Μπορεί τον Πιερ Πάολο Παζολίνι, να τον κέρδισε η Τέχνη, αλλά η βαθιά του επιθυμία ήταν να είχε γίνει ένας καλός ποδοσφαιριστής.

Μπορεί τον Πιερ Πάολο Παζολίνι, να τον κέρδισε η Τέχνη, αλλά η βαθιά του επιθυμία ήταν να είχε γίνει ένας καλός ποδοσφαιριστής.
Ο Πιερ Πάολο Παζολίνι δεν ήταν μόνο συγγραφέας και δημοσιογράφος. Ήταν φιλόλογος και λογοτέχνης. Σκηνοθέτης της λεπτομέρειας, νους ανυπότακτος και πολυσχιδής, πολιτικό πρόσωπο με εμβέλεια πιο μεγάλη από ότι ο ίδιος μπορούσε να συλλάβει. Με μια λέξη διανοούμενος… καλλιτέχνης λαϊκός, πολέμιος του φασισμού και του ολοκληρωτισμού, σε βαθμό τέτοιο που αντάλλαξε μοιραία την σταδιοδρομία του με τη ίδια του τη ζωή, όταν στην Όστια, κοντά στη…”Μαμά Ρώμη” του, πυροβολήθηκε από ομάδες νεοφασιστών ή όπως ήθελε ο θρύλος ως το 2005, από τον εκπορνευόμενο Πίνο Πελόζι.


Έστω, όμως, ότι ο τεράστιος αυτός δημιουργός δεν είχε προκόψει στον στίβο των τεχνών. Τι φανταζόταν πως θα ‘θελε να γίνει; Η απάντηση του τον Γενάρη του ’73 στην δημοσιογράφο της εφημερίδας La Stampa ήταν αφοπλιστική:


” Ένας καλός ποδοσφαιριστής. Για μένα το ποδόσφαιρο είναι από τις μεγαλύτερες απολαύσεις, μετά την λογοτεχνία και τον έρωτα. ”


Διαχωρισμός όμως σε ρεαλιστικές συνθήκες πιθανότατα θα ήταν αδιανόητος. Ο τρόπος σκέψης του Παζολίνι, ήταν τόσο σύνθετος όσο και κομψός παράλληλα, που αντιλαμβανόταν πλήρως το “τελετουργικό” που ακολουθεί το ποδόσφαιρο. Αντιμετωπίζονταν στο νου του, η τέχνη και η μπάλα ως έννοιες αλληλένδετες. Λυπήθηκε για τους δημοσιογράφους που επιχειρούσαν να σχολιάσουν τα ματς δίχως ποτέ να έχουν ζήσει από μέσα τα συναισθήματα του σπορ, θύμωσε με όσους δεν βρήκαν το ποδόσφαιρο και το σινεμά, τις πιο λαοφιλείς τέχνες, ώστε να εξηγήσουν λοιπές κοινωνικές πτυχές εντός τους! Το ποδόσφαιρο άλλωστε, για τον ερασιτέχνη στράϊκερ – σε ποια άλλη θέση θα αγωνιζόταν ένας επαγγελματίας ποιητής, μια και η ντρίμπλα γι αυτόν συνιστά “ο,τι πιο ποιοτικό είχε το ποδόσφαιρο” – της δις Κυπελλούχου Ιταλίας πια και ένθερμο οπαδό της (δεν γεννήθηκε μόνο στη Μπολόνια, αλλά κλώτσησε και μπάλα πρώτη φορά στις τάξεις της) έχει τον δικό του “ΚΩΔΙΚΑ” .
Η παράβαση αυτού;
Το ΓΚΟΛ! Θέλει ό τι και το σινεμά. Σώμα, πάθος, αφοσίωση. Μόνο όντας αυθεντικός άνθρωπος μπορείς να αντιληφθείς τα εσωτερικά μηνύματα που περνούν οι αξίες των δύο χώρων. Απομακρυσμένος από τη χρηματιστηριακή τελικά αξία των δύο θεαμάτων.
Ό τι στερήθηκε από θέατρο ο απλός κοσμάκης στα γραπτά του Παζολίνι, ήρθε το ποδόσφαιρο να του τα δώσει πίσω, την εποχή μάλιστα που ο λαϊκισμός της πολιτικής αρεσκόταν σε “άρτον και θεάματα”, αλλά ο ίδιος το έβλεπε αντίθετα. Ως μέσο επανάστασης. Αλλά και στις εικόνες του ο Ιταλός αρτίστας, δε γέμισε μόνο μια και δυο τα νεκρά πλάνα των γυρισμάτων του με χωμάτινα τερέν.
Σύμφωνα με αρκετούς αναλυτές του έργου του δε, τα παιδικά του χρόνια συνδέονται αλυσιδωτά από άποψης βιωμάτων, με όσα του επέστρεψε η πίστη του στο ποδόσφαιρο και στην κουλτούρα! Ο Παζολίνι δε γεννήθηκε απλώς την περίοδο(1922) που επρόκειτο να μεσουρανήσει ο Μουσολίνι, αλλά προερχόταν από μια οικογένεια με άκρως συντηρητικές ιδέες για τον τρόπο που θα γαλουχηθεί ο ίδιος από τον στρατιωτικό πατέρα του εν αντιθέσει με την περισσότερο προοδευτική του μάνα. Ή και Μαμά…σαν τη Ρώμη.
Για εκεί που αποφάσισε να πάει να ζήσει και να εξελιχθεί. Ως άνθρωπος , ως επιστήμονας, ως αθλητής. Μέχρις ότου έρθει η καταξίωση με την πρώτη του ταινία εν έτει 1961. Έπειτα, όχι μόνο η “Μαμά Ρόμα” και η “Μήδεια” το 1969 αλλά και θρυλικά ονόματα σε πρωταγωνιστική λήψη, όπως η Άννα Μανιάνι και η Μαρία Κάλλας.


