Τα τρομοκρατικά χτυπήματα που σημάδεψαν την διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων.

Τα τρομοκρατικά χτυπήματα που σημάδεψαν την διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων.

Συνολικά τρεις φορές οι Ολυμπιακοί Αγώνες έχουν πληγεί από τρομοκρατικά χτυπήματα, με συνολικό απολογισμό 16 θύματα και πάνω από 100 τραυματισμούς. Aναλυτικά:

ΜΟΝΑΧΟ 1972
Μαύρος Σεπτέμβρης

Στις 5 Σεπτεμβρίου του 1972, κατά την διάρκεια των Αγώνων του Μονάχου, οκτώ μέλη της παλαιστινιακής Οργάνωσης Μαύρος Σεπτέμβρης, εισέβαλλαν σε συγκρότημα διαμερισμάτων, όπου διέμενε η ισραηλινή ολυμπιακή αποστολή. Επί τόπου δολοφόνησαν τον προπονητή πάλης Μοσέ Βάινμπεργκ και τον αρσιβαρίστα Γιοσέφ Ρομάνο, ενώ πήραν ομήρους άλλα εννέα μέλη της αποστολής. Οι τρομοκράτες, απαιτώντας από τις αρχές την απελευθέρωση πάνω από 200 Παλαιστίνιων κρατούμενων, μετακινήθηκαν με πούλμαν και ελικόπτερο σε κοντινή αεροπορική βάση, όπου τους περίμενε αεροσκάφος. Εκεί οι αστυνομικές αρχές άνοιξαν πυρ, με αποτέλεσμα ένας από τους δράστες να απασφαλίσει μία χειροβομβίδα στο ελικόπτερο. Τελικά, σκοτώθηκαν όλοι οι όμηροι (οι αρσιβαρίστες Ζεέβ Φρίντμαν και Ντάβιντ Μπέργκερ, ο κριτής άρσης βαρών Γιάκοβ Σπρίνγκερ, ο παλαιστής Μάρκ Σλάβιν, ο διαιτητής πάλης Γιόσεφ Γκούτφροϊντ, ο προπονητής σκοποβολής Κεχάτ Σχορ, ο προπονητής ξιφασκίας Αντρέ Σπίτσερ και ο προπονητής στίβου Αμίτζουρ Σαπίρα), ένας Γερμανός αστυνομικός (Άντον Φλιγκερμπάουερ) και πέντε από τους δράστες, οι Λουτίφ Αφίφ, Γιουσούφ Ναζάλ, Αφίφ Αχμέντ Χαμίντ, Κχαλίντ Τζαμάλ και Αχμέντ Τσικ Θάα.

Δύο από τους τρεις δράστες επιβίωσαν της επίθεσης και φέρονται να σκοτώθηκαν αργότερα μετά από επιχείρηση της Μοσάντ, ενώ άλλος ένας ήταν ζωντανός τουλάχιστον μέχρι το 1999, παραχωρώντας μάλιστα και συνεντεύξεις. Ο αυτοαποκαλούμενος «εγκέφαλος» της επίθεσης Αμπού Νταούντ, πέθανε σε ηλικία 73 ετών το 2010 στην Συρία.

ΑΤΛΑΝΤΑ 1996
«Στρατός του Θεού»

Στις 27 Ιουλίου του 1996, κατά την διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων της Ατλάντα, μία έκρηξη βόμβας, τοποθετημένης σε μία τσάντα πλάτης «ενισχυμένης» με καρφιά και βίδες, συγκλόνισε το «Σεντένιαλ Παρκ» της πόλης κατά τη διάρκεια συναυλίας, σκοτώνοντας την 44χρονη Άλις Χόθορν και τραυματίζοντας άλλα 111 άτομα. Θύμα της επίθεσης ήταν και ένας καμεραμάν, ο οποίος πέθανε από καρδιακή προσβολή τρέχοντας για να καλύψει το γεγονός. Τα θύματα θα ήταν πολλά περισσότερα, αν ένας από τους άνδρες της ασφάλειας, ονόματι Ρίτσαρντ Τζούελ, δεν είχε εντοπίσει την βόμβα λίγα λεπτά πριν την πυροδότησή της, με αποτέλεσμα να ξεκινήσει η εκκένωση της περιοχής. 

Το 1998, οι αρχές των ΗΠΑ κατηγόρησαν για την βομβιστική επίθεση έναν μαραγκό ονόματι Έρικ Ράντολφ, ο οποίος κατηγορήθηκε για παρόμοιες επιθέσεις το 1997 σε γκέι club και κλινική αμβλώσεων, επίσης στην Ατλάντα. O Ράντολφ, διέφευγε από τις αρχές για πάνω από 5 χρόνια, όμως τελικά συνελήφθη στις 31 Μαΐου του 2003 στην Β. Καρολίνα. Ο δράστης ομολόγησε τις επιθέσεις, τονίζοντας ότι στόχος του ήταν η ματαίωση των Αγώνων, ώστε να πληγεί το γόητρο της κυβέρνησης των ΗΠΑ λόγω της πολιτικής της για τις αμβλώσεις.

Ο Ράντολφ καταδικάστηκε το 2005 σε τέσσερις φορές ισόβια χωρίς δυνατότητα αναστολής και εκτίει την ποινή του σε φυλακές του Κολοράντο. 

ΠΕΚΙΝΟ 2008
Διπλό χτύπημα

Οι Ολυμπιακοί του Πεκίνου σημαδεύτηκαν από δύο διαφορετικά χτυπήματα, που άφησαν πίσω τους τρεις νεκρούς.

Στις 9 Αυγούστου 2008, σε τουριστική περιοχή του Πεκίνου, τρία χιλιόμετρα από το Ολυμπιακό Στάδιο, ο 47χρονος Τανγκ Γιονμίνγκ επιτέθηκε και σκότωσε με μαχαίρι τον Αμερικανό Τοντ Μπάχμαν, πεθερό του ομοσπονδιακού προπονητή της ομάδας βόλεϊ ανδρών των ΗΠΑ. Στην επίθεση τραυματίστηκε η σύζυγός του Μπάρμπαρα και η κινέζα ξεναγός τους, ενώ παρούσα στο συμβάν ήταν και η κόρη του ζευγαριού, βολεϊμπολίστρια Ελίζαμπεθ Μπάχμαν.  Ο δράστης αυτοκτόνησε αμέσως μετά την επίθεση πέφτοντας από τον δεύτερο όροφο κτιρίου, ενώ τα αίτια της επίθεσης δεν έγιναν γνωστά, με πληροφορίες να αναφέρουν ότι ο Γιονμίνγκ αντιμετώπιζε ψυχολογικά προβλήματα. 

Στις 13 Αυγούστου, μία βόμβα εξερράγη σε κτίριο της οικονομικής ζώνης Κινουανγκντάο κοντά στο Πεκίνο, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν δύο άτομα. Οι δράστες παρέμειναν άγνωστοι και οι αρχές της Κίνας θεωρούν ότι επρόκειτο για βιομηχανικό σαμποτάζ.