Τη δυσαρέσκειά της για το γεγονός ότι τίποτα δεν φαίνεται να αλλάζει στο Πρωτάθλημα της Football League παρά τις αποφάσεις σε βάρος του Εθνικού και του Ιωνικού, εξέφρασε η διοίκηση της Καλλιθέας.

Τη δυσαρέσκειά της για το γεγονός ότι τίποτα δεν φαίνεται να αλλάζει στο Πρωτάθλημα της Football League παρά τις αποφάσεις σε βάρος του Εθνικού και του Ιωνικού, εξέφρασε η διοίκηση της Καλλιθέας με ανακοίνωση που εξέδωσε τη Μ. Τρίτη. «Πώς είναι δυνατόν να συνεχίζεται ένα πλαστό Πρωτάθλημα;», αναρωτιούνται οι Καλλιθεάτες και απευθύνουν έκκληση στους αρμόδιους να λάβουν μέτρα.
«Στις 8 Απριλίου 2011, όπως όλοι γνωρίζουν, εκδόθηκαν δύο αποφάσεις της Επιτροπής Μετεγγραφών της ΕΠΟ, με τις οποίες ανακλήθηκαν, γα τους γνωστούς λόγους, 24 δελτία ποδοσφαιριστών του Ιωνικού και 10 δελτία ποδοσφαιριστών του Εθνικού.
Αν και έχουν περάσει 11 ημέρες από την επίσημη επιβεβαίωση του πρωτοφανούς, μοναδικού στα χρονικά του ελληνικού ποδοσφαίρου, σκανδάλου, τίποτα δεν φαίνεται ν’ αλλάζει. Το Πρωτάθλημα της Football League συνεχίζεται κανονικά, οι δράστες των εγκληματικών πράξεων που αποκαλύφθηκαν είτε λοιδωρούν και απειλούν είτε -στην καλύτερη περίπτωση- σιωπούν.
Οι έντιμες φωνές που αξιώνουν ν’ αποδοθεί Δικαιοσύνη, καλύπτονται πλέον από ένα ιδιόμορφο καθεστώς σιωπής και παραπληροφόρησης. Ο υγιής φίλαθλος κόσμος όμως αξιώνει και μάλιστα άμεσα απαντήσεις: Σ’ αυτή τη χώρα μπορεί όποιος θέλει να παρανομεί; Σ’ αυτή τη χώρα, δεν τιμωρούνται άραγε οι πλαστογράφοι, οι ασυνεπείς, οι φοροφυγάδες και αυτοί που με δόλιο τρόπο έκαναν μετεγγραφές;
Απευθύνουμε έκκληση προς τις αρμόδιες πολιτικές και δικαστικές Αρχές, προς το Γενικό Γραμματέα Αθλητισμού, προς την ΕΠΟ και τελικά προς όλους όσους έχουν τη δυνατότητα να βοηθήσουν το ελληνικό ποδόσφαιρο που καθημερινά και περισσότερο βυθίζεται στη λάσπη και στα σκάνδαλα. Πώς είναι δυνατόν να συνεχίζεται ένα πλαστό Πρωτάθλημα; Πώς είναι δυνατόν να μιλάμε σοβαρά για επαγγελματικό ποδόσφαιρο όταν στο δεύτερο στην τάξη Πρωτάθλημα έχουν διαπραχθεί βαρύτατα αδικήματα που παραμένουν μέχρι σήμερα ατιμώρητα; Πώς είναι δυνατόν ν’ ανεχόμαστε τελικά την ασυλία των παρανόμων;».