Και ύστερα…το διάσημο “Σαλό”. Ταινία απαγορευμένη κ από τις σύγχρονες Χούντες. Με εικόνες σκληρές και βίαιες…ακόμα και εγκεφαλικά. Για να καταδείξει με κάθε τρόπο τον ολοκληρωτισμό και να τονίσει πως ‘”Ο φασισμός δεν καίει μόνο σάρκες. Οδηγεί στον απόλυτο αφανισμό”, προκειμένου να εξηγήσει τις καθόλα σκληρές πλην ειλικρινείς, σκηνές της ταινίας “Σαλό” ή ”120 Μέρες στα Σόδομα”, την τελευταία του ταινία, το 1975, που αφενός θύμιζε Δάντη και ”Θεία Κωμωδία”, αφετέρου συνόψιζε την αντίληψή του για ανάγκη αφύπνισης του θεατή, για ανάγκη αντίληψης του συνόλου πως κάθε περιορισμός είναι φασισμός. Στη ζωή, στη λογοτεχνία, στη σεξουαλική ταυτότητα.


‘Η σεξουαλική ελευθερία του σήμερα για τους περισσότερους ανθρώπους είναι πραγματικά μόνο μια σύμβαση, μια υποχρέωση, ένα κοινωνικό καθήκον, μια ανησυχία, ένα απαραίτητο χαρακτηριστικό του καταναλωτικού τρόπου ζωής.” Σε άλλη ανάλυση, η ιερή αντιφασιστική νοοτροπία του, τον μετέτρεπε πολύ συχνά και σε έμπνευση για την ευρωπαϊκή αριστερά. Στη χώρα μας, ο Παζολίνι επρόκειτο να γίνει γνωστός από τα θεατρικά του σενάρια και από τα κινηματογραφικά έργα του, καθώς και από τις πιο σύγχρονες συγκρίσεις στην ερωτική , κατά βάση θεματική , με έναν άλλο σπουδαίο της γενιάς του, τον Φεντερίκο Φελίνι. Μπορεί τα αλληγορικά του λικνίσματα, στον δρόμο από το τραγούδι στον θάνατο και από τον εκμηδενισμό του σεξ στην πτώση του ανθρώπινου, να αποτέλεσαν σπουδαίο πρόδρομο της σύγχρονης καριέρας του για την Τριλογία που άφησε τελικά παρακαταθήκη, λίγοι όμως έμαθαν για τα μεταφορικά λικνίσματα του, αρχικά στην θέση “έξω δεξιά” , στα 14 χρόνια του, όταν και επέστρεψε στη Μπολόνια όπου και εντάχθηκε στην παρθενική ομάδα του. Εκεί γαλουχήθηκε ποδοσφαιρικά, εκεί πρώτη φορά πίστεψε πως ίσως ακολουθούσε μια καριέρα ίδια με τον Τζιάνι Ριβέρα και τον Σάντρο Ματζόλα, ακόμα κι αν αυτούς τελικά μόνο τα Κυριακάτικα μεσημέρια από την εξέδρα τους χάζευε από κοντά.


