Υπερήφανος που αγωνίστηκε με την εθνική Καμερούν εμφανίστηκε ο Τσαρλς Ιτάνζ, τονίζοντας πως θα μπορούσε να είχε αγωνιστεί με την αφρικανική χώρα νωρίτερα.

Υπερήφανος που αγωνίστηκε με την εθνική Καμερούν εμφανίστηκε ο Τσαρλς Ιτάνζ, τονίζοντας πως θα μπορούσε να είχε αγωνιστεί με την αφρικανική χώρα νωρίτερα. Ο τερματοφύλακας του ΠΑΟΚ αναφέρθηκε στους λόγους που τον είχαν οδηγήσει στο να πάρει αρχικά τη γαλλική υπηκοότητα, ενώ έκανε αναδρομή και στην καριέρα του. Ο Ιτάνζ μίλησε στην ιστοσελίδα «Mboafootball.com». Αναλυτικά δήλωσε:

-Γιατί όλο αυτό τον καιρό δεν έπαιζες στην εθνική ομάδα του Καμερούν;

«Με κατηγόρησαν για το ότι δεν έπαιξα νωρίτερα στην εθνική ομάδα, αλλά όταν ξεκίνησα το ποδόσφαιρο πριν 19 χρόνια, είχα συνειδητοποιήσει ότι έπρεπε να παίζω εκεί που ήμουν, εκεί που είχα γεννηθεί, εκεί που έκανα προπονήσεις. Είχα μιλήσει με τον Ρίγκομπερτ Σονγκ, ο οποίος μου είχε ότι θα το μετανιώσω μια μέρα. Πήρα μια απόφαση ενάντια στην. καρδιά μου, αλλά ήμουν νέος. Όταν είσαι νέος, συχνά δε σου αφήνεται να αποφασίσεις. Πρέπει να το καταλάβουν όλοι, ότι ήταν μια απόφαση παρά τη θέλησή μου. Τώρα, αυτό ανήκει στο παρελθόν και είμαι πολύ περήφανος για το πρώτο μου παιχνίδι με την εθνική ομάδα της χώρας μου, στο οποίο νικήσαμε, μάλιστα. Είναι απερίγραπτη η χαρά μου».

-Η μητέρα σου ήρθε για να σου δώσει κουράγιο. Είχε σημασία αυτό για σένα;

«Φυσικά! Η μητέρα μου επέμενα να έρθει και να με υποστηρίξει. Ηταν εδώ για αρκετό καιρό. Εγώ ήρθα κατευθείαν από την ομάδα μου και είχα να τη δω περίπου τρεις μήνες. Είμαι πολύ χαρούμενος που η μητέρα μου και τα άλλα μέλη της οικογένειας μου, ήρθαν στο πρώτο μου παιχνίδι με τα «Λιοντάρια» (σ.σ. «Λιοντάρια» είναι το παρατσούκλι της εθνικής ομάδας του Καμερούν).

-Γιατί αποφάσισες να γίνεις τερματοφύλακας;

«Επειδή όταν ήμουν μικρός, τα περισσότερα από τα είδωλα μου, ήταν τερματοφύλακες. Ηξερα τον Τόμας Ενκονό, τον Μπερνάρ Λαμά και μου άρεσε πολύ που ήταν τόσο. ελαστικοί. Είχε σχέση και με την προσωπικότητά μου. Είμαι αρκετά εσωστρεφής και συνήθως δε μιλάω πολύ. Είναι μια διαφορετική θέση και χρειαζόμουν κάτι τέτοιο, στο άθλημα που αγαπώ».

-Τι γίνεται με την καριέρα σου;

«Πηγαίνει πολύ καλά. Μόλις υπέγραψα σε ένα μεγάλο σωματείο, στη χώρα που παίζω ποδόσφαιρο. Παιχνίδια όπως αυτό με το Τόγκο, τα παίζω κάθε εβδομάδα. Επρεπε να βρω το ίδιο επίπεδο, μετά το πέρασμα από τη Λίβερπουλ, όταν και δεν αγωνιζόμουν πολύ. Ετσι έπρεπε να παίζω με καρδιά, για να ξαναφτάσω στο σωστό επίπεδο για μένα. Σήμερα, είμαι διεθνής, ανήκω σε μια μεγάλη ομάδα, όπως ο ΠΑΟΚ. Δεν πρέπει να τα παρατάς. Πρέπει πάντα να πιστεύεις στον εαυτό σου».

-Πριν λίγα χρόνια είχε υπογράψει συμβόλαιο με τη Λίβερπουλ. Με το χέρι στην καρδιά, έχεις μετανιώσει για αυτή την επιλογή σου;

«Όχι, καθόλου! Δε μετανιώνω γιατί έτσι είναι η ζωή. Όταν σου δίνονται κάποια πράγματα, δε μπορείς να τα αρνηθείς. Επρεπε να αδράξω την ευκαιρία μου. Είμαι αρκετά φιλόδοξος. Εύχομαι τα δύο τελευταία χρόνια, να ήμουν εκεί. Κατά τα άλλα, είμαι πολύ περήφανος που ήμουν μέλος μιας τέτοιας ομάδας».

-Υπήρχε κάποιος που σε ενθάρρυνε να παίξεις με το Καμερούν;

«Εδώ ήταν πάντα η μητέρα μου. Ακόμα και στο σπίτι, βλέπαμε παιχνίδια των «Λιονταριών». Σε μια νίκη στο Μουντιάλ του 1990, ήμουν έξω, περιχαρής. Η μητέρα μου και η οικογένεια μου, πάντα με ενθάρρυναν να παίξω για Καμερούν. Μετά ήρθε η γνωριμία μου με τον Μπενουά Ασού Εκοτό και τον Ρίγκομπερτ Σονγκ που με ενθάρρυναν και αυτοί, να παίξω για την πατρίδα μου».

-Φάνηκε και στις προπονήσεις ότι ήσουν κοντά με τον Ασού Εκοτό. Είναι οι αναμνήσεις από τη Λανς;

«Είναι πολύ αληθινός άνθρωπος. Δε μπορώ να τον περιγράψω, είναι σαν αδερφός μου. Από τότε που ήμασταν μαζί στη Λανς, κρατήσαμε επαφή. Πέρασαν δέκα χρόνια, ήμουν στην Αγγλία και την Ελλάδα, αλλά έχει παραμείνει η αληθινή μας φιλία».

-Πώς είδες το κοινό;

«Το κοινό ήταν εξαιρετικό και μας υποστήριζε. Είμαστε πρώτοι στο δεύτερο γύρο. Το κοινό έχει πάρει το ρόλο του δωδέκατου παίκτη μας».

-Το να είσαι στην εθνική, ήταν κάτι που το φανταζόσουν;

«Το να είσαι στην εθνική ομάδα, είναι κάτι που το αποφασίζει ο προπονητής. Όταν είσαι στις κλήσεις, πρέπει να είσαι περήφανος. Εγώ πρέπει να σκύψω το κεφάλι στη δουλειά μου!»