Διαβάστε τον τρόπο με τον οποίο κατάφερε ο Γεώργιος Καλαφάτης να ξεπεράσει τα εμπόδια και να φτάσει στην ανέγερση του γηπέδου της Λεωφόρου. 

Ο ιδρυτής του Παναθηναϊκού, Γεώργιος Καλαφάτης, εξιστόρησε πριν από 65 χρόνια, τον τρόπο με τον οποίο κατάφερε να βρει “στέγη” στο Τριφύλλι σε μια σπάνια αφήγηση στην εφημερίδα “Παναθηναϊκός”. 

Διαβάστε όσα αφηγήθηκε ο σπουδαίος Γεώργιος Καλαφάτης και πως τελικά ξεπέρασε τα εμπόδια που προέκυψαν για να φτάσει στην ανέγερση του γηπέδου της Λεωφόρου

Η αφήγηση του Γεώργιου Καλαφάτη: 

“Πήρα μαζί μου τους κ.κ. Δεμερτζήν και Καλογερόπουλον (τότε τερματοφύλακας της ομάδας) και τους ωδήγησα εις τη Λεωφόρον Αλεξάνδρας και εις ένα σημείον, ολίγον μετά τις φυλακές Αβέρωφ, δηλαδή εκεί που βρίσκεται τώρα ο Παναθηναϊκός. 

Ο χώρος ήταν τεράστιος, αν και ανώμαλος και δεντροφυτευμένος. 
Συναντήσαμε έναν βοσκόν τον οποίο ερώτησα: 

– Και γιατί βόσκεις εδώ τα πρόβατα σου; 

– Τι γιατί, αφού ενοικίασα τον χώρον από τον Δήμον για βοσκότοπο… 

Οι πληροφορίες αυτές ήταν υπεραρκετές. έΤσι μια και δύο βρέθηκα στο γραφείο του τότε δημάρχου Γεωργίου Τσόχα, ο οποίος κατά το παρελθόν είδε διατελέσει και Πρόεδρος του Ομίλου μας. 
Με το θάρρος της παλαιάς μας γνωριμίας και συνεργασίας να μας παραχώρηση το γήπεδον, το οποίον, όπως του ανέπτυξα, ήτο απολύτως κατάλληλο για τον σκοπό μας. Δυστυχώς όμως ο Τσόχας μου ηρνήθη. Η απρόοπτη αυτή άρνησις του δημάρχου να μας παραχώρηση το γήπεδο μας αναστάτωσε και προς στιγμής μας απεγοήτευσε. Αλλά αυτό δεν κράτησε για πολύ. Η ζωηρά μας επιθυμία να απόκτηση ο Παναθηναϊκός οριστική στέγη, δηλαδή γήπεδο, μας ώπλισε με νέο θάρρος και μπορώ να πω και φανατισμόν. Έπρεπε με κάθε τρόπο να κερδίσουμε τη μάχη που είχαμε αρχίσει.

Αντελήφθην αμέσως ότι δια να επιτύχουμε τον σκοπόν μας θα έπρεπε να ελιχθούμε κατά τρόπον πολιτικότερων και να καταστρώσουμε ένα συγκεκριμένο σχέδιο, ένα σχέδιο ξανά που θα μας επέτρεπε να προχωρήσουμε, ακολουθώντας ωρισμένα στάδια. ήταν φανερό πως με μιας δεν θα πετυχαίναμε τους σκοπούς μας. Η αρνητική απάντησι του τότε δημάρχου Γ. Τσόχα, μας υποχρέωσε να αναζητήσουμε πρόσωπα που δεν θα παρακαλούσαν τον Τσόχαν, αλλά θα του επέβαλαν την αποδοχήν του αιτήματος μας.

Προς τον σκοπόν αυτό ήσκησα όλην μου την επιρροήν για να πείσω όλους τους συναθλητάς μου και τα μέλη να συνέλθουμε εις γενικής συνέλευσιν και να προβούμε εις την επιλογήν ως προέδρου μας του τότε διευθυντού της Εθνικής Πινακοθήκης, κ. Χατζόπουλου. Λόγω του οικογενειακού, αλλά και φιλικού μας δεσμού με τον Χατζόπουλον, ήξερα ότι αυτός είχε άριστες σχέσεις με τον πρίγκηπα Νικόλαον ο οποίος με την ιδιότητα του του επίτιμου προέδρου του ΣΕΓΑΣ, ήτο ο πλέον κατάλληλος για να μας βοηθήση.

Ο Χατζόπουλος δεν παρέλιπε ευκαιρία για να μας εκδήλωση τον ενθουσιασμόν του για τα εξαιρετικά αποτελέσματα που επετύγχανε ο σύλλογος μας. έτσι μετά την επιλογήν του του ανέπτυξα το σχέδιο μας και του εζήτησα μαζί με τα άλλα μέλη του διοικητικού συμβουλίου να αναλάβη αυτός να εισιγηθή εις τον πρίγκηπα Νικόλαον το όλον θέμα και να του ζήτηση την αμέριστον συμπαράστασιν του δια την οριστικήν επίλυσι του φλέγοντος αυτού προβλήματος.

Ο Χατζόπουλος δεν άργησε να συγκινηθή και με ενθουσιασμόν να αναλάβη την λεπτήν αποστολήν από την οποία με αγωνίαν όλοι αναμέναμε την λύσιν. Ο πρίγκηπας δεν ηρνήθη την βοήθειαν την οποία του ζητούσε ο στενός του φίλος. Και το αποτέλεσμα δεν άργησε να φανή. Ο Τσόχας υπέγραψε την απόφασιν της παραχωρήσεως του χώρου στον Παναθηναϊκόν εντός ελάχιστων ημερών. Και το αποτέλεσμα της μεγάλης αυτής επιτυχίας ήτο αρκετόν για να μας μεθύση από χαράν και ενθουσιασμόν. Το δυσκολώτερον βήμα είχε γίνει”.