Ο Ντούσαν Σάκοτα τόνισε πως η περιπέτεια της υγείας του ήταν μια τραγική ιστορία, η οποία είχε όμως ένα ευχάριστο τέλος.

Ο Ντούσαν Σάκοτα τόνισε πως η περιπέτεια της υγείας του ήταν μια τραγική ιστορία, η οποία είχε όμως ένα ευχάριστο τέλος. Ο αρχηγός της ΑΕΚ μίλησε για τους στόχους της εφετινής σεζόν σε Ελλάδα και Ευρώπη, καθώς επίσης και στην έως τώρα καριέρα του. Ο Σάκοτα μίλησε στο «sportsrabbi.com». Αναλυτικά δήλωσε:

Για το αν νιώθει Έλληνας: «Σίγουρα. Είμαι Σέρβος, αλλά ως παίκτης ωρίμασα εδώ και εδώ είναι που παίζω από τότε που ξεκίνησα την καριέρα μου. Τα πιο σημαντικά πράγματα που έχω κάνει στην καριέρα μου είναι για την Ελλάδα και το ελληνικό μπάσκετ. Έτσι, μπορείτε να με λέτε Έλληνα». 

Για τις αναμνήσεις του από τη Σερβία: «Φυσικά και έχω. Μετακόμισα με την οικογένειά μου το 1991, όταν ήμουν 5 ετών. Ο πόλεμος στην Γιουγκοσλαβία είχε ξεσπάσει και ήταν δύσκολο για όλους εμάς, αλλά έπρεπε να το κάνουμε λόγω της οικογένειάς μας. Όποτε βρίσκω ελεύθερο χρόνο πηγαίνω πάντα στο Βελιγράδι, έτσι έχω μια ανάμνηση και μια καλή σχέση με την χώρα που γεννήθηκα». 

Για το πώς επηρέασε την οικογένειά του ο πόλεμος: «Προφανώς διαμορφώθηκε και η καριέρα μας, αρχής γενομένης από αυτή του πατέρα μου. Αυτός ήταν και ο λόγος που ο πατέρας μου μετέφερε όλη την οικογένεια, καθώς το μπάσκετ είχε αναπτυχθεί σε μεγάλο βαθμό. Οι ομάδες από την Γιουγκοσλαβία κυριαρχούσαν στην Ευρώπη είτε ήταν η Γιουγκοπλάσιγκα, είτε ήταν η Παρτιζάν και από το ξεκίνημα της δεκαετίας του ’90 είχαν κατακτήσει ήδη 4 ευρωπαϊκά τρόπαια. Ήταν κάτι σπουδαίο. Έτσι, ο μόνος λόγος που μετακομίσαμε ήταν για λόγους που δεν έχουν σχέση με το μπάσκετ. Και αυτό είχε εξαιρετικό αποτέλεσμα, καθώς ο πατέρας μου έκανε μια αξιοσέβαστη καριέρα ως προπονητής στην Ελλάδα. Παράλληλα με την καριέρα του, το ελληνικό μπάσκετ αναπτύχθηκε στη δεκαετία του ’90 και άρχισα να παίζω σε επαγγελματικό επίπεδο από το 2003, ώστε να διαμορφώσω την καριέρα και τον τρόπο ζωής μου. Δεν είναι ποτέ εύκολο να πάρεις μια τέτοια απόφαση, αλλά αυτό ήταν για την οικογένεια». 

Για τους δύο τίτλους με την ΑΕΚ το 2018: «Ήταν σουρεαλιστικό! Ήταν σαν όνειρο. Αγωνίστηκα τόσο σκληρά γι’ αυτό. Ας πάμε λίγο πίσω, όμως, το 2007, όταν κατακτήσαμε την Euroleague με τον Παναθηναϊκό ήμουν στο ίδιο γήπεδο και το συναίσθημα ήταν έντονο. Για αυτό που συνέβη, 11 χρόνια μετά μπροστά σε 20.000 κόσμο, το να είσαι αρχηγός και να σηκώνεις το τρόπαιο, αλλά και να παίζεις μεγάλο ρόλο στην επιτυχία, ήταν μια θάλασσα συναισθημάτων. Η ομάδα το άξιζε, είχε δουλέψει πολύ σκληρά. Για να φτάσουμε σε ένα τόσο μεγάλο επίτευγμα, πολλοί είναι αυτοί που δεν καταλαβαίνουν τις δυσκολίες που υπήρχαν. Υπήρχαν ομάδες επιπέδου Euroleague, όπως η Μονακό που δεν κέρδισε το τρόπαιο, ή η Μπεσίκτας που δεν έφτασε στο Final Four και αυτό κάτι λέει για το επίπεδο δυσκολίας. Όταν ο πατέρας μου ήταν εκεί ως προπονητής, όλα έγιναν σαν ταινία για μένα. Κάθε φορά που ανατρέχω σε αυτές τις στιγμές μου δίνει την ίδια ευχαρίστηση και το ίδιο κίνητρο να θέλω να ξαναζήσω αυτή την εμπειρία». 

Για τον τραυματισμό στην Ιταλία που λίγο έλειψε να του στοιχίσει και τη ζωή του: «Ήταν μια τραγική ιστορία με ευχάριστο τέλος. Ήταν μια εμπειρία που, μπορεί να ακούγεται κλισέ, αλλά ό,τι δεν σε σκοτώνει σε κάνει πιο δυνατό. Και το συγκεκριμένο παράδειγμα είναι ακριβώς αυτό. Εννιά στις δέκα φορές δύσκολα θα τα κατάφερνε κάποιος. Όταν μου συνέβη αυτό ποτέ δεν τα παράτησα και άρχισα να σκέφτομαι την ζωή μου. Όταν τα κατάφερα και επέζησα, μετά από δύο μέρες σε κώμα και 50 μέρες στο νοσοκομείο, κοίταξα πίσω και είδα ότι δεν θα ξαναπαίξω μπάσκετ. Απλά, επικεντρώθηκα στην υγεία μου πρώτα και στην συνέχεια να ανακτήσω τα κιλά μου. Είχα τεράστια προβλήματα με το πεπτικό μου σύστημα και τα εμπλεκόμενα όργανα. Όταν όλα αυτά τελείωσαν, τότε άρχισα να σκέφτομαι να παίξω και πάλι μπάσκετ. Πηγαίνοντας βήμα βήμα αυτό με βοήθησε να βρω τον ρυθμό που είχα ως παίκτης, που σημαίνει να επανακτήσω την ρουτίνα. Μέχρι σήμερα, πιστεύω ότι εάν δεν κρατούσα τη ρουτίνα με μια θετική ματιά, δεν θα επέστρεφα στο μπάσκετ. Ποτέ δεν σκεφτόμουν παραπάνω τα πράγματα και έτσι ήμουν σε θέση να επιστρέψω και πάλι στα παρκέ».