Ο Ουρουγουανός μεσοεπιθετικός Έκτορ Σκαρόνε (Héctor Pedro Scarone Beretta) γεννήθηκε στις 26 Νοεμβρίου του 1898, στο Μοντεβιδέο. Από το 1930 έως το 2011 ήταν ο Κορυφαίος Σκόρερ Όλων των Εποχών (μεταξύ 1917 και 1930) για την εθνική ομάδα της Ουρουγουάης. Σε συλλογικό επίπεδο, πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του με τη Νασιονάλ του Μοντεβιδέο, με την οποία κατέκτησε το πρωτάθλημα της Ουρουγουάης 8 φορές. Σκόραρε συνολικά 301 γκολ για τον σύλλογο σε 369 εμφανίσεις.
Έπαιξε επίσης για την Μπαρτσελόνα και τις Ίντερ και Παλέρμο στην Ιταλία. Σε εθνικό επίπεδο, κατέκτησε 4 φορές το πρωτάθλημα Νοτίου Αμερικής (ο πρόγονος του Κόπα Αμέρικα), 2 φορές το Χρυσό Ολυμπιακό Μετάλλιο και τον πρώτο Παγκόσμιο Τίτλο. Τα 31 γκολ σε 52 διεθνείς αγώνες (στην πραγματικότητα 52, αλλά τα 21 γκολ ήταν σε ανεπίσημους αγώνες και δεν αναγνωρίζονται από την FIFA) που σκόραρε για τη χώρα του, στάθηκαν μέχρι από το 2011 ως εθνικό ρεκόρ!
Είναι ίσως το πιο επίλεκτο μέλος της θρυλικής επιθετικής πεντάδας που χάρισε στην Ουρουγουάη το πρώτο Παγκόσμιο Κύπελλο. Οι άλλοι τέσσερις ήσαν ο Πάμπλο Ντοράντο (Pablo Dorado), o Έκτορ Κάστρο (Héctor Castro), o Πέδρο Τσέα (Pedro Cea) και o Σάντος Ιριάρτε (Santos Iriarte). Θεωρείται ένας απ’ τους καλύτερους ποδοσφαιριστές όλων των εποχών που ανέδειξε η χώρα. Ονομάστηκε «Εl Mago» (Ο Μάγος) για την εφευρετικότητά του και τα μεγαλοφυή του σχέδια, αλλά πάνω από όλα, ήταν ο «θεός» της χώρας. Ίσως ο άλλος χαρακτηρισμός, «el del Futbol Gardel» (Γκαρντέλ του Ποδοσφαίρου), να είναι πιο κοντά στην αλήθεια.
Μέτριος σε ανάστημα (1,69 μ), κατόρθωνε κι έπαιρνε τις κεφαλιές, μιας και σύμφωνα με μαρτυρίες αντιπάλων του, «πηδούσε πολύ ψηλά και περίμενε την μπάλα!». Θρυλείται ότι ήταν προικισμένος με χιλιοστομετρική ακρίβεια στο σουτ! Μπορούσε να χτυπήσει δέκα πέναλτι και να στείλει την μπάλα στο ίδιο ακριβώς σημείο όπως και να την στείλει στο σημείο του πέναλτι χτυπώντας κόρνερ! Όλα αυτά μοιάζουν μυθικά, αλλά ο Πέδρο Τσέα που ήταν ο συμπαίκτης του στην εθνική τα επιβεβαιώνει. Ο Τζιουζέπε Μεάτσα (Giuseppe Meazza), που έπαιξε μαζί του στην Ίντερ δήλωσε ότι είναι φανταστικός. Και ο Ρικάρντο Ζαμόρα (Ricardo Zamora) τον ανακήρυξε «σύμβολο» του ποδοσφαίρου. Δεν είναι υπερβολή να τον ονομάσει κανείς τον Πελέ της δεκαετίας του 1920. Άλλωστε, χαρακτηρίστηκε “El Mejor Jugador del Mundo” (Ο Καλύτερος Ποδοσφαιριστής του Κόσμου) προπολεμικά!
Ξεκίνησε την καριέρα του στην ηλικία των 14 ετών, εντασσόμενος στη Νασιονάλ, έναν από τους μεγαλύτερους συλλόγους στη χώρα, όπου έκανε το ντεμπούτο του το 1916. Στην πρώτη του σεζόν με τη Νασιονάλ κέρδισε τον τίτλο του πρωταθλητή με 14 νίκες σε 16 παιχνίδια. Αγωνίστηκε με τη γαλάζια φανέλα για τα επόμενα 9 χρόνια, με την οποία κέρδισε 7 πρωταθλήματα, συμπεριλαμβανομένης μιας θριαμβευτικής περιοδείας στην Ευρώπη το 1925.
Το 1926, πήγε στην Μπαρτσελόνα, αλλά έμεινε μόνο έξι μήνες. Δεν ήθελε να χαρακτηριστεί επαγγελματίας και να χάσει το δικαίωμα συμμετοχής στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1928 με την Ολυμπιακή ομάδα της χώρας του. Έτσι κι αλλιώς, παρόλο ότι έπαιξε μόνο 10 αγώνες με τη Μπάρτσα, κατέκτησε ένα καταλανικό πρωτάθλημα και ένα ισπανικό Κύπελλο, αλλά έκανε το ρεκόρ του. Έγινε ο πρώτος διεθνής και δεύτερος Ουρουγουανός, μετά τον Χούλιο Μπαβάστρο (Júlio Bavastro) που έπαιξε στη Μίλαν το 1910, που διέσχισε τον Ατλαντικό και δέχτηκε να παίξει στην Ευρώπη.
