Ο ελληνικής καταγωγής Τεντ Φιλιπάκος κρύβεται πίσω από την όμορφη ιστορία της ομάδας της πανέμορφης ιταλικής πόλης. Συνέντευξη στον Αποστόλη Λάμπο.
Ο ελληνικής καταγωγής Τεντ Φιλιπάκος κρύβεται πίσω από την όμορφη ιστορία της ομάδας της πανέμορφης ιταλικής πόλης. Συνέντευξη στον Αποστόλη Λάμπο.
Ατζέντης ποδοσφαιριστών και καθηγητής «sports business» στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, ο Τεντ Φιλιππάκος είναι ο άνθρωπος που έχει αναλάβει να γιγαντώσει μια πανέμορφη ιστορία. Αυτήν που αφορά το Project “Venezia FC”. Οι δύο άνοδοι σε δύο χρόνια κρίνουν ήδη το project ως απόλυτα επιτυχημένο. Και ακόμα έχει δρόμο.
Στα 36 του χρόνια ο ελληνικής καταγωγής sportsman έγινε ουσιαστικά ο άνθρωπος του Τζο Τακοπίνα, του ισχυρού δηλαδή άνδρα της Βενέτσια από τον Οκτώβριο του 2015. Ο γεννημένος στην Νέα Υόρκη Τακοπίνα, γνώρισε στο «Μεγάλο Μήλο» τον Τεντ Φιλιππάκο και αμέσως κατάλαβε ότι θα μπορούσε να τον βοηθήσει στο νέο του εγχείρημα.
Μετά τα διοικητικά του περάσματα από Μπολόνια και Ρόμα, αποφάσισε να αναλάβει κάτι από το μηδέν και να το γιγαντώσει με τη βοήθεια νέων ανθρώπων, και φυσικά με την αύρα της πανέμορφης Βενετίας, η οποία έχει χάσει αρκετές γενιές φιλάθλων από την αφάνεια στην οποία είχε περιέλθει η Βενετία.
Ο Αποστόλης Λάμπος συνάντησε τον Τεντ Φιλιππάκο κατά την διάρκεια της επίσκεψής του στην Ελλάδα και ο ελληνομαερικανός διευθυντής της Βενέτσια ανέλυσε το Project Venezia, αλλά και τις παθογένειες που υπάρχουν στο ελληνικό ποδόσφαιρο.
«Τα σπορ είναι οι επιχειρήσεις οι οποίες πρέπει να φέρνουν χρήματα. Πρέπει να είναι έτσι δομημένες ώστε να αποφέρουν χρήματα. Τα σπορ είναι μέσα ψυχαγωγίας και ως τέτοια πρέπει να αντιμετωπίζονται».
Η βιομηχανία των σπορ όπως θα έπρεπε να είναι
Πολύ ρομαντικός ο Τεντ Φιλιππάκος για τα ελληνικά δεδομένα, έχει ξεκάθαρο στο μυαλό του το τι σημαίνει η βιομηχανία των σπορ και το πώς μπορούν να αποτελούν μέσα εισροής χρημάτων. Σαφώς και δεν είναι το ίδιο εύκολο για την Ελλάδα σε αυτή την οικονομική συγκυρία, αλλά και με την νοοτροπία (πείτε το και ταμπεραμέντο) που διακατέχει τους Έλληνες.
«Σίγουρα και στο NBA οι φίλαθλοι των ομάδων είναι φανατικοί. Μπορεί να μην είναι στο ίδιο επίπεδο με τους φιλάθλους του Παναθηναϊκού, του Ολυμπιακού και του ΠΑΟΚ, αλλά ακολουθούν πολύ πιστά τις ομάδες τους, χαίρονται και στεναχωριούνται πολύ γι’ αυτές.
 
Πιστεύω όμως πως η μεγάλη διαφορά έγκειται στον τρόπου που οι διοικήσεις προσεγγίζουν τα προϊόντα τους. Και δεν θέλω να πω ότι σύλλογοι όπως ο Παναθηναϊκός και ο Ολυμπιακός δε λειτουργούν σοβαρά, θεωρώ όμως πως οι Λίγκες, στο σύνολο των ομάδων που έχουν στους κόλπους τους, δεν λειτουργούν σωστά απέναντι στα προϊόντα τους.
 
