Φτάνοντας λίγο πριν την απονομή των μεταλλίων στους τρεις μεγαλύτερους σουτέρ στην ιστορία της Ευρωλίγκας, θα συμφωνήσετε πως οι φιναλίστ δικαιούνται από ένα ξεχωριστό κεφάλαιο ο καθένας.

Φτάνοντας λίγο πριν την απονομή των μεταλλίων στους τρεις μεγαλύτερους σουτέρ στην ιστορία της Ευρωλίγκας, θα συμφωνήσετε πως οι φιναλίστ δικαιούνται από ένα ξεχωριστό κεφάλαιο ο καθένας.

Τους παρουσιάζουμε λοιπόν χρονολογικά, αφιερώνοντας το αποψινό πρώτο στον μοναδικό που δεν βρίσκεται εν ενεργεία.

Τρέιτζαν Λάνγκτον

Ομάδες: Μπενετόν, Εφές, ΤΣΣΚΑ

Αγώνες: 167

Τρίποντα: 339/794 (2/4,7)

Ποσοστό: 42,7%

Να είμαστε ειλικρινείς. Ήταν έκπληξη το γεγονός πως τον απολαύσαμε στην Ευρώπη. Τέτοιου επιπέδου σουτέρ, από τόσο σπουδαίο κολέγιο (Ντιουκ) και μάλιστα έπειτα από την επιλογή του στην “λοταρία” του ντραφτ (νο 11, το 1999), χρειαζόταν να… συνωμοτήσει το σύμπαν για να περάσει τον Ατλαντικό, τουλάχιστον τόσο νωρίς στην καριέρα του.

Οι συγκυρίες ωστόσο δεν ευνόησαν τον “Alaska Assassin”, όπως είναι το προσωνύμιο που κουβαλάει από τις ημέρες του στο Ντάρχαμ της Βόρειας Καρολίνας, να εκπληρώσει το όνειρό του. Τον διάλεξε μια ομάδα χωρίς αρχή, μέση και τέλος (Κλίβελαντ), σε μια εποχή που τα προσόντα του εκτιμούνταν λιγότερο από ποτέ.

Βρισκόμασταν βλέπετε στα τέλη του ‘90, όταν οι σουτέρ-δολοφόνοι, που δεν είχαν την δυνατότητα να δημιουργήσουν προσωπική φάση με την μπάλα στα χέρια, είχαν περάσει ουσιαστικά σε δεύτερο πλάνο. Όταν ξαναήρθαν στη μόδα λίγα χρόνια αργότερα, με τις αλλαγές στους κανονισμούς (αμυντικά τρία δευτερόλεπτα, ζώνη στην αδύνατη πλευρά, κλπ) και με την επανάσταση του “7 seconds or less” του Ντ’ Αντόνι και του Νας στους Φινιξ Σανς, τα πράγματα για τον Λάνγκτον είχαν ήδη πάρει το δρόμο τους στην Ευρώπη.

Με την κατάκτηση της δεύτερης Ευρωλίγκας μέσα σε τρεις σεζόν, φορώντας την φανέλα της ΤΣΣΚΑ το 2008 (τίτλος που συνδυάστηκε με την ανάδειξή του σε MVP του φάιναλ φορ), ο γεννημένος στην Καλιφόρνια, αλλά μεγαλωμένος στο Άνκορατζ της Αλάσκας, Αμερικανός γκαρντ, πέρασε αυτόματα στην ιστορία ως ένας από τους σπουδαιότερους σουτέρ που έχουν πατήσει το πατήσει το πόδι τους στα παρκέ της Ευρώπης.

Ο Λάνγκτον ήταν το απόλυτο “3 and D” πακέτο, που αποτελεί σημείο αναφοράς για την Ευρωλίγκα μέχρι και σήμερα. Ψυχρός εκτελεστής, με θαυμαστή συνέπεια, αλλά και ικανότητα να αναλαμβάνει δράση στα δύσκολα, χρειαζόταν μόλις ένα χιλιοστό του δευτερολέπτου για να σε κάνει να βλέπεις εφιάλτες. Την ίδια στιγμή ήταν λίρα εκατό και στην άλλη πλευρά του παρκέ. Είναι μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού οι σκόρερ του δικού του βεληνεκούς, που μπορούν να συγκριθούν σε αμυντική αφοσίωση κι αποτελεσματικότητα (ειδικά μακριά από την μπάλα) μαζί του.

Αν θέλουν οι νεότεροι να αντιληφθούν πόσο μεγάλος σουτέρ, αλλά και παίκτης γενικότερα, ήταν ο Τρέιτζαν Λάνγκτον, αρκεί να ανασύρουν από το αρχείο τον περίφημο τελικό του 2007 στην Αθήνα, ανάμεσα στον Παναθηναϊκό και την ΤΣΣΚΑ. Ο Ομπράντοβιτς είχε δώσει ρητή εντολή από την αρχή. “Ανεξάρτητα από την βασική μας αμυντική τακτική, τα σχήματα μας στο παρκέ και την διακύμανση του σκορ, υπάρχει ένα πράγμα που θα εφαρμόσουμε από το πρώτο δευτερόλεπτο μέχρι το τελευταίο: απέναντι στον Λάνγκτον και την κίνησή του πίσω από σκριν θα αμυνθούμε αποκλειστικά με αλλαγές (σ.σ. κλασική τακτική με στόχο να μην πάρουν καν τη μπάλα οι σουτέρ, ή στην χειρότερη να υποχρεωθούν να την πασάρουν αυτόματα)”.

Ο Παναθηναϊκός εφάρμοσε στην εντέλεια το σχέδιο του Ζοτς και του Ιτούδη μέχρι το 38.30’. Όταν προηγήθηκαν με οκτώ πόντους χάρη στο γκολ-φάουλ του Σισκάουσκας (87-79) οι “πράσινοι” ασυναίσθητα χαλάρωσαν και λίγο έλειψε να το πληρώσουν. Ο (εγκλωβισμένος μέχρι εκείνη την ώρα) Λάνγκτον πέτυχε δύο συνεχόμενα τρίποντα, μειώνοντας σε 87-85, 51 δευτερόλεπτα πριν από τη λήξη, με το δεύτερο εξ αυτών να πυροδοτεί την έκρηξη του Ζοτς. “Πόσες φορές πρέπει να πούμε ότι απέναντι σε αυτόν δεν υπάρχει τίποτα άλλο πέρα από άμυνα με αλλαγές”, ωρυόταν ο Σέρβος στον Μπατίστ, που είχε διστάσει μόλις για ένα κλάσμα να βγει επάνω του. Ένα κλάσμα όμως ισοδυναμούσε με… ελεύθερη βολή για τον “Εσκιμώο”.