Ξαναγύρισε για 3 χρόνια στη Νασιονάλ, χωρίς όμως την επιτυχία της πρώτης περιόδου, μιας και κυριαρχούσε πλέον η Πενιαρόλ. με την έλευση του επαγγελματισμού στο ποδόσφαιρο της Ουρουγουάης, επέστρεψε στην Ευρώπη, στην Ιταλία, έχοντας ένα πέρασμα μιας περιόδου για την Ίντερ και 2 σεζόν για την Παλέρμο. Επέστρεψε ξανά στο Μοντεβιδέο το 1934, στην κατάλληλη στιγμή για να θριαμβεύσει ξανά στο εθνικό πρωτάθλημα, με την Νασιονάλ στην οποία αγωνίστηκε και έκλεισε την καριέρα του το 1939. Με τη Νάσιοναλ σημείωσε 301 γκολ σε 369 αγώνες.
Η συμβολή του Σκαρόνε ήταν αποφασιστική στην κυριαρχία της Ουρουγουάης την δεκαετία του 1920 και στην κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Ξεκίνησε να αγωνίζεται για την εθνική ομάδα, στις 2 Σεπτεμβρίου του 1917, με την Αργεντινή (1-0) στο Μοντεβιδέο. Στα 19 του χρόνια, στην 4η διεθνή συμμετοχή του, σκόραρε το νικητήριο τέρμα στον τελικό του Πρωταθλήματος Νοτίου Αμερικής (ο πρόγονος του Κόπα Αμέρικα), εναντίον της Αργεντινής. Μεγαλούργησε με την Ολυμπιακή ομάδα, κατακτώντας το Χρυσό μετάλλιο το 1924 και το 1928, αλλά και στο πρώτο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1930.
Ήταν ταλέντο στο κέντρο, ως επιθετικός μέσος που αγωνιζόταν και τον χρειάζονταν για τις μπαλιές ακριβείας και για τα σουτ από τα δεκαέξι μέτρα, για τις ξαφνικές του διεισδύσεις που μετατρέπονταν σε γκολ και για τις στημένες φάσεις, αλλά και για να διεκδικεί τις κεφαλιές από τους αμυντικούς. Αλλά ο Σκαρόνε, που ήταν ολοκληρωμένος ποδοσφαιριστής, ήξερε να παίζει και άμυνα και η ικανότητά του σε αυτόν τον τομέα υπήρξε αποφασιστικής σημασίας στο Α’ ημίχρονο του τελικού, όταν η Αργεντινή επιτίθετο και πολλοί από τους αμυντικούς είχαν, κυριολεκτικά, χαθεί. Με την επική αντεπίθεση στο Β’ ημίχρονο, η Ουρουγουάη ανέτρεψε το σκορ (0-1) και κατέκτησε τον τίτλο (4-2). Αυτός ο αγώνας, στις 30 Ιουλίου του 1930, ήταν και ο τελευταίος της διεθνούς καριέρας του.
Συμμετείχε σε 70 αγώνες με το εθνόσημο, από το 1917 έως το 1930, ένα ρεκόρ μακροζωίας στην εθνική Ουρουγουάης. Από τα 70 αυτά παιχνίδια τα 52 είναι επίσημα και αναγνωρίζονται από την FIFA, σημειώνοντας 31 τέρματα, τα οποία μέχρι το 2011 ήταν εθνικό ρεκόρ. Είναι πλέον ο 3ος Σκόρερ στην ιστορία της ομάδας της Ουρουγουάης, πίσω από τον Λουίς Σουάρες (Luis Alberto Suárez) και τον Ντιέγκο Φορλάν ( Diego Forlán). Σημείωσε και άλλα 21 τέρματα με την εθνική, αλλά σε ανεπίσημους αγώνες. Κατέκτησε μαζί της, πέρα από τα 2 Χρυσά Ολυμπιακά μετάλλια και το Παγκόσμιο Κύπελλο, το πρωτάθλημα Νοτίου Αμερικής 4 φορές, το 1917, το 1923, το 1924 και το 1926.
Όταν αποσύρθηκε απ’ την ενεργό δράση, εργάστηκε και ως προπονητής στη Μιλιονάριος της Κολομβίας (1946/47), την εποχή που έπαιζε σ’ αυτή ο Αλφρέδο ντι Στέφανο (Alfredo Di Stefano), στη Ρεάλ Μαδρίτης (1950, 1951/52) και στη Νάσιοναλ (1954) μαζί με τον Εκτορ Ρομέρο ((Héctor Romero). Πραγματική βεντέτα με την καλή, αλλά και την… άσχημη έννοια της λέξης. Συχνά ήταν δύστροπος, εγωιστής και εριστικός. Ποδοσφαιριστής ήταν και ο μεγαλύτερος αδελφός του ο Κάρλος ο οποίος αγωνίστηκε στη Νάσιοναλ και στην εθνική ομάδα.
Ο Έκτορ Σκαρόνε σκοτώθηκε σε τροχαίο έξω από το Μοντεβιδέο στις 4 Απριλίου του 1967, σε ηλικία 68 ετών.