Έχοντας διανύσει έξι μήνες παρουσίας στον ΠΑΟΚ ο Λούκας Πέρεθ ενισχύει με την παρουσία του στις υποχρεώσεις της ομάδας του τον εαυτό του περισσότερο από κάθε άλλο συμπαίκτη του με πειστήριο τις ατομικές διακρίσεις που έχει ήδη συγκεντρώσει. Η ΠΑΕ ΠΑΟΚ πραγματοποίησε μια αναδρομή στη μέχρι τώρα καριέρα του παρουσιάζοντας τον βίο και την πολιτεία του 25χρονου Ισπανού την οποία και φιλοξενεί η επίσημη ιστοσελίδα της.
Οπως αναφέρει χαρακτηριστικά: «Μονίμως γελαστός. Η χαρακτηριστική φωνή του ακούγεται ασταμάτητα σαν αντίλαλος στ’ αποδυτήρια. Ενας χαρούμενος, πάντα έτοιμος για πλάκα άνθρωπος. Η ζωή δεν ήταν πάντα φιλική απέναντι στο Λούκας, αλλά εκείνος έμαθε να τη νικά με το αφοπλιστικό του χαμόγελο και το ιδιαίτερο ταλέντο του. Το ποδόσφαιρο του έδωσε την ευκαιρία να ξεφύγει νωρίς απ’ ότι θα μπορούσε να γίνει μια δυσάρεστη πραγματικότητα.
Ο Ισπανός παίκτης του ΠΑΟΚ έμαθε μικρός πως δεν είναι όλα παιχνίδι. Η μητέρα του τον άφησε μικρό κι ο πατέρας του επέλεξε να συνεχίσει αλλού τη ζωή του. Σκληρό χτύπημα για κάθε παιδί που αδυνατεί να καταλάβει το πως και το γιατί.
Μια τέτοια εμπειρία είναι ικανή να «σπάσει» τον οποιονδήποτε. Οχι τον Λούκας. Η αγάπη και η θαλπωρή που του παρείχαν ο παππούς και η γιαγιά τον βοήθησαν να αντεπεξέλθει. Ο μικρός έδειξε πως είναι φτιαγμένος από γερό υλικό. Δυνάμωσε. Του έμεινε το φυσιολογικό παράπονο, αλλά μεγάλωσε απότομα. Εφτιαξε χαρακτήρα και φρόντισε να φύγει νωρίς από το σπίτι για να σταθεί μόνος στα πόδια του.
«Δεν έχω σχέσεις με τη μητέρα μου από τότε μας άφησε και δεν μιλάω πολύ με τον πατέρα μου. Είναι αρραβωνιασμένος. Για την ακρίβεια δεν πιστεύω ότι ξέρει καν πως έκανα το ντεμπούτο μου», δήλωνε στις εφημερίδες τις Ισπανίας που προσπαθούσαν να. χτίσουν το προφίλ του μετά τις πρώτες του εμφανίσεις με τη Ράγιο Βαγεκάνο και συμπλήρωνε: «Οταν έφυγα από το σπίτι το έκανα με πλήρη συνείδηση. Με την υπόλοιπη οικογένεια έχω πολύ καλές σχέσεις».
Ο Λούκας είναι μαχητής. Ωριμος και ταπεινός. Συνειδητοποιημένος. «Πολλοί που έμειναν στην Γαλικία τελμάτωσαν. Δεν προχώρησαν όσο θα μπορούσαν. Αν αγαπάς κάτι, αν παλεύεις γι’ αυτό από παιδί, οφείλεις να το κυνηγήσεις. Πάλεψα και το αξίζω». Σαφώς.
H γνωριμία με την Τούμπα
Η πρώτη επαφή του Λούκας με τον ΠΑΟΚ και του ΠΑΟΚ με τον Λούκας ήταν το καλοκαίρι του 2011. Αυγουστος μήνας και ο Δικέφαλος έπαιζε με την Καρπάτι. Εκείνος ο αέρινος αριστεροπόδαρος κέρδισε καρδιές στη Θεσσαλονίκη. Τον Ιανουάριο του 2012 ο ΠΑΟΚ επεδίωξε το. γάμο, αλλά η ώρα δεν είχε έρθει ακόμα. Το περασμένο καλοκαίρι κι έπειτα από το φιάσκο του δανεισμού του στην Ντιναμό Κιέβου, οι συνθήκες είχαν ωριμάσει και ο Λούκας ντύθηκε στα ασπρόμαυρα.
Μια σταθερά ανοδική πορεία
Από τις ακαδημίες της Αλαβές, η πορεία ήταν σταθερά ανοδική κι ελπιδοφόρα. Στην τρίτη ομάδα της Ατλέτικο C, από εκεί στα τμήματα υποδομής της Ράγιο Βαγιεκάνο. Τα 20 γκολ του με την δεύτερη ομάδα ήταν το διαβατήριο του για αγωνιστική δράση σε ανδρικό επίπεδο. Την σεζόν 2010-2011 οι υπεύθυνοι της ομάδας τον προωθούν στην πρώτη ομάδα της Ράγιο κι εκείνος ανταποκρίνεται. Παίζει σε πέντε ματς (τα τέσσερα ως βασικός), σημειώνει ένα γκολ (κόντρα στη Βαγιαδολίδ) κι ύστερα φεύγει. Τα παιδικά του χρόνια τον έχουν μάθει να μην δένεται και να μην αποφασίζει με βάση το συναίσθημα, αλλά το προσωπικό του όφελος. Η επιλογή του ξενίζει. Αφήνει την Ισπανία για την Ουκρανία. Πάει στην Καρπάτι Λβίβ θέλοντας να συμμετέχει σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις.
Η ζωή στην Ουκρανία
«Επέλεξα να φύγω από την Ισπανία γιατί ήθελα να προχωρήσω», εξηγεί ο ίδιος ώριμα και ορθολογικά και προσθέτει: «Ευχαριστώ την Ράγιο που μου έδωσε την ευκαιρία, ήξερα, όμως, πως έπρεπε να βελτιωθώ. Να πάω βήμα, βήμα γι’ αυτό επέλεξα την Ουκρανία. Πρέπει να προχωράς χωρίς συμβιβασμούς, αλλά με ταπεινότητα».
Στην Ουκρανία γίνεται άμεσα βασικός, ψηφίζεται ως μία από τις καλύτερες μεταγραφές, κερδίζει κόσμο και συμπαίκτες και αρχίζει να. χτίζει το όνομά του. Στην Ουκρανία, βέβαια, η καθημερινότητα είναι δύσκολη, πόσω μάλλον για έναν Μεσόγειο.Η μέρα ξεκινά στις 7 μ.μ., βραδινό τρως στις 7.30 μ.μ. Στο ενδιάμεσο κρυώνεις – παγώνεις προφανώς – κάνεις προπόνηση με μια παγωμένη, «ξύλινη» μπάλα, παλεύεις να νιώσεις τα δάχτυλά σου μέσα στα παπούτσια.
Στον ίδιο ανήκει η περιγραφή. Σαφώς και δεν συνήθισε παρά τα τέσσερα χρόνια της παραμονής του στη χώρα. Είναι όντως βασανιστικό το συναίσθημα του να νιώθεις κάπου προσωρινός. Γι αυτό το μεγάλο του όνειρο είναι να επιστρέψει κάποια στιγμή στην πατρίδα του. Τη Γαλικία. Και να παίξει με τη φανέλα της Λα Κορούνια στο Ριαθόρ», καταλήγει το σχετικό αφιέρωμα.