Για παράδειγμα στο NBA το πρωτάθλημα είναι το προϊόν και οι ομάδες που βρίσκονται στους κόλπους της Λίγκας, δουλεύουν όλες μαζί με κοινό σκοπό την πρόοδο του πρωταθλήματος στο σύνολό του. Αυτό δεν το βλέπουμε στην Ελλάδα. Δεν υπάρχει το ενδιαφέρον να αναπτυχθεί η Super League γενικότερα. Ο καθένας νοιάζεται για το προσωπικό του συμφέρον.
 
Αν το ίδιο συνέβαινε στο NBA τότε θα είχαμε ένα πρωτάθλημα το ενδιαφέρον του οποίου θα περιοριζόταν στις πιο μεγάλες πόλεις και στις ομάδες με τα περισσότερα χρήματα και το πρωτάθλημα ως σύνολο δε θα είχε κανένα ενδιαφέρον.
Στην Αμερική, ακόμα και στο MLS έχουν αντιληφθεί όλες οι ομάδες ότι είναι προς όφελος όλων των ομάδων το να είναι δυνατές όλες οι ομάδες. Γι’ αυτό και όλες έχουν λόγο στο marketing του προϊόντος, ανταλλάζουν ιδέες. Ξέρουν ότι ο μεγάλος ανταγωνισμός μόνο καλό μπορεί να κάνει στην Λίγκα. 
 
Και στην τελική πρόκειται για προϊόντα ψυχαγωγίας, τα οποία απευθύνονται σε φιλάθλους που πρέπει να γεμίζουν τα γήπεδα. Αν δεν γεμίζουν τα γήπεδα τότε δεν μιλάμε για ψυχαγωγία. Η ψυχαγωγία στα σπορ έρχεται από τον υγιή ανταγωνισμό.»
Ένας ελληνοαμερικάνος στην Βενετία
Όλες τις τεχνοκρατικές γνώσεις που έλαβε από τις σπουδές και τις επαγγελματικές του συνεργασίες, ο Τεντ Φιλιππάκος θέλησε να τις μεταλαμπαδεύσει στον Ιταλικό βορρά και την Βενέτσια. 
«Το 2015, ο πρόεδρος μας Τζο Τακοπίνα, έσωσε την Βενέτσια από την χρεοκοπία, επί της ουσίας λίγο πριν ξεκινήσει η σεζόν 2015-16. Την πρώτη του χρονιά κατάφερε να ανεβάσει την ομάδα από την Serie Dστην Lega Pro. Λίγο πριν την επίτευξη της ανόδου, τους πρώτους μήνες του 2016, έψαχναν έναν διευθύνοντα σύμβουλο. 
Μέσω κοινών γνωστών έφτασαν σε μένα και με κάλεσαν να ενισχύσω το project τους. Βρεθήκαμε αρχικά στην Νέα Υόρκη και εν συνεχεία πήγα για πρώτη φορά στην Βενετία τον Απρίλιο του 2016 ώστε να αποκτήσω και ιδία άποψη για το εγχείρημα. Επισήμως εντάχθηκα στην ομάδα το καλοκαίρι του 2016».
Μια όμορφη ιστορία παγκόσμιων διαστάσεων
Η απόφαση να αφήσει την Αμερική και την Νέα Υόρκη για ένα τέτοιο project δεν ήταν εύκολη, αν και ο ίδιος διέκρινε πως υπήρχε η δυνατότητα για να δημιουργηθεί μια υπέροχη ιστορία σε μια μαγική πόλη. Όπερ και εγένετο, με αποτέλεσμα μεγάλοι οργανισμοί όπως τοBBC, ο Guardian, το ESPN και άλλοι να φτιάξουν ντοκιμαντέρ για το νέο «Talk of the Town» του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. 
«Εμείς επί της ουσίας αναλάβαμε την Βενέτσια με σκοπό να κάνουμε ένα ολοκληρωτικό restart στην ομάδα. Το club ήταν χρεοκοπημένο και έπρεπε να το χτίσουμε και πάλι από το μηδέν, κάτι το οποίο προϋπέθετε πολλή δουλειά για μας. 
 