Ο ηθοποιός και εραστής του για ένα φεγγάρι, Νινέτο Ντάβολι κάποια στιγμή σε συνέντευξη του θα μαρτυρήσει πως το προσωνύμιο του Πιέρ Πάολο, ήταν “ΣΤΟΥΚΑΣ”, κάτι που του είχε μείνει από όταν υπήρξαν συμπαίχτες. Οφείλεται στο γεγονός πως η ταχύτητά του, τον οδηγούσε σε ένα στυλ παιχνιδιού μονάχα από τα πλάγια. Στα φοιτητικά χρόνια του, περί τις αρχές του Β’ Π.Π., θα ενταχθεί στην ομάδα του Πανεπιστημίου της Μπολόνια , όπου βρίσκει τη φόρμα του ξανά, παράλληλα με τη σπουδή και τη φιλολογία. Προτού όμως αποφασίσει να εγκατασταθεί στη Ρώμη μόνιμα, στο δρόμο του θα βρεθούν οι δύο σύλλογοι του Φριούλι, η S.A.S. Casarsa και η Sangiovannese , μια και εκεί θα αναγκαστεί να περάσει τη συνέχεια του πολέμου.
Κι ύστερα η Ρώμη. Και τα περίχωρα της. Και οι γεμάτες χώμα φτωχογειτονιές της που θα φιλοξενήσουν το ταλέντο του πρωταγωνιστή μας από τα 1950 , οπότε και εκδιώχθηκε οριστικά από τη γενέτειρά του, διαγεγραμμένος πια και από το Κομμουνιστικό Κόμμα. Εκεί οι αλάνες δε μύριζαν μόνο ποδόσφαιρο , αλλά και εμπνεύσεις για τις μελλοντικές επιτυχίες του στον ιταλικό κινηματογράφο.
“Η καρδιά μου θα χτυπάει στα όρια της θρόμβωσης»
Το ίδιο θα συμβαίνει μέσα του τις Kυριακές που ακόμα κι αν δεν μπορεί να παρακολουθεί την αγαπημένη του Μπολόνια από κοντά το ίδιο εύκολα, θα γίνει μόνιμος κάτοικος του Ολίμπικο της Ρώμης. Και πώς θα μπορούσε να ζήσει μακριά από τα ματς, ακόμα κι ως θεατής…
Ως παίκτης όμως; Η χρυσή τομή θα βρεθεί χάρη στην μικτής ομάδας καλλιτεχνών που θα στήσει και τη φανέλα της οποίας θα φορέσουν αρκετοί διάσημοι. Η φυσική κατάστασή του δεν θα χαθεί στιγμή, μια και οι καταχρήσεις δε χωρούν στην καθημερινότητά του. Χώρο για προπονήσεις βρίσκει ακόμα και στην προετοιμασία επαγγελματικών συλλόγων, όσο παράλληλα πρωταγωνιστεί σε πολιτιστικό επίπεδο. Δεν είναι λίγες δε οι φορές που κανονίζει το συνεργείο που γυρίζει τις ταινίες του φιλικά ματς με τα αντίστοιχα, άλλων συναδέλφων του σκηνοθετών.
Το κύκνειο άσμα του ήταν το «120 μέρες στα Σόδομα» με τον παραγωγό Ρενάλντο Γκριμάλντι να βλέπει το κοινό να ουρλιάζει, τους πολιτικούς να αντιδρούν και τις εισαγγελικές παρεμβάσεις να καθίστανται αναπότρεπτες.
Πολέμιοι της ελευθερίας στη γνώμη την έκφραση και την δημιουργία, υπήρχαν πάντα ανεξαρτήτως Ηπείρου , πολιτικής κατάστασης και χρονικής περιόδου και οι καλοθελητές… μπόλικοι! Κάπως έτσι το νεκρό σώμα στην παραλία της Όστια, δεν έφερε απλά απανωτά χτυπήματα σε πρόσωπο και οδοντοστοιχία, αλλά και διαρκή πατήματα φορτηγού στο θώρακα.


Το πτώμα, ανήκε στον… “έξω δεξιά”. Το ημερολόγιο έγραφε 2 του Νοέμβρη του 1975.
Κύριες πηγές: www.rabona.gr, τέχνες και αθλητισμός.