Για αρχή, εξηγήσεις προς αποφυγή παρεξηγήσεων. Όποιος θέλει να διαβάσει για διαιτησία, σταματάει εδώ. Υπάρχουν πολλά περισσότερα να πει κανείς για τον τέταρτο τελικό της Basketleague.

Ο πρωταρχικός παράγοντας που έκρινε την έκβαση του αγώνα ήταν η επιθυμία. Αν ο σκιτσογράφος του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας αναλάμβανε να γεμίσει με λέξεις τα συννεφάκια των σκέψεων των παικτών του Ολυμπιακού στο ξεκίνημα, έχω την εντύπωση ότι θα ήταν κάπως έτσι:

– “Τι έγινε τώρα; αυτοί δεν ήταν που κερδίσαμε πριν τρεις μέρες στο σπίτι τους;”
-“Αυτοί δεν υποτίθεται ότι είναι κατάκοποι, απογοητευμένοι, τραυματίες, ντεφορμέ;”
– “Από που την βρίσκουν τόση αποφασιστικότητα;”

Περνώντας όλο το πρώτο ημίχρονο μεταξύ σοκ, διαρκώς αυξανόμενης νευρικότητας, οι ερυθρόλευκοι δεν θύμιζαν σε τίποτα την ομάδα των δύο προηγούμενων αγώνων. Το γλυκό έδεσε όταν στη συνταγή προστέθηκε ένα ως τώρα άγνωστο συστατικό στους τελικούς: ο Βλάντο Γιάνκοβιτς μπήκε στο παρκέ σαν έτοιμος από καιρό και έβαλε μαζεμένους τους πόντους του…Μπράμος. Το κοντέρ στο πρώτο ημίχρονο έγραψε 43 για τον Παναθηναϊκό – κάπου εκεί είναι το επιθετικό του ταβάνι.

Οι έχοντες ασθενή μνήμη θα πουν ότι είναι κατόρθωμα του Ολυμπιακού να δεχτεί τόσους πόντους από έναν αντίπαλο με σαφή επιθετικά μειονεκτήματα. Θυμηθείτε το βράδυ της 21ης Απριλίου, το 3ο παιχνίδι μεταξύ Παναθηναϊκού και ΤΣΣΚΑ. Οι πράσινοι, προερχόμενοι από δύο σερί ήττες στη Μόσχα, βάζουν 41 πόντους στους Ρώσους στο ημίχρονο και προηγούνται 41-35. Στο υπόλοιπο του αγώνα προσθέτουν μόλις 24, αλλά δέχονται άλλους τόσους και κερδίζουν 65-59.

Πόσους πόντους πέτυχε ο Παναθηναϊκός στο δεύτερο ημίχρονο; Όλως περιέργως, 24. Δέχτηκε 35. Έχοντας οικοδομήσει διαφορά 13 στο ημίχρονο, άντεξε. Σύμπτωση; ναι, καλά.

Επιθυμία λοιπόν. Ας με συγχωρήσει ο συμπαθής Λουκάς Μαυροκεφαλίδης, αλλά αυτή συμπυκνώνεται στους δικούς τους πανηγυρισμούς μετά τα επιθετικά ριμπάουντ και τα καλάθια – μαχαιριές που πετύχαινε στο τρίτο δεκάλεπτο. Ο σέντερ του Παναθηναϊκού, που ώρες-ώρες σου θυμίζει παίκτη χωρίς…σφυγμό, ήταν ο δείκτης πάθους όλης της ομάδας.

Οι πράσινοι κλυδωνίστηκαν για τα καλά όταν ο Ματ Λοτζέσκι έβαλε δύο σερί τρίποντα και έστειλε τη διαφορά στους 6, όμως εκεί ανέλαβε να σώσει την παρτίδα ο “υπέροχος κόσμος”. Μπαράζ από κροτίδες και βεγγαλικά και το τάιμ-άουτ που είχε καλέσει ο Φραγκίσκος Αλβέρτης γίνεται ξαφνικά τρίλεπτης διάρκειας. Χαίρεται μομέντουμ, τρίποντο Διαμαντίδης, τρίποντο Φώτσης, ξανά -12.

Με τον Σπανούλη να συναντά ξανά τον εφιάλτη του Γκιστ και να μην ευστοχεί εντός παιδιάς, τον Μάντζαρη εκτός παιχνιδιού λόγω φάουλ, τον Κόλινς μέτριο και μόνο τον Σλούκα από τους περιφερειακούς  σε υποφερτή ημέρα, ο Δημήτρης Διαμαντίδης αλώνισε. Ο αθεόφοβος έπαιξε πάλι 37 λεπτά (!), αφού ο Αλβέρτης απέσυρε την εμπιστοσύνη του στον Ράιτ (00:58). Είχε 6 ασίστ για 5 λάθη, 13 οικονομικούς πόντους, 1 κλέψιμο, 3 κερδισμένα φάουλ, αλλά κυρίως ήταν αυτός που είχε τον τρόπο να τροφοδοτήσει με ασφάλεια το θηρίο Λάσμε.

