Ήταν μία από τις αποφάσεις που εμπεριέχουν τεράστιο ρίσκο. Από τους «Αθάνατους» του Αρίγκο Σάκι, η Μίλαν βρέθηκε στα χέρια του άπειρου Φάμπιο Καπέλο, την περίοδο 1991-92.

Ένας 45χρονος, κλήθηκε να αντικαταστήσει έναν «θρύλο» της προπονητικής που είχε κερδίσει δυο συνεχόμενα Τσάμπιονς Λιγκ, Ιντερκοντινένταλ και Ευρωπαϊκά Σούπερ Καπ, ένα πρωτάθλημα Ιταλίας και το Ιταλικό Σούπερ Καπ. Είχε οδηγήσει την Μίλαν στην κορυφή του κόσμου.

Ο Φάμπιο Καπέλο δεν είχε δουλέψει ποτέ ως πρώτος προπονητής. Ήταν προσωρινός πρώτος τεχνικός μόνο για τα τελευταία παιχνίδια της σεζόν 1986-87 και στη συνέχεια δούλεψε ως βοηθός του Νιλς Λίντχολμ και του Αρίγκο Σάκι.

Η πίεση τεράστια για τον νεαρό  τεχνικό. Ανέλαβε μία ομάδα με τεράστιες επιτυχίες και με τους οπαδούς της Μίλαν να γκρινιάζουν για την επιλογή της διοίκησης να τον προσλάβει στη θέση του αγαπημένου τους Αρίγκο Σάκι. Παρά την απειρία του, ο Φάμπιο Καπέλο είχε τεράστια δυναμική.

Πριν από το ξεκίνημα της σεζόν είχε πει με περίσσια αυτοπεποίθηση: «Περιμένω πολλά από όλους. Περιμένω να παίξουμε πολύ καλά στο πρωτάθλημα και έχω μεγάλη επιθυμία να επιστρέψει η ομάδα στην κορυφή της Ευρώπης και στην κορυφή της Ιταλίας. Πρώτα η Ιταλία, μετά η Ευρώπη και μετά ο υπόλοιπος κόσμος!».

Η προσέγγιση του ήταν διαφορετική από αυτή του Σάκι. «Σφιχτό» 4-4-2, γιατί ήξερε ότι είχε στα χέρια του κάποιους από τους καλύτερους αμυντικούς στον κόσμο. Φράνκο Μπαρέζι, Πάολο Μαλντίνι, Μάουρο Τασότι, Αλεσάντρο Κοστακούρτα. Σε ολόκληρο το πρωτάθλημα εκείνης της σεζόν μόνο δύο ομάδες κατάφεραν να σκοράρουν πάνω από μία φορά απέναντι στους «ροσονέρι». Κι αυτό όταν όλα είχαν κριθεί. Την 30η αγωνιστική (Τορίνο-Μίλαν 2-2) και την 34η και τελευταία (Φότζια-Μίλαν 2-8).
 

Ο κόσμος και ο Τύπος ζητούσε ανανέωση πριν από την έναρξη της χρονιάς. Οι περισσότεροι θεωρούσαν την ομάδα «γερασμένη». Ο Καπέλο βασίστηκε πολύ στον εγωισμό των ποδοσφαιριστών του. Τους έλεγε, να δώσουν απαντήσεις στις άσχημες κριτικές και να αποδείξουν την αξία τους.
Στα μισά της σεζόν μπορεί η Μίλαν να βρισκόταν στην πρώτη θέση, αλλά πάλι οι αμφισβητίες πίστευαν ότι είναι θέμα χρόνου να «ξεφουσκώσει». Σε 17 αγώνες λοιπόν είχε μαζέψει 29 βαθμούς, τρεις περισσότερους από τη Γιουβέντους, με 12 νίκες και 7 ισοπαλίες.

Είχε πει τότε ο Καπέλο: «Βρήκα μία υγιή Μίλαν, οι παίκτες έχουν ανακτήσει την αποφασιστικότητα που είχαν στα καλύτερα χρόνια τους και δεν θέλουν να δωρίσουν τίποτα χωρίς να πολεμήσουν στο γήπεδο».
Στα 9 από τα 17 παιχνίδια του πρώτου γύρου κράτησε ανέπαφη την εστία της.

Επιθετικά οδηγήθηκε με ασφάλεια από τον Μάρκο Φαν Μπάστερν που είχε πετύχει σε αυτό το διάστημα 13 γκολ. Το 1992 ξεκίνησε με εντυπωσιακό τρόπο. Με 5 συνεχόμενες νίκες (17 υπέρ – 3 κατά τα τέρματα). O Ολλανδός επιθετικός συνέχισε την εκπληκτική του επαφή με τα δίχτυα και σημείωσε συνολικά 25 γκολ στο πρωτάθλημα (ένα τέρμα κάθε 106 λεπτά), τα περισσότερα τέρματα που πετύχαινε ένας παίκτης σε μία σεζόν στη Serie A, μετά τον Βραζιλιάνο Λουίς Βινίσιο το 1965-66.

Η κατάκτηση του πρωταθλήματος, επικυρώθηκε την 32η αγωνιστική, στο 1-1 με τη Νάπολι στο «Σαν Παόλο». Την τελευταία αγωνιστική η Μίλαν «γελοιοποίησε» ξανά τους παντογνώστες κριτικούς που μιλούσαν για το βαρετό στιλ της ομάδας, με το εντυπωσιακό 8-2 στην έδρα της Φότζια. Κατέκτησε χωρίς ήττα το πρωτάθλημα, ένα σπάνιο επίτευγμα στην ιστορία του ποδοσφαίρου και το αήττητο σερί της ομάδας ανήλθε στους 58 αγώνες.

Το ρεκόρ εκτείνεται από τις 26 Μαΐου 1991 εναντίον της Πάρμα (0-0) και συμπτωματικά ολοκληρώθηκε πάλι εναντίον της Πάρμα στις 21 Μαρτίου 1993. Αυτό παραμένει το μεγαλύτερο σερί στην ιστορία των 5 κορυφαίων πρωταθλημάτων. Οι αμφισβητίες σιώπησαν. Οι υπόλοιποι την αποθέωσαν και για την πορεία εκείνης της σεζόν της έδωσαν το προσωνύμιο «Οι Ανίκητοι». Καθόλου άσχημη μετάβαση από τους «Αθάνατους» του Αρίγκο Σάκι!