Τι είδα στο Βόλο: Βόμβα μολότοφ μέσα στο γήπεδο, για περίπου 40 λεπτά οπαδούς να συγκρούονται, ακολούθως ο πρόεδρος του ΠΑΟΚ να εισέρχεται στο γήπεδο και να χαιρετάει σαν πολιτικός το κοινό του, τις αποστολές των ομάδων να μην φτάνουν σύμφωνα με το “πρωτόκολλο” στα αποδυτήρια, τους ποδοσφαιριστές να προσπαθούν να εκτονώσουν την κατάσταση βγαίνοντας μαζί στο γήπεδο (αλλά ουσιαστικά χειροκροτούσαν (και) αυτούς που είχαν μετατρέψει σε αρένα το Πανθεσσαλικό), στα επίσημα να γίνονται νέα επεισόδια (και) από ανθρώπους που ήταν διαπιστευμένοι, την υποκρισία της απόλυτης σιωπής υπό το πένθιμο παίξιμο της τρομπέτας κατά τη διάρκεια του ενός λεπτού σιγή στη μνήμη του Νάσου Κωνσταντίνου, από ανθρώπους που με τη συμπεριφορά τους θα μπορούσαν να είχαν οδηγήσει κάποιον άλλον σε ό,τι συνέβη στον άτυχο νεαρό.
Τι έμαθα: Υπήρχαν μαχαιρώματα, με τον ένα οπαδό να λέγεται ότι δέχτηκε περισσότερα από δέκα χτυπήματα, Σέρβοι που συμμετείχαν στα επεισόδια, περίπου 50 τραυματίες, “ξεβρακώματα” χωρίς να ξέρω ποια ήταν η συνέχεια.
Και αφού όλα αυτά ήταν, μάλλον, εντός των πλαισίων, ο αγώνας ξεκίνησε με καθυστέρηση στην έναρξή του. Πέραν της ανθρώπινης απώλειας, δηλαδή, δεν υπάρχει κανένας άλλος λόγος για να μη διεξαχθεί κάποιος αγώνας στην Ελλάδα. Ούτε καν, η παρουσία κόσμου στο περιβάλλοντα χώρο, καθώς ιδίως το τελευταίο δεκάλεπτο υπήρχαν οπαδοί του ΠΑΟΚ και της ΑΕΚ μέσα στο γήπεδο. Για να είμαι ειλικρινής, ακόμη και με νεκρό, δεν είμαι σίγουρος ότι δεν θα πραγματοποιούσαν τον αγώνα.
Τι κατάλαβα. Η κυβερνητική προσωρινή διοικούσα επιτροπή της ΕΠΟ είναι μία ακόμη αποτυχημένη για το ποδόσφαιρο διοίκηση. Εννοείται ότι το ανέκδοτο με τα αυτοκόλλητα πάνω στα εισιτήρια δεν ίσχυσε ούτε πριν εκτραχυνθεί η κατάσταση. Η αθλητική ηγεσία της κυβέρνησης συμβαδίζει απόλυτα με την γενικότερη εικόνα της. Ο υφυπουργός αθλητισμού να ενημερώνει λίγο πριν από τα μεσάνυχτα της Πέμπτης ότι ο τελικός δεν θα διεξαχθεί, λίγο πριν από τις 3 τα ξημερώματα της Παρασκευής και ο πρωθυπουργός αδιαφορώντας για τις παραβιάσεις του νόμου, να έχει αντίθετη άποψη.
Η ελληνική αστυνομία, ως μία δημόσια υπηρεσία, με τις απόλυτες παθογένειές της και με βασικό χαρακτηριστικό για τους ανθρώπους που την υπηρετούν την καταπάτηση της προσωπικότητάς τους (μιας και αν έχεις άποψη, δεν μπορεί να δουλεύεις στην ΕΛ.ΑΣ.), να μην μπορεί να προβλέψει τα απολύτως απαραίτητα: Υπάρχει μία αερογέφυρα που συνδέει τους οπαδούς των δύο ομάδων. Παντελής έλλειψη δυνάμεων. Επέμβασή της μετά από 40 λεπτά. Ακόμη και στα αποδυτήρια οι αποστολές δεν μπορούσαν να φτάσουν, καθώς υπήρχαν οπαδοί εξωτερικά στο πάνω διάζωμα και εκτόξευαν αντικείμενα.
Συμφωνούμε σε όλα αυτά. Σε ένα κράτος που καταρρέει, εξαίρεση θα αποτελούσε αν πήγαινε κάτι καλά. Όμως, ζητώ συγγνώμη, αλλά δεν μπορεί η σκέψη μου να περιοριστεί σε αυτά τα δεδομένα. Πηγαίνω ένα βήμα πίσω και λέω ότι αν οι ομάδες δεν ήθελαν να διαθέτουν τα εισιτήριά τους, σ’ αυτό το κοινό, δεν θα υπήρχε τίποτα απ’ όσα ζήσαμε στο Βόλο. Από τα 16 χιλιάδες εισιτήρια, οι δύο ομάδες διέθεσαν περίπου τα 13 στους οργανωμένους.
