Το ντέρμπι του ΣΕΦ δεν μας έκανε σε τίποτα σοφότερους. Σίγουρα, δεν άλλαξε αυτό που όσοι είναι έμπειροι στα ελληνικά el classico, μετριοπαθείς και δεν επηρεάζονται ευκαιριακά από τις εμφανίσεις των δύο αντιπάλων υποστηρίζουμε σταθερά: Αυτά τα παιχνίδια ξεκίναγαν και θα ξεκινάνε από το 50-50. Μπομέντουμ δεν υπάρχει και δεν θα υπάρξει πλην σπανίων εξαιρέσεων. Ενδεχόμενα η αξία αυτής της λέξης να εντοπίζεται πλέον μόνο σε μια σειρά πλέι οφ όπου τα παιχνίδια είναι συνεχόμενα και με ελάχιστη χρονική διαφορά μεταξύ τους αλλά και αυτό είναι μάλλον αμφίβολο.
Στο μπέιζμπολ είναι πολύ συνηθισμένη η έκφραση ότι ‘’μομέντουμ είναι ο πίτσερ της επόμενης μέρας’’.Και αυτό γιατί στο συγκεκριμένο σπορ καθημερινά οι ομάδες έχουν διαφορετικό πίτσερ (ρίπτη της μπάλας) και αυτό αλλάζει κατά πολύ τα δεδομένα των ομάδων και διαμορφώνει τη δυναμική τους. Κάπως έτσι μάλλον πρέπει να λέμε ότι όταν μιλάμε για Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό μομέντουμ είναι η νίκη στον….επόμενο αγώνα! Και μόνο αυτό.
Ο Παναθηναϊκός στον συγκεκριμένο αγώνα δεν μπήκε ως φαβορί αλλά τουλάχιστον δέκα φορές την τελευταία πενταετία έχουν ανατραπεί πανηγυρικά και με εμφατικό τρόπο τα προγνωστικά. Αυτό έγινε και στο Σεφ. Στην ουσία δεν έγινε κάτι διαφορετικό από αυτό που έχουμε συνηθίσει τα τελευταία χρόνια. Ο Παναθηναϊκός ευτύχησε να δει το πλάν του Τσάβι Πασκουάλ να δικαιώνεται σε μεγάλο (χρονικά) διάστημα του αγώνα και αυτό αποτελεί ένα τεράστιο πλεονέκτημα για τις ομάδες του Ισπανού. Το ξέραμε από τη θητεία του στη Μπαρτσελόνα, αποδεικνύεται και από το πολύ μικρότερο διάστημα που κάθεται στον πάγκο του Παναθηναϊκού. Όταν το πλάνο Α του Ισπανού λειτουργεί τότε σπάνια η ομάδα του χάνει. Τα προβλήματα αρχίζουν όταν πρέπει στη διάρκεια του αγώνα να προστρέξει στο πλάνο Β ή στο πλάνο Γ. Αλλά αυτή τη φορά δεν χρειάστηκε να κάνει κάτι τέτοιο.
Ο Παναθηναϊκός ήθελε να ελέγξει τον ρυθμό του αγώνα και να απαγορεύσει στον αντίπαλο του να τρέξει. Το πέτυχε όχι με ένα αλλά με αρκετούς παράλληλους τρόπους. Πρώτον και βασικότερο: Έλεγξε το χρονόμετρο με αργές επιθέσεις και στην ουσία ‘’μίκρυνε’’ τον χρόνο του αγώνα κατεβάζοντας τις κατοχές των δύο ομάδων στο όριο των 70. Παράλληλα, και αφού πέτυχε τον πρωτογενή στόχο του κατάφερε να κυριαρχήσει και στον αριθμό των κατοχών. Μέσα από τα περισσότερα επιθετικά ριμπάουντς που πήρε και τα λιγότερα λάθη που έκανε. Αυτό στην ουσία τον κράτησε όρθιο όταν για αρκετά μεγάλο διάστημα ήταν άστοχος (ξεκίνησε με 1/10 τρίποντα). Κάπου εκεί με την αυτοπεποίθηση των παικτών του να ανεβαίνει κατακόρυφα έπιασε δουλειά και ο Ρίβερς. Ο Αμερικάνος πρόσφερε ένα σπάνιο προσωπικό επιθετικό σόου και ουσιαστικά έγειρε την πλάστιγγα του αγώνα υπέρ της ομάδας του. Αν συνυπολογιστεί ότι ο Παναθηναϊκός πήρε σημαντική επιθετική βοήθεια και από τους Σίνγκλετον, Γκέιμπριελ (ο Χ-factor του ντέρμπι) τότε γίνεται αντιληπτό ότι ο Παναθηναϊκός πέτυχε διάνα. Οι αριθμοί δεν λένε ψέματα. Με αργό τέμπο και ελάχιστους αιφνιδιασμούς ή transition παιχνίδι σκόραρε 77 πόντους, κάνοντας 10 περίπου επιθέσεις περισσότερες από τον αντίπαλο του.
Ο Ολυμπιακός δεν μπόρεσε ποτέ να αλλάξει τον ρυθμό του αγώνα και προσπάθησε χωρίς επιτυχία να προσαρμοστεί σε ένα παιχνίδι που παίχτηκε αυστηρά στο μισό γήπεδο. Με τον Σπανούλη μπλοκαρισμένο και εμφανώς επηρεασμένο από τα προβλήματα τραυματισμών και τον Πρίντεζη άστοχο ο Ολυμπιακός δεν είχε επιθετικές λύσεις. Το εξαιρετικό παιχνίδι του Μάντζαρη αποτελεί και την βασική εξήγηση της ήττας του. Όταν ο πρώτος σκόρερ του Ολυμπιακού σε ένα ντέρμπι είναι ο Μάντζαρης δύσκολα μπορεί να κερδίσει. Ειδικά μάλιστα από τη στιγμή που είχε ελάχιστη βοήθεια από όλους τους υπόλοιπους και δεν μιλάμε για μια πολυφωνική επίθεση.
Πέρα από την αξία της πρόκρισης στον τελικό ο Παναθηναϊκός κέρδισε ένα μικρό ψυχολογικό πόντο αφού διέκοψε μια σειρά ηττών που η αρίθμηση τους είχε αρχίσει στους τρεις περσινούς τελικούς των πλέι οφ. Το γεγονός όμως ότι οι δύο ομάδες θα ξανασυναντηθούν σχετικά σύντομα, αυτή τη φορά σε αγώνα πρωταθλήματος στο ΟΑΚΑ, μας επιστρέφει στο….ξεκίνημα και την αφετηρία όλων. Τα ντέρμπι είναι λευκές άγραφες σελίδες που απλά περιμένουν να γραφτεί πάνω τους το νέο σενάριο με καινούργιους πρωταγωνιστές κάθε φορά. Για αυτό την επόμενη φορά που ένας ‘’ειδικός’’ θα ερωτηθεί είναι καλύτερα όχι γιατί ψάχνει μεσοβέζικες λύσεις ή αποφεύγει την απάντηση να πει το αυτονόητο: Όλα ξεκινούν από το 50-50 και….βλέπουμε!