Ο Στέφανος Κοτσόλης υπογράμμισε πως θα έπρεπε να έχει “κυνηγήσει” περισσότερο την προοπτική να αγωνιστεί στο εξωτερικό, ενώ αποκάλυψε πως είχε βρεθεί κοντά στην Άρσεναλ το 2003.

Ο Στέφανος Κοτσόλης υπογράμμισε πως θα έπρεπε να έχει “κυνηγήσει” περισσότερο την προοπτική να αγωνιστεί στο εξωτερικό, ενώ αποκάλυψε πως είχε βρεθεί κοντά στην Άρσεναλ το 2003. Παράλληλα, αναφέρθηκε στην καριέρα του, στον Παναθηναϊκό και στα λάθη που τον έφεραν σε αυτό το σημείο, καθώς επίσης και στο ματς της Ριζούπολης. Ο Κοτσόλης μίλησε στην εφημερίδα “Live Sport”. Αναλυτικά δήλωσε:

Για το αν το πρόσημο της καριέρας του είναι θετικό ή αρνητικό: «Στο παρελθόν έχω πει κι εγώ το κοινότοπο “δε μετανιώνω για τίποτα”. Όσο περνά ο καιρός, όμως, συνειδητοποιώ ότι θα ήθελα να αλλάξω πολλά. Να παίξω ή να ζήσω κάποια παιχνίδια ξανά, να πάρω διαφορετικές αποφάσεις που αφορούσαν την καριέρα μου, να εμπιστευτώ κάποιους ανθρώπους περισσότερο και κάποιους άλλους λιγότερο».

Για τα ματς που θα ήθελε να ζήσει: «Σίγουρα θα ήθελε να ξαναπαίξουμε τους δύο ευρωπαϊκούς προημιτελικούς με Μπαρτσελόνα και Πόρτο. Στην ίδια κατηγορία εντάσσω και το ματς της Ριζούπολης. Μπορεί να σου προκαλεί εντύπωση ότι επιλέγω αυτά τα ματς γιατί ήμουν στον πάγκο, αλλά έχω αποδείξει σε όλη την πορεία μου ότι για μένα πρώτο μέλημα ήταν το καλό της ομάδας και μετά η προσωπική φιλοδοξία. Θα ήθελα να ξαναπαίξω εκείνο το μπαράζ του 2000 με την Εθνική Ελπίδων εναντίον της Τσεχίας των Ροζίτσκι, Μπάρος, Τσεχ για να πάρουμε το Euro. Είχαμε ηττηθεί εκτός έδρας 3-0 με δύο γκολ στα τελευταία λεπτά και ενώ παίζαμε με 9 παίκτες. Στη ρεβάνς νικήσαμε 1-0 και στο τέλος κλαίγαμε όλοι μαζί για τον αποκλεισμό. Είχαμε τρομερή ομάδα (Καραγκούνης, Χούτος, Αλεξόπουλος) και αν προκρινόμασταν στα τελικά θα διεκδικούσαμε τη συμμετοχή μας στους Ολυμπιακούς Αγώνες».

Για τα άτομα που έπρεπε να εμπιστευτεί λιγότερο: «Δε θέλω να πω ονόματα. Υπήρξαν σχεδόν σε όλη τη διάρκεια της καριέρας μου άνθρωποι τους οποίους εμπιστεύτηκα απόλυτα και τους συμπεριφέρθηκα άψογα, έχοντας την ψευδαίσθηση ότι θα πράξουν το ίδιο. Εκείνοι όμως ενήργησαν εγωιστικά και με γνώμονα αποκλειστικά το προσωπικό συμφέρον τους. Παράγοντες και μάνατζερ».

Για το γιατί θα δήλωνε περήφανος για την καριέρα του και το τι θα ήθελε να είναι διαφορετικό: «Άποψή μου είναι ότι το πιο σημαντικό στο τέλος δεν είναι ούτε τα χρήματα που έχεις κερδίσει ούτε οι τίτλοι που έχεις κατακτήσει. Το πιο σημαντικό είναι η υστεροφημία σου ως αθλητή και προσωπικότητας. Φυσικά θα ήθελα να είχα κερδίσει περισσότερα χρήματα και τίτλους, αλλά είμαι υπερήφανος γιατί η αγάπη, η αναγνώριση και η εκτίμηση που εισπράττω από τον κόσμο και την αθλητική κοινωνία είναι δυσανάλογα μεγαλύτερη με όσα έχω πετύχει στο γήπεδο».

Για τα σφάλματά του: «Και στον Παναθηναϊκό και στη Λάρισα θα έπρεπε να είχα πιέσει περισσότερο για το εξωτερικό. Αυτό το έχω στο μυαλό μου ως το βασικό σφάλμα μου. Θα ήταν διαφορετική η εξέλιξη της καριέρας μου».