Όπως ακριβώς και στο τρίτο παιχνίδι του Ο.Α.Κ.Α, η εξέλιξη δεν προϊδέαζε για ντέρμπι, αλλά τέτοιο έγινε ως το φινάλε. Ο Παναθηναϊκός του κλειστού rotation κόντεψε να χάσει δικό του παιχνίδι μέσα από τα χέρια του ένεκα της κούρασης του Διαμαντίδη, όμως άντεξε μέχρι το περιπετειώδες τέλος.

Στο τέλος της βραδιάς, ο Αλβέρτης αποθέωνε την ψυχή της ομάδας του και μοίραζε ευχαριστώ σε αυτούς που πρόσφεραν στην ομάδα του το κατευόδιο που χρειαζόταν. Υποψιάζομαι ότι στην πλειονότητα τους, ήταν αυτοί που χειροκρότησαν την ομάδα που έχασε στο τρίτο ματς.

Ο Γιώργος Μπαρτζώκας εξαπέλυσε μύδρους κατά της διαιτησίας, μίλησε για πρωτόγνωρα πράγματα, δεν παρέλειψε να αναφέρει τη νευρικότητα και τη βιασύνη της ομάδας του, δεν κατάφερε επίσης να κρύψει τον εκνευρισμό του. Ομολογώ ότι η έκδοση των τελικών του προπονητή του Ολυμπιακού με ξενίζει ελαφρώς: προτιμώ την cool, ελαφρώς αγέρωχη βερσιόν, αυτή που μεταδίδει ηρεμία σε χέρια που τρέμουν. “Εύκολο να το λες απ΄ έξω”, θα μου πείτε, “ειδικά όταν μιλάμε για τους τελικούς”. Μπορεί να είναι κι έτσι. Όμως από την άλλη, έχω την αίσθηση ότι ο προπονητής του Ολυμπιακού, ακόμα και με τον Μάντζαρη απενεργοποιημένο, μπορούσε περισσότερα στο χθεσινό ματς. Κόντρα σε ένα αντίπαλο που έπαιζε με τον Διαμαντίδη μοναδικό αξιόπιστο χειριστή, τα σχήματα παραήταν ψηλά για να ασκηθεί συνεχής και αποπληκτική πίεση στη μπάλα – και ως εκ τούτου στην κυκλοφορία αυτής. Τα 17 λάθη του Παναθηναϊκού θα μπορούσαν να ήταν πολλά περισσότερα, όπως και οι καταστάσεις ανοιχτού γηπέδου για τους ερυθρόλευκους.

“Ακόμα 48 ώρες”, όπως και ο τίτλος της ταινίας των ’90s, με τον Έντι Μέρφι και τον Νικ Νόλτε. Game 5, το βράδυ της Τετάρτης. Μια πραγματική μονομαχία στο Ελ Πάσο του ελληνικού μπάσκετ.

ΥΓ. Ήταν να μην γίνει η αρχή φαίνεται με τις προεδρικές δηλώσεις. Το ξέσπασμα των αδερφών Αγγελόπουλων δεν περιείχε τίποτα που δεν έχουμε ξανακούσει, είτε σε ύφος, είτε σε περιεχόμενο. Είναι απορίας άξιον σε τι εξυπηρετούν αυτοί οι φιλιππικοί από τους ιδιοκτήτες των ομάδων, ειδικά όταν γίνονται στο περιθώριο αρνητικών για αυτούς αποτελεσμάτων. Το μόνο βέβαιο είναι πως αφορίζοντας από μικροφώνου, καμία παγιωμένη κατάσταση, έτσι όπως την αντιλαμβάνονται οι ισχυροί άνδρες του Ολυμπιακού, δεν άλλαξε. Γι΄ αυτό και όταν ρωτήθηκαν τι προτίθενται να πράξουν απέναντι στο κατεστημένο που σε όλους τους τόνους περιέγραψαν, η απάντηση ήταν αόριστη και στην ουσία ανύπαρκτη. Περιμένει κανείς από δύο από τους ισχυρότερους παράγοντες της χώρας μια πιο ευφυή προσέγγιση – αυτή που έγινε στη μικτή ζώνη του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας μπορεί να συγκέντρωσε τα μπράβο των οπαδών που ήταν ακόμα εκεί, αλλά στην ουσία της δεν είναι τίποτα περισσότερο από κενό γράμμα.