Ενα χρόνο πριν από το Παγκόσμιο Κύπελλο που θα διεξαχθεί τον Ιούνιο του 2018, το ρωσικό ποδόσφαιρο αντιμετωπίζει μία σοβαρή κατάσταση και βρίσκεται στο όριο της οικονομικής κατάρρευσης.
Είναι χαρακτηριστικό στις δύο πρώτες κατηγορίες, 26 από 36 ομάδες που συμμετέχουν, ανήκουν σε τοπικούς παράγοντες και πέντε άλλες σε κρατικές επιχειρήσεις. Τα δύο τελευταία συνεχόμενα χρόνια ύφεσης, μετά την κατάρρευση των τιμών του πετρελαίου το 2014 και τις κυρώσεις των Δυτικών για την Ουκρανία, οι περιφερειακοί προϋπολογισμοί έχουν δεχθεί ισχυρό πλήγμα. Πολλές από τις περιοχές που προσπάθησαν για να κρατήσουν τους προϋπολογισμούς των αθλητικών ομάδων ήταν τα πρώτα θύματα.
Η Ντιναμό Μόσχας πέρυσι υποβιβάστηκε, αφού η ιδιοκτήτρια τράπεζα του συλλόγου (VTB Bank), άφησε 13 δισεκατομμύρια ρούβλια χρεών. Πρόσφατα προέκυψε ότι οι παίκτες της Ροστόφ, προηγούμενη αντίπαλος της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στο Europa League, έχουν μεγάλα χρέη από τον σύλλογο. Εν τω μεταξύ, η ομάδα τίθενται προς πώληση. Η εντύπωση είναι ότι τέτοιες καταστάσεις, μπορεί να αυξηθούν στο άμεσο μέλλον. Εν τω μεταξύ, όπως ήταν αναμενόμενο, οι ρωσικές ομάδες δεν διακρίθηκαν στην Ευρώπη , αφού αυτή η δυσάρεστη κατάσταση, αντανακλά την εικόνα τους στον αγωνιστικό χώρο.
Το τελευταίο καλό αποτέλεσμα ήταν η παρουσία της ΤΣ.Σ.ΚΑ Μόσχας στα προημιτελικό του Champions League το 2010 (αποκλείστηκε από την Ιντερ), ενώ ομάδες όπως η Ζενίτ, που τα τελευταία χρόνια έκανε επενδύσεις , δεν μπόρεσε να διαδραματίσει κάποιο σημαντικό ρόλο.
Από τότε, μόνο τέσσερις προκρίσεις σε διάστημα επτά ετών (3 φορές την Ζενίτ, ΤΣΣΚΑ 1) στη φάση των ομίλων του Champions League, ενώ την τρέχουσα σεζόν όλες οι ομάδες αποκλείστηκαν πριν από τα προημιτελικά της διοργάνωσης.
Ακόμα χειρότερα στο Europa League σε αυτή τη δεκαετία: καμία ρωσική ομάδα δεν έφτασε στους «16» σε τέσσερις σεζόν (2012, 2014, 2016 και 2017), ενώ το κατάφεραν μόλις τρεις (Ζενίτ 2015, Ρουμπίν 2013 και Σπάρτακ 2011).
ΑΠΕ-ΜΠΕ