Για την Άρσεναλ: «Το πρώτο και πιο βασικό είναι με την Άρσεναλ, την περίοδο 2002-2003. Στην χειμερινή μεταγραφική περίοδο. Είχε τραυματιστεί ο Σίμαν, είχε κάποιο πρόβλημα τραυματισμού και ο αναπληρωματικός τερματοφύλακας. Είχαν αρνηθεί τότε ο κ. Φιλιππίδης και ο κ. Μαρκαριάν. Δεν ήταν θέμα χρημάτων φυσικά. Πήγαινε πάρα πολύ καλή η ομάδα και ο προπονητής δεν ήθελε να χαλάσει την χημεία που είχαμε με τον Αντώνη (σ.σ. Νικοπολίδης). Θα μπορούσα να είχα πιέσει περισσότερο και ο Παναθηναϊκός να έπαιρνε έναν άλλο αναπληρωματικό τερματοφύλακα».

Για άλλες περιπτώσεις: «Μια που θυμάμαι έντονα ήταν η Σπόρτινγκ Λισαβώνας. Με ήθελε ο Φερνάντο Σάντος το 2003, αφού είχε φύγει από τον Παναθηναϊκό, με τον Γιάσμινκο Βέλιτς. Ένας προπονητής τον οποίο έχω σε μεγάλη εκτίμηση. Να είμαι δεύτερος – τρίτος τερματοφύλακας, αφού είχαν αγοράσει τον Ρικάρντο ως βασικό. Ο Σάντος με ήθελε και το 2004 στην ΑΕΚ, αλλά τότε ανανέωσα με τον Παναθηναϊκό. Τον Ιανουάριο του 2008 σχεδόν είχα κλείσει στην Μπρίστολ Σίτι, στην Premiership. Είχα κάνει και προπόνηση στην Αγγλία, τα είχαμε βρει, τελικά δε με έδωσε η ΑΕΛ. Τότε ίσως να είχα πάει στο Euro 2008, για μεγάλο χρονικό διάστημα ήμουν τρίτος τερματοφύλακας στην Εθνική, μαζί με Νικοπολίδη και Χαλκιά. Έπρεπε να είχα πιέσει περισσότερο για να φύγω. Επίσης ίσως να μην έπρεπε να είχα πάει στην Κύπρο για την Ομόνοια, αλλά στη Β’ Ισπανίας, σε ομάδα από την οποία είχα πρόταση».

Για τα μεγαλύτερα ματς της καριέρας του: «Από τον πάγκο, το 3-1 στο “Καμπ Νου” από την Μπαρτσελόνα και το 3-1 επί της Γιουβέντους στο ΟΑΚΑ. Από αυτά που συμμετείχα, οι δύο τελικοί. Το ΑΕΛ-Παναθηναϊκός 2-1 και το Παναθηναϊκός-ΠΑΟΚ 4-1. Και τα τελευταία δύο ματς πρωταθλήματος το 2004, με την Προοδευτική στον Κορυδαλλό και τον Πανηλειακό στον Πύργο».

Για τον Παναθηναϊκό επί Βαρδινογιάννη: «Εκείνα τα χρόνια, όταν ταξιδεύαμε για ευρωπαϊκά ματς, η ομάδα εξέπεμπε κύρος και εισέπραττε σεβασμό ακόμα κι από ευρωπαϊκά μεγαθήρια. Οι εγκαταστάσεις ήταν πρότυπες στην Ελλάδα και ευρωπαϊκού επιπέδου. Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι στη διακοπή του ολλανδικού πρωταθλήματος τον χειμώνα, είχε έρθει ο Άγιαξ για προετοιμασία λίγων ημερών στην Παιανία. Ο Άγιαξ του Λιτμάνεν, του Κλάιφερτ, του Ντε Μπουρ… Ήταν μια-δυο χρονιές προτού τους αντιμετωπίσουμε στον ημιτελικό. Είχα καθίσει να παρακολουθήσω την προπόνηση των τερματοφυλάκων και μου είχε κάνει εντύπωση ότι ένα ψηλόλιγνο παιδί έκανε προπόνηση μόνο με την μπάλα στα πόδια και κοντινές ή μακρινές μεταβιβάσεις. Ήταν ο Φαν Ντερ Σαρ. Είχαν προβλέψει την εξέλιξη της θέσης του τερματοφύλακα και προετοίμαζαν τον πρώτο τερματοφύλακα με αυτά τα χαρακτηριστικά σε όλη την Ευρώπη. Χάσαμε τουλάχιστον δύο πρωταθλήματα από εξωγενείς παράγοντες, ήταν άλλο το πρεστίζ του συλλόγου. Θεωρώ ότι πάντα το πρόβλημα διοικητικά στον Παναθηναϊκό, ανεξάρτητα από την κεφαλή, ήταν η “αυλή”. Στην οποία “αυλή” πάντα υπήρχαν κάποιοι άνθρωποι που δεν είχαν στόχο την πρόοδο της ομάδας, αλλά το ατομικό όφελος. Είτε οικονομικό είτε φιλοδοξία. Πολλές φορές, για να το υπηρετήσουν, διαστρέβλωναν την πραγματικότητα μεταφέροντας λανθασμένη εικόνα για τον ιδιοκτήτη. Τουλάχιστον αυτό έζησα εγώ επί Βαρδινογιάννη και επί Αλαφούζου».

Για την πολυμετοχικότητα: «Έχω διαβάσει και ακούσει πολλά, αλλά δεν ήμουν στην ομάδα. Η επάνοδός μου το 2011 συνδυάστηκε με δυσθεώρητες οικονομικές υποχρεώσεις και ασταθή διοίκηση. Κυριαρχούσε η αβεβαιότητα για το μέλλον. Θεωρώ ότι το 2011, σε μια σεζόν στην κόψη του ξυραφιού, ο Παναθηναϊκός στερήθηκε τη δυνατότητα να διεκδικήσει το πρωτάθλημα από εξωγενείς παράγοντες».

Για τον Γιάννη Αλαφούζο: «Εμφανίστηκε στο προσκήνιο έχοντας την ιδέα της Παναθηναϊκής Συμμαχίας, που αποδείχθηκε δυστυχώς ουτοπική. Όταν είδε, ότι η αρχική ιδέα του δεν υλοποιείται, αποφάσισε να βάλει ακόμη περισσότερα δικά του χρήματα, αλλά δυστυχώς, λόγω των λανθασμένων επιλογών δικών του και άστοχων επιλογών στα στελέχη του, ενώ έχει βάλει δεκάδες εκατομμύρια, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός στον κόσμο».

Για τη διαταγή πληρωμής που είχε κάνει: «Είχα προσπαθήσει να επικοινωνήσω για τα οφειλόμενα αμέτρητες φορές με στελέχη της ΠΑΕ και με αγνοούσαν επιδεικτικά. Για αυτό αναγκάστηκα να φτάσω στο άκρο. Εν συνεχεία ο Παναθηναϊκός ήταν συνεπής στις καταβολές των δόσεων και τώρα περιμένω από κάποιους κυρίους, που ήταν παρόντες στη συμφωνία που είχαμε κάνει, να τηρήσουν τη δέσμευσή τους, για το υπολοιπόμενο ποσό».

Για την καλύτερη ενδεκάδα του Παναθηναϊκού: «Βάντσικ – Γιούρκας, Χένρικσεν, Κυργιάκος, Μινχ – Μπασινάς, Ζιλμπέρτο, Λέτο, Καραγκούνης – Βαζέχα, Σισέ».

Για το αν φοβήθηκε ποτέ: «Μπορώ εύκολα να θυμηθώ το ματς στη Ριζούπολη. Αγωνιστικά, εκείνη η ομάδα ήταν ίσως ο πιο πλήρης Παναθηναϊκός όλων των εποχών. Υπό κανονικές συνθήκες δεν υπήρχε περίπτωση να χάναμε το πρωτάθλημα. Ήταν οργανωμένο σχέδιο τρομοκρατίας, αλλοιώθηκαν οι συνθήκες του αγώνα. Το χειρότερο ήταν ότι οι παίκτες έγιναν δύο φορές θύματα, γιατί μια-δυο μέρες μετά έγινε η εισβολή στην Παιανία από οπαδούς του Παναθηναϊκού. Σταδιακά διαλύθηκε μέσα σε δυο χρόνια μια ομάδα που, παρότι πήρε νταμπλ την επόμενη σεζόν, αν είχε κρατηθεί και ενισχυθεί θα έκανε και σπουδαίες ευρωπαϊκές πορείες».

Για το αν έχει νιώσει ντροπή για συμπεριφορές οπαδών του Παναθηναϊκού: «Αρκετές φορές. Θα ήμουν ψεύτης αν απαντούσα κάτι διαφορετικό. Συμπεριφορά και σε ματς εναντίον άλλων ομάδων και εναντίον των παικτών μας. “Βιαιόμετρο” δεν έχω, αλλά νομίζω ότι στη Ριζούπολη ήταν κάτι οργανωμένο και πολύ ακραίο. Θυμήσου τι είχε γίνει, τι είχαμε βιώσει οι παίκτες και σκέψου ότι τώρα διακόπτεται ματς για μια φωτοβολίδα».