Το δικό μου πεδίο ευθύνης ήταν αρχικά η επανεκκίνηση του ονόματος του συλλόγου (rebranding). Να αναπτύξω και πάλι το όνομα της ομάδας, να βρω χορηγίες, να βρω στρατηγικούς συμπαίκτες που θα ενίσχυαν την προσπάθεια και να αναπτύξω την ομάδα ως επιχείρηση ώστε να ξανακάνουμε μεγάλη την ομάδα.
Όχι μόνο στην τοπική κοινωνία. Σκοπό μας είναι να κάνουμε το brand της Βενέτσια παγκόσμιο. Να μιλά για μας όλος ο κόσμος. Κι αυτό διότι έχουμε το σπουδαίο πλεονέκτημα της Βενετίας. Πιστεύουμε ότι μπορούμε να δημιουργήσουμε μια ομάδα η οποία θα αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι μιας εντυπωσιακής πόλης».
Μια ομάδα πέρα από την περιοχή την οποία εκπροσωπεί είναι άμεσα συνυφασμένη με τον κόσμο της. Και η Βενέτσια που φυτοζωούσε τα προηγούμενα χρόνια έχασε αρκετές γενιές φιλάθλων. Αυτό είναι άλλο ένα μεγάλο στοίχημα για τον Τεντ Φιλιππάκο. 
 
«Το πρώτο πλάνο στο project μας δεν ήταν ασφαλώς να σκεφτόμαστε την εξάπλωση μας έξω από την Βενετία. Αλλά φυσικά να δημιουργήσουμε ξανά ισχυρούς συνεκτικούς δεσμούς με τους φιλάθλους της πόλης μας. Έπρεπε να επανενεργοποιήσουμε μια βάση φιλάθλων. 
Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, η ομάδα πέρασε δύσκολες στιγμές με τρεις χρεοκοπίες. Πιο παλιά η Βενετία έζησε από κοντά παίκτες όπως ο Ρεκόμπα και σπουδαίες στιγμές οι οποίες εξέλειψαν τα τελευταία χρόνια, με αποτέλεσμα ο κόσμος να χάσει το ενδιαφέρον του. Οι νέοι της πόλης μας σήμερα δεν έχουν καμία σχέση με την ομάδα.
 
Οπότε εμείς στην πόλη μας, έπρεπε να χτίσουμε ξανά τη σχέση μας με τις προηγούμενες γενιές και να τους φέρουμε πίσω στο γήπεδο. Εν συνεχεία έπρεπε να χτίσουμε μια νέα σχέση με τις νεότερες γενιές της πόλης μας ώστε να έρθουν και εκείνοι στο γήπεδο. Αυτό είναι πολύ δύσκολο. 
 
Ωστόσο μπορούμε να πετύχουμε αυτό με νέες προοδευτικές και μοντέρνες μεθόδους στην ιταλική αγορά. Μπορούμε να τους προσεγγίσουμε χρησιμοποιώντας τα social media και την τεχνολογία και με το να αναδεικνύουμε με εορταστικό τρόπο την οπαδική κουλτούρα, αλλά και το concept της ομάδας μας την οποία θέλουμε να την εντάξουμε και πάλι στην κοινωνία της Βενετίας.
 
Όταν αυτή η προσπάθειά μας στεφθεί από επιτυχία τότε θα έχουμε μια πιο σπουδαία ιστορία να διηγηθούμε στον υπόλοιπο κόσμο. Ήδη η προσέλευση των φιλάθλων μας είναι αρκετά ικανοποιητική, καθώς ξεπερνά αρκετές από τις ομάδες της Serie B».
 

