Συγκλονίζει ο Νίκος Μαχλάς, μιλάει για το σοβαρό πρόβλημα υγείας που αντιμετώπισε ο γιος του και την λύτρωση που ήρθε μέσω της καρδιάς ενός οκτάχρονου παιδιού.

Συγκλονίζει ο Νίκος Μαχλάς, μιλάει για το σοβαρό πρόβλημα υγείας που αντιμετώπισε ο γιος του και την λύτρωση που ήρθε μέσω της καρδιάς ενός οκτάχρονου παιδιού. 

Ο παλαίμαχος διεθνής Έλληνας επιθετικός, μίλησε στο ολλανδικό VICE Sports για τον Γολγοθά που πέρασε την τελευταία τριετία, την ζωή του σε Φιτέσε και Άγιαξ αλλά και την την…τρέλα των Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς και Μίντο.

Ο Μαχλάς, αναφέρθηκε αρχικά εκτενώς στο πρόβλημα υγείας που αντιμετωπίζει ο γιος του Γιώργος, κάτι που τον έχει αναγκάσει να βρίσκεται τα τελευταία χρόνια μεταξύ Κρήτης και Αννόβερου, όπου νοσηλεύεται το παιδί του.

«Ο μεγάλος μου γιος είχε πόνους στο στήθος από τα 14. Μετά από εξετάσεις διαπιστώθηκε ότι είχε ένα κληρονομικό πρόβλημα στην καρδιά. Στα 18 η κατάσταση χειροτέρεψε τόσο που ήμασταν σε ένα νοσοκομείο της Αθήνας και η καρδιά του δούλευε μόλις στο 12%. Θα πέθαινε σε λίγες μέρες αν δεν γινόταν κάτι. Οι γιατροί στην Αθήνα δεν είχαν τα μέσα να τον βοηθήσουν και κανόνισαν να πάμε σε ένα νοσοκομείο στο Αννόβερο, όπου εργαζόταν ένας πασίγνωστος ειδικός καρδιολόγος. Έπρεπε να τοποθετηθεί μία συσκευή στην καρδιά του για να μείνει ζωντανός. Στο Αννόβερο έσωσαν τη ζωή του γιου μου. Μία μεταμόσχευση καρδιάς ήταν η καλύτερη επιλογή για να βελτιωθεί η ποιότητα ζωής του. Μπήκε σε λίστα αναμονής, προσευχόμουν για έναν δωρητή κάθε μέρα, περιμένοντας το λυτρωτικό τηλεφώνημα. Κάθε πρωί σκεφτόμουν μήπως είναι σήμερα η μέρα! Μετά από το εξιτήριο από το νοσοκομείο επιστρέψαμε στην Κρήτη όπου ζω με την σύντροφό μου. Για τις θεραπείες και τις εξετάσεις, τρία χρόνια πηγαινοερχόμασταν στο Αννόβερο. Στην Κρήτη έκανα πολύ crossfit και έπαιζα ποδόσφαιρο με φίλους για να ξεχνιέμαι. Πάντα με τον Γιώργο στο μυαλό μου. Ήθελα να πάει στην παραλία με τους φίλους του, να κάνει σπορ, να κυνηγήσει κορίτσια, όπως ο μικρότερος αδελφός του Θάνος. Με τους γιους μου πήγαινα συχνά πριν από τις επισκέψεις στο νοσοκομείο σε ματς της Μπάγερν ή της Ντόρτμουντ».

Στον λογαριασμό του στο Instagram, υπάρχει μία φωτογραφία του με τον γιο του και άλλη μία με έναν κύριο με γκρι μούσι και την λεζάντα: «16/3/2019, η πιο σημαντική μέρα της ζωής μου. Σε ευχαριστώ Θεέ μου». Εξηγεί:

«Στις αρχές Μαρτίου λάβαμε το λυτρωτικό τηλεφώνημα. Υπήρχε μία καρδιά για τον Γιώργο. Αργότερα μάθαμε ότι προερχόταν από ένα οκτάχρονο παιδί που είχε σκοτωθεί σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Τον θεωρούμε άγγελο – σωτήρα μας. Η μεταμόσχευση έγινε στις 16 Μαρτίου και κράτησε πάνω από οκτώ ώρες. Η πρώην σύζυγός μου και εγώ ήμασταν στην αίθουσα αναμονής, οικογένεια, φίλοι και γνωστοί προσεύχονταν όλη τη μέρα. Ο άνθρωπος με το γκρίζο μούσι είναι ο θείος μου. Είναι ο Ελληνορθόδοξος Πατριάρχης Αλεξανδρείας και Αφρικής και ήρθε στο νοσοκομείο ειδικά για μας. Όταν ο γιατρός είπε ότι η καρδιά του Γιώργου ήταν σταθερή, έκλαψα όπως ποτέ άλλοτε. Ένιωσα σαν να κέρδισα το Παγκόσμιο Κύπελλο και το Τσάμπιονς Λιγκ και δέκα φορές παραπάνω. Πριν από την επέμβαση ήμουν 100 χρονών, τώρα είμαι 20. Όλα μυρίζουν καλύτερα και έχουν καλύτερη γεύση απ’ ότι τα προηγούμενα χρόνια. Ακόμα και το φαγητό του νοσοκομείου. Ο Γιώργος πρέπει να μείνει για εξετάσεις και για να δυναμώσει. Με το που πάρουμε το πράσινο φως επιστρέφουμε στην Κρήτη, ελπίζουμε να έχουμε ένα ξένοιαστο καλοκαίρι. Τότε θα δω τι θα κάνω από θέμα δουλειάς. Μου λείπει ένα καλοκαιρινό απόγευμα στην Κρήτη με την οικογένειά μου, σε ένα μεγάλο τραπέζι με μουσακά, ψάρι, να γελάμε μαζί, να πίνουμε και να τρώμε. Τον άνεμο και τον ήλιο στο δέρμα μου και να ηρεμώ. Δεν το έχω κάνει αυτό τρία χρόνια. Ανυπομονώ να περάσω καλά με τους γιους μου, θα ήθελα να τους πάρω στην Ολλανδία μία μέρα. Η τελευταία μου φορά στο Άρνεμ ήταν πάνω από 15 χρόνια πριν. Πέρσι πήγα στο Άμστερνταμ, στον φίλο μου Άγγελο Χαριστέα που έχει εστιατόριο εκεί».

Για τα χρόνια του στην Φιτέσε:
«Στον Άγιαξ ήταν πανέμορφα, αλλά η Φιτέσε παραμένει η μεγάλη μου αγάπη. Πήγα εκεί από την Ελλάδα το 1996 σε έναν άγνωστο κόσμο. Ο Τέο Μπος ήταν συγκάτοικός μου στην πρώτη προετοιμασία. Μιλάγαμε λίγα αγγλικά. Έμαθα φράσεις όπως ”τι κάνεις;” και ”με λένε Νίκο” από τον Τέο. Στην πρώτη μου προπόνηση οι συμπαίκτες ήθελαν να με τεστάρουν. ”Στειλ’ τους σε μένα”, μου έλεγε ο Τέο. Ο συμπατριώτης μου Γιώργος Ζαγκότσης, που είχε τότε ελληνικό εστιατόριο στο Άρνεμ, ήταν επίσης σημαντικός για μένα. Ήταν σαν δεύτερος πατέρας μου. Στην πρώτη χρονιά έπρεπε να βρω τον δρόμο μου. Είναι δύσκολο να δέχεσαι κριτική. Όταν σε αγοράζουν με πολλά λεφτά τότε οι απαιτήσεις είναι μεγάλες. Ο Γιώργος μου έλεγε ”ηρέμησε, θα τα καταφέρεις” και μου σέρβιρε ένα μεγάλο πιάτο φαΐ, συνήθως με πολύ κρέας. Αν δεν ήταν εκεί ο Γιώργος, δεν ξέρω αν θα τα είχα καταφέρει. Η μητέρα μου έχει ένα δωμάτιο στο σπίτι με αποκόμματα, φανέλες, φωτογραφίες και το Χρυσό Παπούτσι. Είναι ένα μικρό μουσείο. Είναι πολύ περήφανη για μένα. Όταν θέλω να επιστρέφω πίσω στον χρόνο το επισκέπτομαι. Είναι ωραία να σκέφτεσαι τις καλές στιγμές της ζωής σου. Χαμογελώ πάντα όταν σκέφτομαι τον καιρό μου στην Ολλανδία».

