Η ευκαιρία χάθηκε, όμως η Γερμανία μας έδειξε με σκληρό τρόπο πως δεν ήταν όσο μεγάλη νομίζαμε. Γράφει ο Χρήστος Καούρης.

Για ένα ημίχρονο ήταν εξωφρενικά διασκεδαστικό, στα όρια της παράνοιας. Μας έβαλαν ένα τσουβάλι πόντους, τους βάλαμε περισσότερους. Το έβλεπες και δεν το πίστευες, εκείνο το 57-61, ειδικά με τους Καλάθη – Σλούκα μέτριους και τον Ντόρσεϊ να γίνεται στόχος στην άμυνα και να έχει μόνο αναλαμπές στην επίθεση, όσο και αν ο Λαρεντζάκης ήταν συγκινητικός. Οι διεθνείς το ήξεραν, το συζήτησαν στα αποδυτήρια, το ίδιο βιολί δεν γινόταν να συνεχιστεί, παραήταν επικίνδυνο.

Το ξεκίνημα στο τρίτο δεκάλεπτο θα ακουμπούσε τις πύλες του ανεξήγητου, αλλά δεν είναι τέτοιο. Η πικρή αλήθεια είναι πως η Εθνική είχε χαρακτηριστικά νεκρά αμυντικά διαστήματα και στην πρώτη φάση, μαζί και την ποιότητα να τα αφήσει πίσω της. Το αρχικό ντεμαράζ είχε για αντίδοτο τον Γιάννη, όμως η έλλειψη σκληράδας και έντασης (2 φάουλ ανάμεσα στο επιεικές 26-10 της τρίτης περιόδου) αποδείχθηκε καταδικαστική. Οι Γερμανοί έβαλαν παράλογα πολλά σουτ, αλλά όχι υπό παράλογες συνθήκες. Έβαλαν τα σουτ που τους αρέσουν, στον ρυθμό που τους αρέσει: συμβαίνει όταν είσαι σε έξοχη ημέρα, συμβαίνει κι όταν ο αντίπαλος κάνει ελάχιστα για να σε ενοχλήσει.

Η γερμανική έκρηξη έφερε την εθνική στα όρια του πανικού. Η αντίδραση ήταν εμπροσθοβαρής, όλοι έψαχναν τρόπο να βάλουν, να απαντήσουν, να περιορίσουν τη ζημιά. Δύο πάσες και σουτ, μερικές φορές μία, μερικές καμία. Όσο πέρναγε η ώρα και το πράγμα χειροτέρευε αντί να καλυτερεύει, το οπτικό πεδίο του Γιάννη περιοριζόταν και το μυαλό του κλείδωνε. Οι Γερμανοί έφτασαν να κάνουν quintuple team και να μην βρούμε σουτ της προκοπής. Ο Freak πάσαρε στον Καλάθη, αυτός δίπλα, η άμυνα προσαρμόστηκε, φτου κι από την αρχή. Ο Ιτούδης πρόσμενε στο ξύπνημα των δύο σταρ πόιντ γκαρντ, όμως αυτό δεν ήρθε ποτέ. Την ίδια στιγμή το αμυντικό πλάνο παρέμενε σαδιστικά διάτρητο.

Γυρισμός δεν υπήρχε. Η ζαριά του αναπληρωματικού σχήματος ήταν ένα απίθανο ρίσκο, όμως ακόμα και το -9 του 32΄ που ήρθε με ένα φιλικό σφύριγμα τύπου ΝΒΑ αποδείχτηκε αντικατοπτρισμός – και δικαίως. Η ιστορία επαναλήφθηκε σαδιστικά, το 2019 ο Γιάννης είχε αποβληθεί με πέμπτο φάουλ, αυτή τη φορά με δύο αντιαθλητικά. Η εθνική γυρνάει σπίτι ηττημένη καθαρά από μία καλύτερη ομάδα: σε αυτό δεν υπάρχει καμία ντροπή, γιατί στον αθλητισμό υπάρχουν και οι ήττες. Οι Γερμανοί είδαν τους τρεις NBAers να δικαιολογούν στο έπακρο φήμη και ικανότητες (Σρέντερ, Βάγκνερ, Τάις) και τον Ομπστ να γίνεται παράγοντας Χ με τον τρόπο που έγινε για την Ελλάδα ο Λαρεντζάκης. Κάπως έτσι πέρασε απαρατήρητη η άχρωμη βραδιά του ως τώρα κομβικού Λο (3π, 2ας, 1/8 σουτ).

Αποτυχία; Προφανώς, δεν υπάρχει άλλη λέξη για να κρυφτεί κανείς πίσω της. Οι προσδοκίες ήταν για παραπάνω, πρώτα από όλα εκείνων που ήταν εκεί, που ξόδεψαν 1.5 μήνα, που προσπάθησαν να γίνουν ομάδα, να ξεπεράσουν τραυματισμούς και προβλήματα, που πήραν στην πλάτη την προσδοκία της επιτυχίας μετά από τόσα χρόνια φαγούρας.

Παταγώδης αποτυχία; Όχι, δεν ήταν. Η ελληνική ομάδα τερμάτισε στις 8 καλύτερες ομάδες του τουρνουά, έπαιξε σε σημαντικό κομμάτι του όμορφο μπάσκετ, ανέδιδε υγεία και συνολικά μια εικόνα με την οποία οι Έλληνες φίλαθλοι ταυτίστηκαν – δεν είναι μικρό πράγμα, ούτε αυτονόητο. Μπορεί συνολικά η αίσθηση να ήταν πως μόνο μία εκ των Σλοβενία/Σερβία/Γαλλία ήταν σε θέση να μας κοιτάξουν στα μάτια, όμως η πραγματικότητα του Ευρωμπάσκετ ήταν διαφορετική και η θεώρηση λανθασμένη. Είδαμε μια καλύτερη από εμάς ομάδα να μας φράζει το δρόμο.

Λίγο ή πολύ καλύτερη, μικρή σημασία έχει και ας μην παίζουμε με τις λέξεις. Το Ευρωμπάσκετ διαφημίστηκε δικαίως ως η τιτανομαχία του Γιάννη, του Ντόντσιτς και του Γιόκιτς, όμως το ραντεβού των ημιτελικών αναμένεται να τηρήσει μόνο ο Σλοβένος, που λογικά θα ξεμπερδέψει δύσκολα ή εύκολα με τους Πολωνούς. Η φετινή διοργάνωση αποθέωσε όσο καμία άλλη τα σύγχρονα υλικά του μπάσκετ (αθλητικότητα, σουτ, προσωπική φάση), από αυτά που το ελληνικό μπάσκετ δεν παράγει, για να είμαστε ειλικρινείς, σε αφθονία.

Για την επόμενη ημέρα, την οποία σημάδεψαν όλοι όσοι βρέθηκαν μπροστά σε μικρόφωνο μετά την κόρνα της λήξης, θα πούμε αύριο.