Φυσικά ένα project νέας ομάδας που σέβεται τον εαυτό του απαιτεί κι ένα γήπεδο που να σέβεται τους φιλάθλους που φιλοξενεί. Τι λέει γι΄ αυτό ο Τεντ Φιλιππάκος, μιας και το γήπεδο της Βενέτσια αποτελεί για την Ιταλία ότι η Λεωφόρος για την Ελλάδα.
«Το γήπεδο μας είναι το δεύτερο αρχαιότερο της Ιταλίας, ενώ και ο καιρός στη Βενετία είναι ο πιο άστατος σε ολόκληρη τη χώρα γεγονός που αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα. Παρ’ όλα αυτά φέτος έγινε το πρώτο sold out μετά από είκοσι χρόνια στο ντέρμπι με την Πάντοβα. Είχαμε μέσο όρο 3.000 θεατές και ρεκόρ προσέλευσης ήταν οι 6.000 με την Πάντοβα.
 
Ασφαλώς και άμεση προτεραιότητά μας είναι η κατασκευή νέου γηπέδου και γι’ αυτό το λόγο είμαστε σε συνεργασία με την τοπική κυβέρνηση για τη δημιουργία ενός σταδίου χωρητικότητας 20-25.000 θεατών, το οποίο ελπίζουμε θα μας φέρει στη νέα εποχή. Αυτό θα είναι και το τελευταίο κομμάτι για να γίνουμε και πάλι τεράστιοι.
 

Χωρίς νέο γήπεδο δε μπορούμε να κάνουμε το βήμα προς την Serie A. Πιστεύω πως σε έναν χρονικό ορίζοντα τριετίας θα έχουμε μπει στο νέο μας γήπεδο. Συνεπώς θεωρώ πως την νέα σεζόν στόχος μας θα είναι να παραμείνουμε εύκολα στην Serie B και νομίζω πως θα το πετύχουμε». 
Ο Φίλιπο Ιντσάγκι πανηγυρίζει ακόμα
Ποιος θα τολμήσει βέβαια να το πει αυτό στον προπονητή της ομάδας, ο οποίος δεν είναι άλλος από τον Φίλιπο Ιντσάγκι. Τον άνθρωπο «γκολ» οι πανηγυρισμοί του οποίου έχουν μείνει για πάντα χαραγμένοι στις μνήμες όλων των φιλάθλων. Έτσι ακριβώς πανηγυρίζει και τις νίκες με την ομάδα του. 
 
«Η συνεργασία μου με τον Φιλίπο Ιντσάγκι είναι να τον αφήνω να κάνει τη δουλειά του και να μην μπλέκω στα πόδια του. Είναι ένας απίστευτα συγκεντρωμένος επαγγελματίας. Είναι σίγουρα μια από τις πιο διάσημες ποδοσφαιρικές φιγούρες στον κόσμο, ιδιαίτερα για τον τρόπο που πανηγύριζε. 
 
Θα μπορούσε μέσω αυτού, να ζει έτσι, να το εκμεταλλεύεται, αλλά δεν το κάνει. Είναι πολύ συγκεντρωμένος στην ομάδα του και στο αποτέλεσμα κάθε αγώνα με σοβαρότητα και επαγγελματισμό και αυτό είναι το μόνο που τον ενδιαφέρει. 

Κάποιες φορές οι ισορροπίες είναι λεπτές, διότι εμείς προσπαθούμε να χτίσουμε το όνομα της ομάδας και να το επεκτείνουμε, με εκείνον ως κομμάτι του. Αλλά με εκείνον μόνο σε ότι έχει να κάνει με τον ρόλο του. Δεν τον χρησιμοποιούμε εξαιτίας του πρότερου βίου του. 
 
Δεν είναι το κεντρικό κομμάτι του παζλ μας. Είναι βασικό κομμάτι, αλλά όχι το κεντρικό. Είναι βασικός ως προπονητής της ομάδας μας. Θέλουμε να ασχολείται με την ομάδα και μόνο. Δεν τον μεταχειριζόμαστε ως ξεχωριστή προσωπικότητα. Είναι ένας σοβαρός προπονητής και δε θέλω να νομίζει ότι τον προσλάβαμε για το όνομα που έχτισε ως ποδοσφαιριστής.
 
