Συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης παραχώρησε σε ιταλικό μέσο ο Ντανιέλε Βέρντε.
Ο Ιταλός εξτρέμ της ΑΕΚ αναφέρθηκε στη ζωή του, την ΑΕΚ, το ποδόσφαιρο, τη Ρόμα και το ντεμπούτο του και πολλά ακόμα.
Αναλυτικά η συνέντευξη του Ιταλού στο calciomercato.com.
Για την κόρη του που ήρθε στη ζωή;
«Δεν θα μπορούσε να ξεκινήσει καλύτερα το 2020. Η μικρή Ντιλέτα άλλαξε τη ζωή μου. Από τότε βλέπω τα πάντα με διαφορετικά μάτια».
Για τη ζωή του στην Ελλάδα;
«Λοιπόν, μοιάζει με τη νότια Ιταλία. Είναι μία κάπως χαοτική μητροπολιτική πόλη, αλλά γεμάτη τουρίστες».
Για το πώς τα πάει με την ελληνική γλώσσα;
«Ξεχάστε το. Η ελληνική γλώσσα είναι αδύνατη. Έμαθα να λέω «καλό καλοκαίρι» και «καλό βράδυ». Εχω τον μεταφραστή που μιλάει ισπανικά. Οτιδήποτε περνάει απ’ αυτόν».
Για το φαγητό;
«Ξεκινάω από το γεγονός ότι εκτός Ιταλίας κανείς δεν ξέρει πώς να κάνει καλά ζυμαρικά. Στα δεύτερα φαγητά τα πάνε καλά. Εδώ η ειδικότητά τους είναι το κεμπάπ. Αλλά δεν μου αρέσει».
Για την ατμόσφαιρα στο γήπεδο κι αν υπάρχουν μεγάλες διαφορές με Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό;
«Εδώ, αισθάνονται υπερβολικά. Υπάρχουν συγκρούσεις και αναταραχές στα γήπεδα. Αλλά και με τον τελευταίο στη βαθμολογία ακολουθούν πάντα πολλοί οπαδοί την ομάδα και τραγουδούν και στηρίζουν. Το γήπεδο είναι το σπίτι τους. Βλέποντάς τους από το γήπεδο είναι απίστευτο συναίσθημα. Όπως ένα Ρόμα – Λάτσιο».
Αν είναι αλήθεια πως ο Μοντέλα τον έκανε περιφερειακό επιθετικό;
«Πριν φτάσω στη Ρόμα ήμουν κεντρικός επιθετικός. Μου άρεσε ο χώρος, η ντρίμπλα, οπότε ο Μοντέλα με ώθησε να παίξω σε αυτή τη θέση. Και έτσι έγινα εξτρέμ, θέση που παίζω ακόμα και σήμερα».
Αν θυμάται την άφιξή του στη Ρώμη;
«Ηταν δύσκολο να φύγεις από τη Νάπολι. Στην περιοχή μου ζούσαμε μόνο για το ποδόσφαιρο και πριν φτάσω στη Ρώμη δεν είχα φύγει ποτέ από τη Νάπολι. Ήταν δύσκολη η προσαρμογή μου. Ηλπιζα να συναντήσω κάποιον που να είχε την ίδια ιστορία με εμένα».
Στις 17 Ιανουαρίου του 2015 έκανε το ντεμπούτο του στη SerieA με τον Ρούντι Γκαρσία στον πάγκο. Τι συγκίνηση ήταν για σένα αυτή;
«Θα είμαι πάντα ευγνώμων στον προπονητή για τη μεγάλη εμπιστοσύνη που μου έδειξε. Ο Μαϊκόν κι εγώ κάναμε προθέρμανση και ο προπονητής μας έδειχνε με το δάχτυλό του σαν να μας έλεγε «ελάτε». Νόμιζα ότι το είχε πει στον Μαϊκόν. Αντ’ αυτού ήθελε εμένα. Τα πόδια μου έτρεμαν. Μπήκα στη θέση του Ιτούρμπε. Ηθελα να δείξω πράγματα, αλλά πραγματικά δεν ήξερα τι να κάνω. Ο Γκαρσία την επόμενη ημέρα μου είπε ότι στο γήπεδο έπρεπε να σκεφτώ ακριβώς πως είναι μία διασκέδαση, αλλιώς δεν θα με αφήσει να παίζω. Αυτή είναι μία συμβουλή που εξακολουθώ να φέρω μέσα μου ακόμα και σήμερα».
Για την εμπειρία του στην Ισπανία και τη Βαγιαδολίδ του Ρονάλντο (σ.σ. τον βραζιλιάνο σούπερ σταρ);
«Πρόκειται για ένα ταπεινό και ευχάριστο άτομο. Ενας πρόεδρος παρόντας. Μας έκανε το δείπνο έξω 3 φορές την εβδομάδα! Θα μπορούσα να γράψω βιβλίο γι’ αυτή την εμπειρία. Στην Ισπανία νιώθω σαν στο σπίτι μου, επειδή έχουν νοοτροπία πολύ παρόμοια με τη νότια Ιταλία. Νιώθω σαν το σπίτι μου εκεί».
Για το γκολ από τα 30 μέτρα που είχε πετύχει και ανάγκασε τον Ρονάλντο να σηκωθεί όρθιος να τον χειροκροτήσει;
«Ηταν το πρώτο μου γκολ στη LaLiga. Ένα απευθείας φάουλ στο 91ο λεπτό κόντρα στην Εσπανιόλ. Τι ενθουσιασμός! Όταν άνοιξα το τηλέφωνο είδα χιλιάδες βίντεο με τον Ρονάλντο που σηκώθηκε να με χειροκροτήσει».
Ποιος ήταν το παιδικό του είδωλο;
«Ο Ροναλντίνιο, για τη χαρά που έπαιζε ποδόσφαιρο. Σήμερα για τον ίδιο λόγο θα διάλεγα τον Νεϊμάρα. Υπάρχει και ο Μέσι, αλλά για μένα δεν συγκρίσιμος με τους άλλους. Τον θεωρώ δεύτερο Μαραντόνα».
Για τα χόμπι του;
«Ποδόσφαιρο, ποδόσφαιρο, μόνο ποδόσφαιρο. Στο γήπεδο, την τηλεόραση το PlayStation».
Για το όνειρό του;
«Το μεγάλο όνειρο είναι αυτό που δεν ξέρω πότε θα γίνει, αλλά αργά ή γρήγορα ελπίζω να γυρίσω σπίτι μου. Θα ήθελα να παίξω για εκείνα τα παιδιά που έρχονται στο γήπεδο και φωνάζουν για μένα».