πόλανικ θα μείνει στην ιστορία του κινηματογράφου αρχικά ως μια αμφιλεγόμενη ταινία και στην πορεία ως ένα cult αριστούργημα.
Δέκα χρόνια νωρίτερα στο Ολίμπια Χάλε του Μονάχου ο Άρης κρατάει την ευκαιρία να περάσει στον τελικό στα χέρια, έχει βάλει στη γωνία και σφυροκοπεί τη Μακάμπι. Στο σημείο αυτό ο Γιαννάκης χάνει την ψυχραιμία του, απαντάει στην προβοκάτσια του Κέβιν Μαγκί, έρχεται στα χέρια μαζί του και ο ημιτελικός αλλάζει ρότα. Η διακοπή έχει ευεργετικά αποτελέσματα για την ομάδα του Σβι Σερφ που ανατρέπει την κατάσταση και αφήνει τον Άρη εκτός τελικού. Την ώρα που τα τρομερά παιδιά από το Σπλιτ (aka Γιουγκοπλάστικα) κερδίζουν την Μακάμπι και ανεβαίνουν στο βάθρο των πρωταθλητών Ευρώπης ο Ιωαννίδης ανάβει το 10ο τσιγάρο του τελικού στην εξέδρα και μονολογεί: “Ας είχε δικαίωμα συμμετοχής ο Μίσκο (Μισούνοφ) και θα σας έλεγα εγώ ποιος θα έριχνε τις περισσότερες“. Δράμα ή κωμωδία; Τις ημέρες πριν από το φάιναλ φορ ο Ιωαννίδης προβλέποντας ένα φυσικό και άγριο ημιτελικό με τη Μακάμπι έκανε μυστικές προπονήσεις στο δάσος του Σέιχ Σου όπου στους παίκτες έκανε μαθήματα αυτοάμυνας και αυτοσυγκέντρωσης ένας καθηγητής πολεμικών τεχνών. Αν το Fight Club είχε βγει δέκα χρόνια νωρίτερα ίσως ο Άρης να έπαιζε σε ένα τελικό φάιναλ φορ…
Σαραγόσα (1990)- The man who would be king (1975)
Στην ταινία του 1975, βασισμένη στη νουβέλα του Κίπλινγκ, δύο τυχοδιώκτες αναζητούν την περιπέτεια στη Βρετανική Ινδία και καταλήγουν να γίνουν βασιλιάδες του Καφιριστάν. Όχι πάντως για πολύ. Η ταινία τελειώνει τραγικά για τους τυχοδιώκτες και το τελευταίο πλάνο είναι ότι απέμεινε από το αποκεφαλισμένο σώμα του ενός από αυτούς (Σον Κόνερι). Κάπως έτσι τελείωσε 15 χρόνια αργότερα η μεγάλη περιπέτεια του Άρη στα φάιναλ φορ. Με πίκρα και δάκρυα στη Σαραγόσα για το τρίτο χαμένο φάιναλ φορ και το τέλος της μεγάλης αυτοκρατορίας.
Η ομάδα που θα μπορούσε να γίνει βασιλιάς έφυγε ηττημένη από τρίτο φάιναλ φορ καταθέτοντας τις ελπίδες της σε ένα άνισο ημιτελικό με τη Μπαρτσελόνα. Οι αληθινοί βασιλιάδες είναι και πάλι τα τρομερά πιτσιρίκια από το Σπλιτ που παίρνουν δεύτερο στη σειρά τίτλο πρωταθλητή και κάνουν την Ευρώπη να υποκλιθεί στο διάβα τους.
Παρίσι (1991)-The last waltz (1976)
Δεκαπέντε συναπτά χρόνια πριν το πρώτο ραντεβού του μπάσκετ στο παλέ ντε Μπερσί η μπάντα με το απλούστερο όνομα στην ιστορία του ροκ (The Band) έλεγε αντίο στους φίλους της με μια ντελιριακή τελευταία συναυλία στο Σαν Φραντσίσκο. Επί σκηνής παρέλασε η αφρόκρεμα της μουσικής για να πουν αντίο στους The Band: Ερικ Κλάπτον, Μπομπ Ντίλαν, Νιλ Γιάνγκ, Ρίνγκο Σταρ ήταν μόνο μερικοί από τους λαμπερούς προσκεκλημένους του πάρτι που κινηματογράφησε ο Μάρτιν Σκορτσέζε για να μας προσφέρει την πιθανώς καλύτερη μουσική ταινία όλων των εποχών δύο χρόνια αργότερα.