Για την μεταγραφή στον Άγιαξ το 1999: «Με ήθελε η Μίλαν και η Μπάγερν, αλλά ένιωσα ότι ο Άγιαξ ήταν η καλύτερη επιλογή. Ένιωθα καλά στην Ολλανδία, και σκεφτόμουν ότι αν έπαιζα στον Άγιαξ θα ερχόταν πάλι μία μεγάλη ομάδα και θα ήμουν πλέον έτοιμος. Επίσης ήταν ιδιαίτερο για μένα γιατί έπαιζε εκεί παλιά ο Φαν Μπάστεν, ήμουν τρελός γι’ αυτόν όταν ήμουν παιδί. Μετά τον συνάντησα στον Άγιαξ, τον ρώτησα αν μπορούσα να έχω μία παλιά φανέλα του. Μου την υποσχέθηκε, αλλά δυστυχώς δεν την πήρα ποτέ. Μάρκο, αν το διαβάζεις αυτό, ακόμα περιμένω για τη φανέλα».

Για τον Άγιαξ: «Ήταν καλή περίοδος και πέτυχα γκολ, όχι όμως όσα περίμεναν πολλοί. Ήταν διαφορετικά από την Φιτέσε. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον και ανταγωνισμός. Όταν πήγα εκεί ο Αρβελάτζε ήταν ο μοναδικός ανταγωνιστής μου, αλλά μετά ήρθαν οι Μίντο και Ιμπραΐμοβιτς. Άξιζαν περισσότερο απ’ ότι ο Σότα κι εγώ, οπότε έπαιζαν πιο συχνά. Μετά το πρωτάθλημα του 2002 με δάνεισαν στη Σεβίλλη και μετά έφυγα. Δεν ήθελα να γίνει έτσι, αλλά πέρασα πολύ καλά στον Άγιαξ».

Για τους Ζλάταν και Μίντο: «Θυμάμαι ότι είχα αγοράσει μία Πόρσε 911 και με είδαν να την οδηγώ. Ο Ζλάταν με ρώτησε από που την αγόρασα και την επόμενη μέρα ήρθε με μία Πόρσε 911 Turbo. Ο Μίντο είπε ”περιμένετε ένα λεπτό παιδιά”. Μία μέρα αργότερα πάρκαρε διπλα στις Πόρσε μας με μία κόκκινη Φεράρι. Αλλά τα καλύτερα δεν είχαν έρθει ακόμα. Ο Μίντο επιδείκνυε την Φεράρι του, όταν ήρθε ένας παίκτης, νομίζω ο Ρίτσαρντ Βίτσχε και έβαλε μέσα ένα ζωντανό κοτόπουλο! Αυτό άρχισε να πετά προς όλες τις κατευθύνσεις και ο Μίντο έβριζε. Δεν έχω καν ιδέα που βρήκε το κοτόπουλο! Ο Ζλάταν ήταν τρελός, ο Μίντο επικίνδυνος. Το ψαλίδι που είχε εκτοξεύσει κάποτε ο Μίντο στον Ζλάταν ”ξύρισε” το κεφάλι μου. Ο Ζλάταν και ο Μίντο δεν μπορούσε να ανεχτεί ο ένας τον άλλον μέσα στο γήπεδο, αλλά εκτός γηπέδου ήταν οι καλύτεροι φίλοι, μαζί με τον Άντι Φαν Ντερ Μέιντε. Εγώ περνούσα επίσης πολύ χρόνο μαζί με τον Μπέργκντολμο, τον Κίβου και τον Λόμποντ. Κάποτε καθόμασταν με τον Κίβου και τον Ζλάταν στο καφέ Palladium του Άμστερνταμ. Ο Ζλάταν φορούσε λευκές αθλητικές κάλτσες. Ο Κρίστιαν κι εγώ του είπαμε: ”Ζλάταν, δεν φαίνεσαι σαν άνδρας. Τι νομίζεις ότι πιστεύουν οι Ολλανδές για αγόρια με λευκές αθλητικές κάλτσες; Ποτέ δεν θα βρεις κοπέλα έτσι. Δεν μίλησε, αλλά αργότερα πήγε στην τουαλέτα και επέστρεψε φορώντας μόνο τα παπούτσια του, χωρίς κάλτσες. Έχει και ο Ζλάταν τις ανασφάλειές του. Πολλοί τον θεωρούν αλαζόνα, αλλά αν αυτοαποκαλείται Θεός, είναι κάτι σαν παράσταση. Γνωρίζω ότι έχει μεγάλη καρδιά. Πήγα σε ένα παιχνίδι της Παρί Σεν Ζερμέν με τον φίλο μου Γιάννη Αναστασίου και μου έδωσε τη φανέλα του για τον Γιώργο».