Όλες οι παραδόσεις, θετικές ή αρνητικές έχουν χρονική διάρκεια, εξ’ ου και η έννοια της λέξης, αλλά κάποια στιγμή, σταματούν. Σε τελική φάση ευρωπαϊκού πρωταθλήματος, η Εθνική ομάδα δεν έχει καταφέρει να παίξει σε ημιτελική φάση, τα 13 τελευταία χρόνια. Σε αυτή την περίοδο ανομβρίας σε υψηλή διάκριση, η «επίσημη αγαπημένη» κατέκτησε την 5η θέση σε τρία ΕΥΡΩΜΠΑΣΚΕΤ (2011, 2015, 2017) και μια φορά (2013), την 11η θέση.
Το βράδυ της Κυριακής (11/9), στην «Mercedes Arena» του Βερολίνου και απέναντι στην Τσεχία, η Εθνική θα βρεθεί στην αφετηρία της τελικής φάσης του ΕΥΡΩΜΠΑΣΚΕΤ 2022, στην πρώτη διαδικασία της φάσης των «16» για πέμπτη φορά σ΄ αυτήν την δεκατριάχρονη αναζήτηση να επιστρέψει στην ελίτ του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Ακόμα και αν δεν κατακτήσει μετάλλιο, η ελληνική ομάδα, καλείται να «σπάσει» την αρνητική παράδοση των νοκ αουτ αγώνων στους «16» και στα προημιτελικά (με αντίπαλο την Γερμανία ή το Μαυροβούνιο) και να παίξει στον έναν εκ των δυο ημιτελικών της 16ης Σεπτεμβρίου. Να βρεθεί, δηλαδή, σε θέση διεκδίκησης μεταλλίου. Χρειάζεται, δυο βήματα νίκης στα παιχνίδια που είναι «ζεις ή πεθαίνεις».
Οι προσδοκίες για την συγκεκριμένη Εθνική ομάδα, είναι υψηλές. Πιστοποιήθηκαν και από τις εμφανίσεις της στα πέντε αήττητα παιχνίδια του ομίλου στο Μιλάνο. Η Ελλάδα και η Σερβία είναι οι μοναδικές αήττητες ομάδες, μέχρι τώρα στο ΕΥΡΩΜΠΑΣΚΕΤ, αλλά αυτό δεν λέει τίποτα. Και η Εθνική ομάδα κρατά μόνο την παρακαταθήκη των εμφανίσεων της από την φάση των ομίλων. Άπαντες στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα, γνωρίζουν ότι στην τελική φάση, μετρούν μόνο τα νικηφόρα αποτελέσματα και σε δεύτερη μοίρα έρχονται οι εμφανίσεις. Βεβαίως και χωρίς να παίξεις πειστικά και καλύτερα, είναι πολύ δύσκολο, αν όχι ανέφικτο στο μπάσκετ, να νικήσεις τον αντίπαλο σου. Να «κλέψεις» την νίκη.
Και η Εθνική έχει όλα τα εχέγγυα, εμπνέει την ανάλογη εμπιστοσύνη και έχει διαθέτει όλες τις προδιαγραφές για να φτάσει μέχρι τέλους. Γιατί, ψυχολογικά είναι ομάδα που έχει απόλυτη ομοψυχία σε όλα τα μέλη της, γιατί διαθέτει τον καλύτερο παίκτη στον κόσμο, γιατί έχει τον καλύτερο Έλληνα προπονητή, στην τελευταία δεκαετία, γιατί όλοι οι αντίπαλοι της την υπολογίζουν και φυσικά θα της κάνουν…υπόκλιση πάνω στο παρκέ, μόνο αν τους…υποχρεώσει η Εθνική με την απόδοση της, να το κάνουν.
Η Εθνική, ακόμα και αν δεν έχει φτάσει στο 100% των δυνατοτήτων της (δεν υπάρχει ιδανικότερο…ραντεβού να παρουσιαστεί με το απόλυτο ποσοστό στον ημιτελικό και στον τελικό), θα παίξει με την ίδια ενέργεια, πάθος και αυτοσυγκέντρωση που είχε στα περισσότερα ημίχρονα, από 10 που είχε στο Μιλάνο.
Αλλά και «στραβά» να αρχίσει το παιχνίδι με την Τσεχία, η Εθνική έδειξε και στις αναμετρήσεις του Μιλάνου, ότι τα αντανακλαστικά ήταν δυνατά για να γυρίσει τον «διακόπτη» της εξέλιξης των αγώνων.
Όπως συνέβη και στον προημιτελικό (22/9) του ΕΥΡΩΜΠΑΣΚΕΤ 2005, κόντρα στην Ρωσία, στο Βελιγράδι, όπου κατακτήθηκε το δεύτερο χρυσό μετάλλιο της Εθνικής ομάδας.
Οι Ρώσοι υπερτερούσαν σε μέσο όρο ύψους στην πεντάδα, οι Έλληνες διεθνείς έδειχναν πανικοβλημένοι και από το αρχικό 2-0 του Κακιούζη, η Εθνική ξανάβαλε την μπάλα στο διχτάκι, μόλις 53″ πριν τη λήξη της πρώτης περιόδου με τζαμπ σουτ του Ζήση. Σε αυτό το διάστημα η Ρωσία είχε πραγματοποιήσει σερί 13-0.
Το +10 διατηρήθηκε στα πρώτα λεπτά της δεύτερης περιόδου, ενώ ο νυν τζένεραλ μάνατζερ της ελληνικής ομάδας, Νίκος Ζήσης «φορτώθηκε» και με τρίτο φάουλ και όλα έδειχναν δύσκολα για την Ελλάδα. Η Εθνική ήταν πίσω στο σκορ με 7 πόντους στο πρώτο ημίχρονο και η ίδια ομάδα μεταμορφώθηκε θετικά στο δεύτερο, με πρωταγωνιστή τον Θοδωρή Παπαλουκά που ήξερε όλους τους αντιπάλους, από το ρωσικό πρωτάθλημα.
Σε κάθε τάιμ αουτ, ο αείμνηστος Φίλιππος Συρίγος που καθόταν στην δεύτερη σειρά της κερκίδας Τύπου, πλησίαζε όσο μπορούσε κοντά στον πάγκο της Εθνικής και φώναζε στους διεθνείς «μπορείτε, μην τους φοβάστε»!
Και μπορέσαμε και δεν τους φοβηθήκαμε και μέχρι τέλους φτάσαμε!