Τελικά ο Σωκράτης Κόκκαλης, αποδεικνύεται διαχρονικός: ”αυτούς τους οπαδούς έχουμε και ούτε μπορούμε, αλλά ούτε και θέλουμε να τους αλλάξουμε”. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Ούτε μπορούν, ούτε θέλουν οι πρόεδροι των ομάδων. Θέλουν τους “αντεροβγάλτες”, θέλουν τις συμμορίες, θέλουν να τους βάζουν στα αποδυτήρια, θέλουν να τους κάνουν συνομιλητές τους, θέλουν (να νομίζουν) ότι τους ελέγχουν.
Και θέλουν τα μέλη των ποδοσφαιρικών τμημάτων να τους ευχαριστούν, να τους αφιερώνουν τις επιτυχίες, την ώρα που δεν θα έπρεπε καν να τους κοιτάζουν. Και οι οργανωμένοι από την πλευρά τους, αποδέχονται με απόλυτη ικανοποίηση το ρόλο τους. Βρήκαν σκοπό στη ζωή τους, άνθρωποι με συμπλέγματα και μεγάλα ψυχολογικά προβλήματα, αναπτύσσουν την κοινωνικότητά τους, μόνο μέσα από τη μάζα, καθώς δεν έχουν δυνατότητα για κάτι άλλο, κάνουν “δουλειές” εντός και εκτός ποδοσφαίρου. Δεν ισοπεδώνω βέβαια τους συνδέσμους.
Προφανώς δεν είναι όλοι ίδιοι και προφανώς ακόμη και στους πιο σκληροπυρηνικούς, υπάρχουν και “κανονικοί”. Αν όμως, οι ίδιοι δεν μπορούν να καθαρίσουν τη βάση τους, είναι συνυπεύθυνοι. Όσο δεν μπορούν να καταλάβουν ότι άνθρωποι με μαχαίρια, ούτε καν στους δικούς τους “άγραφους νόμους” προσφέρουν κάτι, τότε αποτελεί μονόδρομο να εξαφανιστούν από τα γήπεδα και να κάνουν τα ραντεβού τους, ικανοποιώντας τα ζωώδη ένστικτά τους, σε κάποιο δάσος, σε κάποιο δρόμο ή όπου αλλού επιλέξουν.
Τι βλέπω μελλοντικά: Θα μπορούσα να γράψω πάρα πολλά, μα θα περιοριστώ σε δύο μαρτυρίες που δεν συνδέονται μεταξύ τους, αλλά λειτουργούν συμπληρωματικά. Η πρώτη είναι ενός 11χρονου, η δεύτερη ενός οργανωμένου οπαδού, που πλέον βρίσκεται κοντά στα 50 του χρόνια και έχει παιδιά. Ο μικρός βρέθηκε στο Πανθεσσαλικό, φορώντας τη φανέλα της ομάδας του, με μεγάλη ανυπομονησία και χαρά που θα έβλεπε τον τελικό. Την ώρα των επεισοδίων έλεγε αγωνιωδώς στον πατέρα του, γεμάτος απορία, ένταση και στρες από όσα έβλεπε και καθώς έτσουζαν τα μάτια και ο λαιμός του, από τη χρήση χημικών, “πάμε να φύγουμε, πάμε να φύγουμε”.
O δεύτερος, 50άρης πια, με εικόνες σκληρές από τα χρόνια των οργανωμένων, συζητούσε μεταξύ άλλων “με κάνατε μετά από χρόνια να συνειδητοποιήσω ότι δεν θέλω να ξανασυμμετέχω εγώ και τα παιδιά μου σε αυτό το θέαμα… Το ποδόσφαιρο είναι αυτό που ζήσαμε στις ταβέρνες και μετά τραγούδι.. γεια σας, να είστε καλά, κάπου αλλού θα ξανασυναντηθούμε”.
Έρχονται οι τελικοί των κυπέλλων όλων των ευρωπαϊκών χωρών, που κάποιους εξ αυτών θα παρακολουθήσετε από τα κανάλια Novasports. Απευθυνόμενος κυρίως στους προέδρους, οι οποίοι θέλουν να πιστεύουν ότι δικές τους είναι οι ομάδες (ενώ δικές τους είναι οι ποδοσφαιρικές εταιρείες), θα τους πρότεινα να τους παρακολουθήσουν και να σκεφτούν αν πιστεύουν ότι αυτό που θα δουν, σε σχέση με αυτό που οι ίδιοι καθοδηγούν και λέγεται ποδόσφαιρο, έχει κάτι κοινό.