Κάπως έτσι την άνοιξη του 1990 ο Τόνι Κούκοτς και η παρέα του ή ότι είχε απομείνει από αυτή φορώντας τα κίτρινα της θρυλικής Γιουγκοπλάστικα έδωσαν το αποχαιρετιστήριο πάρτι τους στο Παρίσι και κίνησαν για άλλες πολιτείες. Η Ευρώπη υποκλίθηκε για Τρίτη φορά στα τρομερά παιδιά του Σπλιτ που έκαναν το 3-peat. Εντάξει ο Ζέλικο Παβλίσεβιτς που καθόταν στον πάγκο δεν είναι ακριβώς ο… Σκορτσέζε του μπάσκετ αλλά είχε πίσω ένα προπονητικό supporting cast πολλών αστέρων για να ολοκληρώσει τη…σκηνοθεσία. Πίσω από τον πάγκο της Γιουγκοπλάστικα (για την ιστορία λεγόταν πλέον ΠΟΠ’84) καθόταν όλο το κονκλάβιο του Σέρβικου προπονητικού λόμπι με επικεφαλής τον αείμνηστο προφέσορα Αλεξάντερ Νίκολιτς. Και πώς να χάσεις μετά…
Κωνσταντινούπολη (1992)-Ο καιρός των τσιγγάνων (1988)
Τρία χρόνια πριν το ετήσιο ραντεβού των κορυφαίων της Ευρώπης μεταφερθεί στις ακτές του Βοσπόρου ο Εμίρ Κουστουρίτσα σκηνοθετούσε το απόλυτο Βαλκανικό έπος χρησιμοποιώντας ελάχιστους επαγγελματίες ηθοποιούς και πολλούς τσιγγάνους για τις ανάγκες της ταινίας. Ο μύθος λέει ότι ο Κουστουρίτσα γύρισε το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας χωρίς σενάριο και αυτοσχεδιάζοντας. Τη μουσική της ταινίας απογείωσαν οι μπάντες κρουστών του Γκόραν Μπρέγκοβιτς.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς ακολούθησε το παράδειγμα του (και καλού του φίλου) σκηνοθέτη στο κυνήγι του απόλυτου μπασκετικού Ελντοράντο. Η Παρτίζαν ξεκίνησε τη χρονιά χωρίς έδρα, λόγω εμφυλίου, βρήκε στέγη στην Ισπανική πόλη Φουενλαμπράντα που την… υιοθέτησε και παίζοντας όλα τα παιχνίδια της χρονιάς εκτός έδρας έφτασε στο φάιναλ φορ. Εκεί αποκαθήλωσε πρώτα το μεγάλο φαβορί (Μιλάνο) του θηριώδη σέντερ, βασιλιά των καρφωμάτων Ντάριλ Ντόουκινς και πήρε τον τίτλο με ένα αξέχαστο μπάζερ μπίτερ τρίποντο του Σάσα Τζόρτζεβιτς. Ήταν η πρώτη μεγάλη έκπληξη σε τελικό της φιλικής σε εκπλήξεις και ανατροπές Κωνσταντινούπολης. ‘Όπως και ο Κουστουρίτσα ο Ομπράντοβιτς είχε δύο κανονικούς μπασκετμπολίστες (Τζόρτζεβιτς-Ντανίλοβιτς) και πολλούς… ερασιτέχνες για να ολοκληρώσει την τέλεια σκηνοθεσία. Σε ρόλο συμβούλου-άτυπου βοηθού σκηνοθέτη ο Ντούσαν Ιβκοβιτς που είχε πείσει τον καλό του φίλο να εγκαταλείψει το μπάσκετ και να γίνει προπονητής στην πιο “σοφή” υπόδειξη της μπασκετικής ζωής ενός “σοφού”. Δείτε ξανά το τρίποντο του Τζόρτζεβιτς με soundtrack τα κρουστά του Μπρέγκοβιτς. Αποκτά άλλη αξία μέσα στην ούτως ή άλλως διαχρονικότητα του.
Αθήνα (1993)- Hail and Kill (1988)
Για να περιγράψει κάποιος το μπάσκετ ή το αντι-μπάσκετ (καλύτερα) της Λιμόζ χρειάζονται hardcore καταστάσεις ή το σκληρό ροκ των Manowar και μερικοί από τους στίχους του Hail and Kill:
Power and dominion are taken by the will
By divine right hail and kill
hail and kill
(Hail, hail, hail and kill) hail and kill
My father was a wolf
I’m a kinsman of the slain
Sworn to rise again
I will bring salvation, punishment and pain
The hammer of hate is our faith
Ο Μπόζινταρ Μάλκοβιτς παρουσίασε στην Αθήνα όχι ακριβώς μια ομάδα μπάσκετ αλλά την απόλυτη αμυντική πολεμική μηχανή όλων των εποχών. Η Λιμόζ ήξερε να καταστρέφει τέλεια το παιχνίδι των αντιπάλων της, το έκανε όλη τη σεζόν με επιτυχία και το ολοκλήρωσε στο γήπεδο με το πλέον… ακατάλληλο όνομα (Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας). Για δύο βράδια την άνοιξη του 1993 το ΣΕΦ μετονομάστηκε σε Στάδιο Πολέμου και Ξύλου, η Ρεάλ βγήκε ματωμένη από την ημιτελικό και η Μπένετον σε ακόμη χειρότερη κατάσταση από τον τελικό. Η νίκη της Λιμόζ άλλαξε ρότα για πολλά χρόνια στο Ευρωπαϊκό μπάσκετ που θεοποίησε την καταστροφική άμυνα ως μοναδικό μέσο για τη νίκη. Αλλά ο Μάλκοβιτς και οι “ξυλοκόποι” του έδωσαν στους αντιπάλους τους αυτό που τραγουδούσαν μερικά χρόνια νωρίτερα οι Manowar: Λύτρωση, τιμωρία και πόνο. Το σφυρί του μίσους είναι η μοίρα σου…
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