Ο Μάικ Μπουντενχόλζερ αποχαιρέτησε τους Μιλγουόκι Μπακς, μέσω επιστολής.

Ο Αμερικανός κόουτς έκανε λόγο για πέντε φανταστικά χρόνια στα «ελάφια» και αναφέρθηκε με τα καλύτερα λόγια στους παίκτες του, υπογραμμίζοντας πως δε θα μπορούσε να ζητήσει καλύτερη ομάδα. Παράλληλα, αναφέρθηκε στη σχέση του με την πόλη και συμπλήρωσε πως είναι ώρα για λίγη ξεκούραση.

Αναλυτικά, ο Μπουντενχόλζερ αναφέρει: «Μιλγουόκι, σε ευχαριστώ. Ήταν πέντε φανταστικά χρόνια για μένα και την οικογένειά μου. Η πόλη και όλος ο οργανισμός των Μπακς μάς αγκάλιασαν και μας φέρθηκαν σαν οικογένειά τους. Η ζεστασιά των ανθρώπων και οι φιλίες που δημιουργήσαμε εδώ, έδωσαν περισσότερο νόημα στη ζωή μας εκεί που πραγματικά έχει αξία, στην καθημερινότητά μας. Μαζί κερδίσαμε πολλά. Πήραμε πρωτάθλημα, το πρώτο σε 50 χρόνια. Οι αναμνήσεις από την παρέλαση, με όλη την πόλη να γιορτάζει με την ομάδα, είναι κάτι που δε θα ξεχάσω ποτέ.

Οι παίκτες των Μπακς ήταν οι καλύτεροι για να συνεργαστείς καθημερινά. Οι τέσσερις πυλώνες, ο Γιάννης, ο Κρις, ο Τζρου και ο Μπρουκ, πρόσφεραν θεμέλια και ηγεσία στην ομάδα. Γύρω τους ήρθαν και άλλοι σπουδαίοι παίκτες. Ως προπονητής δε θα μπορούσα να ζητήσω καλύτερη ομάδα. Φέτος και κάθε χρόνο οι παίκτες μάς έκαναν περήφανους. Πάντα! Είμαι ευγνώμων για πάντα και στο προπονητικό επιτελείο, το καλύτερο στο ΝΒΑ. Η διοίκηση, οι υπάλληλοι ήταν όλοι εξαιρετικοί στη δουλειά τους, όπως και ο Τζον ως τζένεραλ μάνατζερ και ο Πίτερ ως πρόεδρος. Εκτιμώ ειλικρινά τη δουλειά τους. Ευγνωμονώ επίσης τους ιδιοκτήτες για την εμπιστοσύνη που μου έδειξαν και την ευκαιρία να είμαι προπονητής στο Μιλγουόκι. Όλοι συνεργαστήκαμε για να γίνουμε καλύτεροι, να δημιουργήσουμε μια κουλτούρα και ένα περιβάλλον που απολάμβαναν όλοι στην ομάδα.

Ήταν τιμή μου που να κάνω αυτή τη δουλειά και να έχω μια θέση στην ιστορία της πόλης και των Μπακς. Γι’ αυτό θα είμαι για πάντα ευγνώμων. Για μένα δεν υπήρχε καλύτερο μέρος να προπονώ από τους Μπακς και το Μιλγουόκι.

Σας ευχαριστώ, είναι ώρα για λίγη μπίρα και ήλιο σε κάποια από τις λίμνες. Σας εύχομαι τα καλύτερα».

Η επιστολή του Μπουντενχόλζερ: