Στο βωμό του αποτελέσματος δηλαδή εννοούσε πως θα άφηνε κατά μέρους τους πειραματισμούς. Κι όμως, ενώ είχε τονίσει στην ίδια συνέντευξη τύπου ότι δεν μπορεί να εφαρμόσει από τώρα το 4-4-2, εκείνος το έκανε τρεις μέρες μετά, ίσως υπερεκτιμώντας τη αγωνιστική ετοιμότητα των παικτών του ή και τις ίδιες τους τις δυνατότητες για ένα τόσο απαιτητικό σύστημα. Χωρίς μάλιστα να το έχει δουλέψει στις προπονήσεις.
Πόσω μάλλον όταν η Εθνική μας ομάδα έχει μάθει να αγωνίζεται μόνο με το 4-3-3 (πείτε το και 4-5-1). Και είναι αυτό το σύστημα που αντιλήφθηκε πρώτος ο Ρεχάγκελ ότι ταιριάζει στον χαρακτήρα και το ύφος του ελληνικού ποδοσφαίρου και το έκανε βασικό συστατικό της ελληνικής ποδοσφαιρικής ταυτότητας.
Μια ταυτότητα την οποία σκέφτηκε να αλλάξει και ο Σάντος όταν είχε αναλάβει, και την οποία όμως εν τέλει διατήρησε, αλλά και εξέλιξε, βαδίζοντας έτσι και αυτός στον δρόμο των επιτυχιών. Ίσως ήρθε η ώρα να αντιληφθούμε άπαντες, δημοσιογράφοι, φίλαθλοι και Ρανιέρι, πως η ταυτότητα του ελληνικού ποδοσφαίρου είναι εκείνη που ο Ότο Ρεχάγκελ πρώτος διέκρινε μέσα στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Σωστή αμυντική λειτουργία, πάθος και παίκτες που βάζουν πάνω απ’όλα την ομάδα.
Δυστυχώς στα τρία πρώτα παιχνίδια με τον Κλαούντιο Ρανιέρι στον πάγκο της, η Εθνική μοιάζει να μην έχει κανένα από τα τρία αυτά χαρακτηριστικά της ποδοσφαιρικής ταυτότητας. Το να προσπαθήσει ο Ιταλός τεχνικός λοιπόν να αλλάξει την ποδοσφαιρική ταυτότητα της Εθνικής Ελλάδος, ενώ ο ίδιος γνωρίζει ότι δεν έχει χρόνο για δουλειά, ίσως μοιάζει με άτοπο εγχείρημα. Ειδικά από την στιγμή που δεν έχει “αγοράσει” καθόλου χρόνο μέσω των αποτελεσμάτων.
Κανείς δεν είναι κατά της αλλαγής, της εξέλιξης, της βελτίωσης. Ωστόσο καλό θα ήταν και ο κύριος Ρανιέρι να προσπαθήσει να αλλάξει τους συσχετισμούς και να αντιληφθεί πρώτα ο ίδιος το τί μπορούν να κάνουν οι ποδοσφαιριστές του πριν προχωρήσει σε τόσο ρηξικέλευθες αλλαγές. Διότι αν έρθει τελικά “η καταστροφή”, τότε όχι μόνο αλλαγή και εξέλιξη δεν θα δει το ελληνικό ποδόσφαιρο, αλλά το πισωγύρισμα και η εσωστρέφεια θα έχουν φέρει μεγάλο πλήγμα στην χρυσή δωδεκαετία του ελληνικού ποδοσφαίρου σε επίπεδο Εθνικής ομάδας.