Στη Γερμανία κυκλοφορούν περί τα 44 εκατομμύρια αυτοκίνητα, αριθμός που ολοένα αυξάνεται, όπως συμβαίνει και με τον αριθμό των οδηγών, κάτι που συνεπάγεται αύξηση και του κινδύνου των ατυχημάτων. Εδώ και σχεδόν δύο 10ετίες, το τμήμα έρευνας ατυχημάτων της Volkswagen, συνεργάζεται στενά με τους τεχνικούς και τους υπευθύνους εξέλιξης της εταιρείας, με στόχο το δραστικό περιορισμό των ατυχημάτων, παρέχοντας θεμελιώδεις πληροφορίες για την εξέλιξη καινούργιων συστημάτων υποβοήθησης.
Το τμήμα μελέτης ατυχημάτων της Volkswagen εργάζεται 24 ώρες την ημέρα, 365 ημέρες το χρόνο. Ο επικεφαλής του τμήματος Ραλφ Τένζερ και η οχταμελής ομάδα του, εργάζονται ακατάπαυστα για να παρέχουν στους τεχνικούς και υπευθύνους εξέλιξης της Volkswagen, κάθε δυνατή βοήθεια στο έργο τους. Με αυτό το πρίσμα, εκείνος και οι συνεργάτες του αναλύουν, επιτόπου, περί τις 120 περιπτώσεις ατυχημάτων κάθε χρόνο.
Εάν ένα σημερινό μοντέλο της Volkswagen εμπλακεί σε ατύχημα, οι ερευνητές της Volkswagen χρησιμοποιούν κάμερες και εξοπλισμό μετρήσεων για να καταγράψουν στο συντομότερο δυνατό χρόνο, μία πληθώρα δεδομένων και λεπτομερειών, όπως το είδος της ζημιάς του αυτοκινήτου, τη θέση του μετά το ατύχημα, καθώς και τις αποστάσεις πέδησης.
Χρησιμοποιείται η πιο πρόσφατη τεχνολογία: για την συνολική απεικόνιση του τόπου του ατυχήματος, χρησιμοποιούνται ακόμα και εναέριες φωτογραφίες, με τη βοήθεια drone. Σύστημα αποστασιόμετρου με laser που είναι τοποθετημένο στο ειδικό όχημα καταγραφής του ατυχήματος, σκανάρει και αποτυπώνει σε 3διάστατη απεικόνιση τον περιβάλλοντα χώρο, καθώς περνά από εκεί με χαμηλή ταχύτητα. Η ομάδα των ειδικών περιλαμβάνει και γιατρό. Καθήκον του γιατρού είναι να διαπιστώσει το πώς προκλήθηκαν οι τραυματισμοί στους επιβάτες.
Ο γιατρός, σε συνεργασία με την Ιατρική σχολή του Ανόβερου, συγκρίνει ανώνυμα δεδομένα τραυματισμών που έχουν συγκεντρωθεί από τα αρμόδια νοσοκομεία, με τις ζημιές στα ίδια τα οχήματα και στο εσωτερικό τους. Από όλα αυτά τα δεδομένα, οι ερευνητές δημιουργούν στον υπολογιστή, με τη βοήθεια ειδικού λογισμικού, μία πλήρη και σε 3D, αναπαράσταση του ατυχήματος.
Στο τέλος, η όλη διαδικασία, είναι τόσο λεπτομερής που δίνει στους ερευνητές τη δυνατότητα να προσδιορίσουν σχεδόν επακριβώς, τόσο την κατεύθυνση και την ταχύτητα των αυτοκινήτων πριν τη σύγκρουση, όσο και το ποια συστήματα (π.χ. ESC) είχαν ενεργό παρέμβαση.
Το τμήμα μελέτης ατυχημάτων, έχει επίσης συμβάλλει και στην εξέλιξη των συστημάτων για την προστασία των πεζών. Σύμφωνα με τις στατιστικές, το 75% του συνόλου των οδικών ατυχημάτων, συμβαίνουν με ταχύτητες μικρότερες των 25 km/h. Το σύστημα City Emergency Braking, το οποίο ανάλογα και με το μοντέλο, συμπεριλαμβάνεται στο σύστημα ελέγχου εμπρόσθιας κυκλοφορίας «Front Assist», υποστηρίζει τον οδηγό σε σχετικά χαμηλές ταχύτητες. Ένα εμπόδιο που δεν θα γινόταν ενδεχομένως αντιληπτό κατά την κίνηση στην πόλη με ταχύτητες μέχρι τα 30χλμ/ώρα, αναγνωρίζεται από το ραντάρ και ανάλογα με το μέγεθος του κινδύνου, το σύστημα φρενάρει αυτόματα. Ιδανικά, οι οπίσθιες συγκρούσεις θα μπορούσαν να αποφευχθούν εντελώς. Από μία μελέτη του οργανισμού Euro NCAP & NCAP of Australia, διαπιστώθηκε ότι σε αυτοκίνητα που είχαν εμπλακεί σε ατύχημα, εάν υπήρχε τοποθετημένο σύστημα αυτόνομου φρεναρίσματος πανικού (Autonomous Emergency Braking/AEB), θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί το 38% των οπίσθιων συγκρούσεων.
Συστήματα ενεργητικής ασφάλειας, όπως η υποβοήθηση φρεναρίσματος (brake assist), ή ο Ηλεκτρονικός Έλεγχος Σταθερότητας (Electronic Stability Control-ΕSC), συνδυάζονται με τον εξοπλισμό παθητικής ασφάλειας (όπως οι ζώνες ασφαλείας, οι αερόσακοι, η καμπίνα ελεγχόμενης παραμόρφωσης), εξασφαλίζουν το μέγιστο δυνατό βαθμό προστασίας σε όλους τους επιβάτες και χρήστες του δρόμου. «Στόχος μας είναι να εξελίξουμε ένα ασφαλές και άνετο για όλους αυτοκίνητο. Αρκεί να μπορέσουμε να αυξήσουμε αποτελεσματικά και αρκετά το επίπεδο ασφάλειας χρησιμοποιώντας την κατάλληλη αλληλεπίδραση των διαφόρων συστημάτων», δηλώνει ο Τένζερ.