Ο Μαρκ Μπαρτρά τόνισε πως ήταν ευγνώμων που ήταν ζωντανός μετά τη βομβιστική επίθεση που έγινε στο λεωφορείο της Ντόρτμουντ, πριν τον αγώνα με τη Μονακό.
Ο Ισπανός κεντρικός αμυντικός αναφέρθηκε στις εφιαλτικές στιγμές που έζησε μετά το συγκεκριμένο περιστατικό και τις σκέψεις που έκανε μετά την επίθεση.
Ο Μπαρτρά υπογράμμισε: «Είναι 19:00 το απόγευμα και κατεβαίνουμε από το ξενοδοχείο στο λεωφορείο. Ανεβαίνουμε, είμαι από τους τελευταίους, πολύ ήρεμος. Το πλήθος είχε συγκεντρωθεί, ήταν πολύ σημαντικό ματς. Πάντα κάθομαι στην ίδια θέση, πίσω και δεξιά. Ήμουν με το κινητό και σε ένα ανοιγοκλείσιμο των ματιών πέρασα από την ηρεμία στον καπνό. Όταν ήμουν στο ασθενοφόρο δεν με ένοιαζε ακόμα κι αν μου έκοβαν το χέρι, ήμουν απλά ευγνώμων που ήμουν ζωντανός».
Στη συνέχεια, ο ποδοσφαιριστής της Ντόρτμουντ υπογράμμισε: «Πονούσα πολύ στο χέρι μου, και όταν ο γιατρός, μετά την εγχείριση, μου είπε ότι θα μπορούσα να παίξω σε ένα μήνα, ήταν απίστευτο. Ήμουν τυχερός που ήταν καθαρό σπάσιμο και δεν επηρέασε τένοντες και συνδέσμους. Το χέρι μου κρεμόταν, δεν μπορούσα να το κουνήσω. Ούρλιαζα από τον πόνο και τον τρόμο, δεν ξέραμε αν θα έπρεπε να κινηθούμε ή αν ερχόταν κι άλλο κακό. Ήρθε ο γιατρός και ήθελα να κοιμηθώ, δεν ένιωθα καλά εξαιτίας του πόνου. Ο γιατρός με χαστούκισε και μου είπε: μην αποκοιμηθείς Μαρκ».
Τέλος, ο Μπαρτρά συμπλήρωσε: «Μίλησα και συνειδητοποίησα ότι δεν μπορούσα να κοιμηθώ γιατί δεν θα ξυπνούσα. Άρχισα να σκέφτομαι την κόρη μου, να ηρεμώ με τα μάτια ανοιχτά. Το ασθενοφόρο ήρθε και ήταν 10 με 15 λεπτά που διήρκησαν για πάντα. Ο γιατρός μου είπε να είμαι δυνατός και να μην κοιμηθώ, όμως έκλαιγα και κοιτούσα έξω από το παράθυρο, αυτό ήταν το πρόβλημα. Δεν το εύχομαι σε κανέναν. Οι πρώτες μου σκέψεις ήταν για το ποιος είναι ζωντανός, αν μπορούσα να κουνηθώ ή όχι και μετά το να φύγω μακριά από εκεί. Ήμουν σε σοκ. Ζαλιζόμουν. Μετά είδα ότι μπορούσα να κουνήσω τα πόδια μου αλλά το χέρι μου με πονούσε και αιμορραγούσε πολύ. Ακόμα θυμάμαι τα πάντα».