Είτε είναι, είτε δεν είναι διάσημος, εμείς αναγνωρίζουμε ότι φέτος έκανε εξαιρετική δουλειά. Ήταν σε δύσκολη κατάσταση όταν ξεκίνησε την προπονητική του καριέρα από την Μίλαν, οπότε ήταν πολύ προσεκτικός ως προς την επόμενη επιλογή του. Οπότε επέλεξε το project μας ως μια ευκαιρία να ξεκινήσει εκ νέου την καριέρα του. Πιστεύω επίσης ξεκάθαρα ότι κι εκείνος «μεγάλωσε» ως προπονητής στην ομάδα μας.
 

Θα ήθελα επίσης να σου πω, ότι όταν μας παρουσιάστηκε ως προπονητής, ήξερε τα πάντα για την ομάδα μας, ήξερε τα πάντα για όλους τους αντιπάλους μας και για κάθε παίκτη της κατηγορίας. Ήταν πανέτοιμος να δουλέψει. Απόλυτα εντυπωσιακό για έναν άνθρωπο του (ποδοσφαιρικού) επιπέδου του.
 
Δημιούργησε επίσης στην ομάδα μας ένα εξαιρετικό σύνολο με σπουδαία ατμόσφαιρα. Το πρώτο μισό της σεζόν βέβαια δεν ήταν στρωμένο με ροδοπέταλα. Όμως σας είπα μεγάλωσε κι αυτός μέσα από την ομάδα και η χρονιά τελείωσε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
 
Είχε κι εκείνος ένα σημαντικό μερίδιο της επιτυχίας μας. Φυσικά πολλά credits πάνε στον πρόεδρό μας τον Τζο Τακοπίνα, αλλά και τον τεχνικό μας διευθυντή τον Τζιόρτζιο Περινέτι ο οποίος έκανε πραγματικά καταπληκτική δουλειά χτίζοντας το ρόστερ».
 

«Ο τρόπος που ο Ιντσάγκι πανηγυρίζει τα γκολ της Βενέτσια ως προπονητής, είναι παρόμοιος με τον τρόπο που πανηγύριζε ως παίκτης. Η ομάδα μας είχε ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό. Πετύχαμε πολλά γκολ κοντά στο 90ό λεπτό οπότε καταλαβαίνεις τί γινόταν.»
Οι στόχοι της ομάδας
Με προπονητή τον Ιντσάγκι, με project βαλμένο καλά σε ράγες που κάνουν δύσκολο έως αδύνατο τον εκτροχιασμό, η Βενέτσια θέτει έναν έναν τους στόχους της μέχρι την επάνοδο στην Serie A.
«Στο ποδόσφαιρο ποτέ δεν ξέρεις βέβαια. Ήδη έχουμε ένα πολύ δυνατό σύνολο και έναν εξαιρετικό προπονητή όπως είναι ο Φίλιπο Ιντσάγκι, αλλά και έναν πολύ καλό τεχνικό διευθυντή, οπότε δεν ξέρεις τι μπορεί να συμβεί. Εμείς θέλουμε να δούμε τη νέα χρονιά ως μια σταθεροποιητική χρονιά. Για το μεγάλο βήμα στην Serie Α νομίζω ότι είναι προϋπόθεση το γήπεδο.
 
Άλλωστε αυτό που όλοι ήδη βλέπουν στην Ιταλία είναι ότι η ομάδα μας και το  brand της είναι τα πιο ανερχόμενα στην Ιταλία.  Βιώνουμε ήδη μεγάλο εθνικό ενδιαφέρον από οργανισμούς όπως η Gazzetta, η Coriere, η RAI, όλοι μιλούν για μας.
Μας εξετάζουν σαν μια μοντέρνα ομάδα, με δυναμική πολιτική και φρέσκιες ιδέες και προοπτική. Και έχουμε πετύχει το να γίνουμε μια υπέροχη ιστορία, έχοντας ένα γήπεδο που πλησιάζει τα 100 χρόνια ζωής. Οπότε χρειαζόμαστε έναν ακόμα χρόνο πολιτικών διεργασιών και δύο χρόνια εργασιών για να ολοκληρωθεί το νέο μας γήπεδο.»
Ο Τζο Τακοπίνα είναι ένας άνθρωπος με μεγάλες φιλοδοξίες που διακατέχεται από απαράμιλλο επιχειρηματικό δαιμόνιο. Άνθρωπος που δε φοβάται το ρίσκο και δε φοβάται τις αλλαγές, τρέχει το project Venezia με περίσσιο ζήλο.
«Ο πρόεδρός μας, είναι ο πρόεδρος που είχε οργανώσει όλο το αμερικανικό επενδυτικό γκρουπ που ανέλαβε τη Ρόμα, όπου εκείνος διατέλεσε αντιπρόεδρος για τέσσερα χρόνια. Στη συνέχεια αποχώρησε και ανέλαβε την Μπολόνια, στην οποία διατέλεσε πρόεδρος και την ανέβασε από την Serie B στη Serie A.
 
