Ίσως η μεγαλύτερη είδηση στο αγωνιστικό κομμάτι του τουρνουά του Σινσινάτι που φιλοξενείται στη Ν. Υόρκη να είναι η «επιστροφή» του Άντι Μάρεϊ. Όχι βέβαια η αγωνιστική αυτή καθαυτή, αλλά η ψυχολογική επιστροφή.
Αυτή που έχει να κάνει περισσότερο με την ικανοποίηση που λαμβάνει ενώ βρίσκεται στο κορτ και παίζει τένις δίνοντας τον καλύτερο του εαυτό. Αυτόν τον εαυτό τον οποίο, ο Σκωτσέζος μαχητής, δε μπορούσε να βγάλει επειδή τον εμπόδιζε ο πόνος.
Ήταν το καλοκαίρι του 2018 όταν από την Ουάσιγκτον, κοιτάζοντας με τα δακρυσμένα μάτια του την κάμερα του κινητού, ψέλλισε: «Φαίνεται να είναι το τέλος για μένα. Το σώμα μου δεν αντέχει άλλο να το κάνει και το μυαλό μου δε θέλει να το πιέζει να αντέξει τον πόνο»…
Ό,τι ακολούθησε ως εικόνα ήταν εντελώς διαφορετικό από εκείνο που είχε δημιουργήσει στο μυαλό μας ο Μάρεϊ, ως μέλος του Fantastic Four του τένις. Όχι στο επίπεδο των αποτελεσμάτων, αλλά των συναισθημάτων που γεννούν οι σπουδαίοι αθλητές.
Σφιγμένοι μύες στο πρόσωπο, χαμόγελο παγωμένο που κατάφερε να περπατήσει ξανά πίσω από το οποίο βέβαια κρυβόταν η ελπίδα της επιστροφής. Επαναλαμβάνουμε, όχι της αγωνιστικής, για την οποία χάρηκε όλος ο κόσμος στα διπλά του Queens, αλλά αυτής που συντελέστηκε στη Ν. Υόρκη γεμίζοντας τον ίδιο και τους φίλους του τένις με το συναίσθημα της απόλαυσης του ίδιου του αθλήματος, όχι της νίκης…
Η νίκη του επί του Αλεξάντερ Ζβέρεφ ήταν η πρώτη για τον Μάρεϊ απέναντι σε αντίπαλο από την πρώτη δεκάδα της κατάταξης, μετά το Ρολάν Γκαρός του 2017, όταν είχε επικρατήσει του Κέι Νισικόρι.
Ο Μάρεϊ μπόρεσε στις σημαντικές στιγμές του ματς να είναι ο εαυτός του και αυτό ήταν, εκτός από το κλειδί για τη νίκη και η μεγαλύτερη ευτυχία…!