Ο Ζάτοπεκ θεωρείται ο σπουδαιότερος δρομέας μεγάλων αποστάσεων, αλλά και ένας αθλητής με ιδιαίτερη προσωπικότητα και στυλ.
Ήταν μάλιστα 15 Σεπτέμβρη του 1951 όταν ο θρυλικός Τσέχος σημείωνε παγκόσμιο ρεκόρ στα 20.000μ με χρόνο 1:01.15.8.
Με μία εξαιρετική ιστορία στη ζωή και την καριέρα του, άρρηκτα δεμένη με τις ιστορικές και πολιτικές εξελίξεις της ταραγμένης εποχής στην οποία έζησε. Από τη ναζιστική κατοχή, μέχρι την Άνοιξη της Πράγας, ο θρυλικός δρομέας έγραψε τη δική του ιστορία. Κατέρριψε 18 παγκόσμια ρεκόρ σε μια καριέρα που κράτησε 17 χρόνια.
Βλέποντάς τον να τρέχει, πίστευες ότι από στιγμή σε στιγμή θα σωριαστεί στο ταρτάν από την κούραση. Κι όμως, εκείνος συνέχιζε ακατάβλητος κι ανάγκαζε τους συναθλητές του να βλέπουνε πάντα την πλάτη του στη γραμμή του τερματισμού, ακόμα κι αν ένα γύρο πριν το φινάλε βρισκόταν αρκετά πίσω τους. Το “φίνις” του ήταν απίστευτο και δεν άφηνε το παραμικρό περιθώριο αντίδρασης. Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο ότι έμεινε στην ιστορία ως “ο άνθρωπος-ατμομηχανή”…
Ο Ζάτοπεκ γεννήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου του 1922 στην πόλη Κοπρίβνιτσε στη Βόρεια Μοραβία και ήταν το έβδομο από τα οκτώ παιδιά ενός ξυλουργού. Εργάστηκε σε ένα εργοστάσιο παπουτσιών για να μπορέσει να επιβιώσει, ενώ τυχαία αντιλήφθηκε το ταλέντο του στον αθλητισμό. Με εντατικές προπονήσεις, έτρεχε μόνος του σε καθημερινή βάση, όλη τη διαδρομή από το εργοστάσιο μέχρι το σπίτι του.
Από τα πολλά και μεγάλα κατορθώματα του Τσέχου υπεραθλητή, θρυλικά έχουνε μείνει εκείνα που πέτυχε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ελσίνκι το 1952. Μέσα σε μιαν εβδομάδα, κατάφερε να κερδίσει τρία χρυσά μετάλλια στα 5 και στα 10.000 μέτρα, καθώς και στο μαραθώνιο, στον οποίον αποφάσισε να συμμετάσχει την τελευταία στιγμή. Είναι ο μοναδικός που το έχει πετύχει ως σήμερα και μάλιστα, σημειώνοντας ολυμπιακά ρεκόρ σε όλα τα αγωνίσματα.
Οι “κόντρες” του με το Γάλλο Αλέν Μιμούν είναι εξίσου μυθικές, καθώς αυτός ο επίσης σπουδαίος αθλητής κάθε φορά έφτανε στην πηγή, αλλά ο Ζάτοπεκ δεν του επέτρεπε να πιει νερό και τον άφηνε δεύτερο, αλλά όχι…καταϊδρωμένο. Πάντα κάτι συνέβαινε την ύστατη ώρα και ο θρυλικός Τσέχος δρομέας κατάφερνε και κέρδιζε τις κούρσες, αφήνοντας το Μιμούν με τη “γλύκα” της προσμονής.
Όταν ξεκίνησε η επιβλητική του καριέρα στον χώρο του αθλητισμού, που έκανε όλο τον κόσμο να στρέψει να βλέμματα πάνω του, έτρεχε με έναν δικό του ιδιαίτερο τρόπο. Με τρομερές εκφράσεις και γκριμάτσες έδειχνε να υποφέρει, παρ’ όλο που τερμάτιζε διαρκώς πρώτος και συχνά συνήθιζε να λέει “δεν μπορώ να τρέχω και να χαμογελάω ταυτόχρονα”.
«Έχει γίνει αυτό που λέμε μεγάλος πρωταθλητής. Καλείται παντού. Δεν αναγγέλλεται πια η συμμετοχή του σε έναν αγώνα. Απλώς, πριν ακόμα τρέξει, ανακοινώνεται ότι θα τον κερδίσει. Οι πιθανότητες νίκης του είναι τόσο μεγάλες, ώστε αποθαρρύνει τους πάντες, σε σημείο που, καμιά φορά, κρίνεται ανεπιθύμητος από τις ομοσπονδίες. Όταν βολιδοσκοπείται για μια κούρσα στο εξωτερικό, έχει συμβεί να ακυρωθεί η συμμετοχή του εξαιτίας της πιθανολογούμενης επικράτησής του, κάτι που οι ομοσπονδίες δεν το κρύβουν» έγραφαν για εκείνον.
Αποχώρησε από την ενεργό δράση το 1958. Υποστήριξε θερμά την Άνοιξη της Πράγας και βρέθηκε στο στόχαστρο του κομμουνιστικού κόμματος.
Το γεγονός αυτό του στοίχισε τη διαγραφή του από το κόμμα και την καθαίρεση από το στρατό. Λέγεται ότι εργάστηκε ακόμα και ως οδοκαθαριστής, κάνοντας… τρέχοντας τις διαδρομές του με τον κόσμο να τον αποθεώνει από τα παράθυρα, ενώ μερικά χρόνια αργότερα μετά από γραπτή δήλωσή του, αποκαταστάθηκαν κάπως οι σχέσεις του με το καθεστώς και κατέληξε αρχειοφύλακας στο Αθλητικό Κέντρο Πληροφοριών.
Έφυγε από την ζωή στις 21 Νοεμβρίου του 2000 μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο.
Ο Εμίλ Ζάτοπεκ τιμήθηκε μετά θάνατο με το μετάλλιο Πιερ ντε Κουμπερτέν (2000).