Οι σχέσεις του όμως με τους ανθρώπους της ομάδας δεν εξελίχθηκαν όπως θα ήθελε κι έτσι αποφάσισε να αναλάβει μια ομάδα δική του από το μηδέν. Έτσι κατέληξε στην Βενέτσια. Κι αυτό όχι μόνο διότι η ομάδα ήταν όντως στο μηδέν, αλλά και λόγω της πόλης.
 
Διότι αν δεις το χάρτη, θα διαπιστώσεις πως η Βενετία είναι μια από τις πιο σπουδαίες πόλεις της Ευρώπης, η οποία όμως δεν έχει υψηλού επιπέδου ποδοσφαιρική ομάδα και είδε εκεί μια μεγάλη ευκαιρία».
Ο αντίκτυπος του project
Τα αποτελέσματα έχουν ήδη αρχίσει να διαφαίνονται για την Βενέτσια και φυσικά δε μιλάμε για τα αποτελέσματα εντός αγωνιστικού χώρου.
«Το πιο ενδιαφέρον πράγμα που συμβαίνει στην ομάδα μας είναι η όμορφη ιστορία που διαδίδουμε, αλλά και το πώς έχει μεγαλώσει το ενδιαφέρον για την Βενέτσια από τοπική κοινωνία στην υπόλοιπη Ιταλία και κατ’ επέκταση στον υπόλοιπο κόσμο. 
 
Νομίζω ότι αποτελούμε ένα σπουδαίο παράδειγμα για τη δύναμη του “branding” του “marketing”, αλλά και των social media μιας ποδοσφαιρικής ομάδας. Χρησιμοποιούμε τις καλύτερες πρακτικές και τις καλύτερες ιδέες με έναν τρόπο που μας δίνει μια μοναδική δυναμική.
 
Θα σου φέρω ένα παράδειγμα. Μεγάλος μας αντίπαλος είναι η γειτονική Πάντοβα. Δεν έφτασαν ποτέ σε μια χρεοκοπία όπως εμείς, δεν έχασαν ποτέ τις γενιές φιλάθλων που χάσαμε εμείς. Όταν αναλάβαμε όμως εμείς, η ιστορία της ομάδας απέκτησε μια τεράστια ορμή και οι άνθρωποι έβλεπαν το τι κάναμε εμείς μέσω social media και αντιλαμβάνονταν πως κάτι διαφορετικό συμβαίνει.
Η Πάντοβα λοιπόν ως οργανισμός λογικά θα έπρεπε να μας μισεί ως αιώνιοι αντίπαλοι που είμαστε. Όμως εκείνοι μας κάλεσαν να μιλήσουμε σε ένα σεμινάριο για τη σχέση των social media με τα sports. Είχαν εντυπωσιαστεί από την προσέγγισή μας, αλλά και με το ό,τι κάναμε πράγματα διαφορετικά από τα συνηθισμένα.
 
Έχουμε δει ομάδες να μας αντιγράφουν, έχουμε δει δημοσιογραφικούς οργανισμούς να μας αντιγράφουν κι αυτό δε με πειράζει. Αντιθέτως με χαροποιεί το ότι έχουμε φρέσκιες, νέες ιδέες που μας βοηθούν να βελτιωνόμαστε και αντιλαμβανόμαστε το πώς το ποδόσφαιρο υπάρχει για να ενώνει τον κόσμο».
Το ποδόσφαιρο ως ολότητα
Πώς μπορεί να συνδεθεί ο υπέροχος κόσμος που μας αναλύει ο Τεντ Φιλιππάκος με το ελληνικό ποδόσφαιρο; Η μακροσκελής κατακλείδα ύστερα από την συνάντησή μας αποτελεί ίσως και ένα παράδειγμα για το πώς πρέπει να αντιμετωπίσει ο (επιχειρηματικός κυρίως) το λαοφιλέστερο των σπορ στην Ελλάδα. 
«Ο κόσμος χαίρεται με το γεγονός ότι εμείς ήρθαμε για να κάνουμε κάτι διαφορετικό σε μια χώρα που πάντα συμβαίνουν τα ίδια πράγματα. Ιδανικά για μένα το ποδόσφαιρο θα έπρεπε να είναι «ένα όχημα» που φέρνει τους ανθρώπους κοντά. 
 
Δυστυχώς αυτό δε συμβαίνει στην Ελλάδα. Και πραγματικά ποιον νοιάζει να υπάρχουν 22 άτομα που κλωτσούν μια μπάλα αν δεν υπάρχει κόσμος να τους παρακολουθεί; Στο τέλος της ημέρας, τόσο εδώ στην Ιταλία όσο και στην Ελλάδα υπάρχει πολύ πάθος για το ποδόσφαιρο. Κι αυτό δε συμβαίνει κυρίως για τον τρόπο με τον οποίο παίζεται το ποδόσφαιρο. Αυτό πηγάζει από τον τρόπο με τον οποίο συνδέονται οι οπαδοί στις εξέδρες. Πανηγυρίζουν ή λυπούνται όλοι μαζί.
Πραγματικά μεγάλωσα αγαπώντας το ελληνικό ποδόσφαιρο. Παρά το γεγονός ότι συμβαίνουν πολλά απογοητευτικά γύρω από αυτό. Θα ήθελα πολύ όμως να το δω να προοδεύει, να εξελίσσεται και να πηγαίνει στο επόμενο επίπεδο, τόσο σε επίπεδο ανταγωνισμού όσο και σε επιχειρηματικό επίπεδο.
 
Πρέπει να επιστρέψει ο κόσμος στα γήπεδα. Νομίζω ότι η δομή και η οργάνωση του ποδοσφαίρου έχει απογοητεύσει πολύ κόσμο. Σε αυτή τη χώρα ο κόσμος αγαπάει τα σπορ και έχει πολύ πάθος γι’ αυτά. Νοιάζονται πολύ για τις ομάδες τους.
 
Πιστεύω πραγματικά ότι μπορεί να βελτιωθεί το προϊόν χωρίς πολλά χρήματα. Δε χρειάζεται να έχει κανείς τα λεφτά της Μπάγερν Μονάχου, της Παρί Σεν Ζερμέν, της Μάντσεστερ Σίτι. Δεν χρειάζεται ούτε το ταλέντο της Μπαρτσελόνα ή της Γιουβέντους.
Δε χρειάζεσαι όλα αυτά για να φέρεις τον κόσμο πίσω στο γήπεδο, έτσι ώστε να δημιουργηθούν νέες υγιείς ποδοσφαιρικές κοινότητες. Υπάρχει τρόπος να φέρεις τον κόσμο πίσω, ώστε να γίνει το ποδόσφαιρο γιορτή. Υπάρχει η προοπτική, θα λάτρευα να το δω αυτό να συμβαίνει στο ελληνικό ποδόσφαιρο.
 
Φυσικά αυτό δεν πρόκειται να συμβεί αν εξακολουθήσουν να βλέπουν οι διοικήσεις το ποδόσφαιρο μονόπλευρα με μοναδικό σκοπό το δικό τους συμφέρον. Για να προοδεύσει το ποδόσφαιρο θα πρέπει να δουν όλοι την Superleague ως ολότητα, η οποία μπορεί να ευνοήσει τους πάντες.
 
Επίσης πρέπει να αλλάξει ο τρόπος που βλέπουν το ποδόσφαιρο στην Ελλάδα από επιχειρηματική σκοπιά. Με ενδιαφέρει προσωπικά η ανάπτυξη του ελληνικού ποδοσφαίρου και θα ήθελα πολύ να συμβεί και θα με χαροποιούσε να είμαι μέρος αυτής της ανάπτυξης».