Πριν από 23 χρόνια ακριβώς καταγράφηκε στο Μάντσεστερ της Αγγλίας η καλύτερη πορεία της εθνικής μας ομάδας επιτραπέζιας αντισφαίρισης των ανδρών σε Παγκόσμιο πρωτάθλημα. Σημειώθηκε μία ιστορική επιτυχία, που μόνο στη… φαντασία των ανθρώπων του αθλήματος μπορούσε να υπάρχει πριν κι ας ήταν δεδομένο ότι το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα είχε αλλάξει επίπεδο τη δεκαετία του ’90. Έκτη θέση στον κόσμο! Έκτη θέση ανάμεσα σε 103 χώρες και προάγγελος, θα ‘λεγε κάποιος, για τις σπουδαίες διακρίσεις, που ακολούθησαν για την ανδρική ομάδα τα κοντινά ή πιο μακρινά χρόνια! Το 44ο Παγκόσμιο πρωτάθλημα ανδρών-γυναικών πραγματοποιήθηκε στην αγγλική πόλη από τις 24 Απριλίου μέχρι τις 5 Μαΐου 1997. Ήταν μία από τις τελευταίες φορές στα χρονικά του θεσμού, που αφορούσε ταυτόχρονα ομαδικά και ατομικά αγωνίσματα. Το ομαδικό ανδρών ολοκληρώθηκε στις 30 Απριλίου και έφερε την Ελλάδα στην απίστευτη 6η θέση -επίτευγμα αξεπέραστο έως σήμερα. Την ομάδα συγκροτούσαν οι Καλλίνικος Κρεάνγκα, Ντανιέλ Τσιόκας, Γιάννης Βλοτινός, Γιάννης Κορδούτης και Παναγιώτης Γκιώνης, ενώ προπονητής ήταν ο αείμνηστος Νίκος Κωστόπουλος.
Στη δεκαετία του ’90 η επιτραπέζια αντισφαίριση της χώρας είχε ήδη πανηγυρίσει μεγάλες στιγμές από τους διεθνείς μας κι ήταν ξεκάθαρο ότι με οδηγό τον Κρεάνγκα είχε αλλάξει κατεύθυνση! Ο Καλλίνικος είχε αναδειχτεί πρωταθλητής Ευρώπης στο διπλό ανδρών και το διπλό μικτό και είχε πάρει χάλκινο μετάλλιο σε Παγκόσμιο πρωτάθλημα στο μικτό. Ο αμυντικός Τσιόκας (που επίσης είχε έρθει με περγαμηνές από τη Ρουμανία μερικά χρόνια πριν) έκανε μαζί με τον Κρεάνγκα, στην Ατλάντα το 1996, το ολυμπιακό ντεμπούτο για τα γαλανόλευκα χρώματα, ενώ την ίδια χρονιά ο Γκιώνης κατέκτησε ευρωπαϊκό τίτλο στο διπλό μικτό νέων. Ο Βλοτινός ήταν 2ος Βαλκανιονίκης το 1993 στο απλό ανδρών -πίσω από τον Τσιόκα, ενώ στην ίδια διοργάνωση οι δύο άνδρες πήραν χρυσό στο ομαδικό με Κορδούτη και Θεοφάνη Αβραντινή.
Tο συναρπαστικό ταξίδι πάντως, μέχρι την εντυπωσιακή εμφάνιση στο Παγκόσμιο του Μάντσεστερ άρχισε ουσιαστικά το καλοκαίρι του 1996. Τότε, που η έναρξη της αγωνιστικής χρονιάς έγινε με μία σημαντική αλλαγή. Τον Αύγουστο η Ε.Φ.Ο.Επ.Α. και ο Ντούσαν Οσμανάγκιτς ολοκλήρωσαν τη συνεργασία τους όταν ο «Ντούλε», που αναμφισβήτητα πρόσφερε πολλά στο ελληνικό συγκρότημα, αποφάσισε να γυρίσει στην πατρίδα του και ν’ ασχοληθεί με τη γιουγκοσλαβική ομοσπονδία. Έτσι, τη θέση του ομοσπονδιακού προπονητή στην ομάδα ανδρών πήρε ο Κωστόπουλος, μέχρι τότε βοηθός του Οσμανάγκιτς.
Ο κορυφαίος αθλητής μας, ο Κρεάνγκα, ετοιμαζόταν για την πρώτη του συμμετοχή σε ομαδικό Παγκοσμίου πρωταθλήματος και είχε πάρει μεταγραφή για την περίφημη Σαρλερουά του Βελγίου. Ο Τσιόκας θα δοκίμαζε την τύχη του στη γερμανική Μπαϊρόιτ. O Βλοτινός και ο Κορδούτης ήταν καταξιωμένοι αθλητές με πανελλήνιους τίτλους, πολύτιμη εμπειρία και καλές διεθνείς παρουσίες κι από πίσω ερχόταν ο πολλά υποσχόμενος νεαρός Γκιώνης, που μόλις έκανε τις πρώτες του εμφανίσεις ως μέλος της εθνικής ανδρών. Η νέα σελίδα μπήκε με πολύ καλή προοπτική στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας και η δουλειά βγήκε στον καλύτερο βαθμό στο Μάντσεστερ.
Το ομαδικό άρχισε στις 24 Απριλίου 1997 με ομίλους και η Ελλάδα, που ήταν στη B’ κατηγορία του Παγκοσμίου πρωταθλήματος, κατέκτησε στον δικό της με ευκολία την 1η θέση. Κατέβαλε κατά σειρά τη Σκωτία με 3-0, το Ζαΐρ, την Αρούμπα και την Ταϊτή επίσης με 3-0 κι έκανε γερή… προπόνηση για τη δύσκολη συνέχεια.
Με βασική τριάδα τους Κρεάνγκα, Τσιόκα, Βλοτινό η διοργάνωση προχώρησε για την εθνική μας με δύο ακόμη «καθαρές» νίκες, που την οδήγησαν στον γύρο των «32». Σε παιχνίδια, που ήταν και μπαράζ για την άνοδο κατηγορίας, επικράτησε της Ινδίας με 3-0 και των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής με 3-1.
Στις «32» έδωσε συναρπαστική αναμέτρηση με την πανίσχυρη Λευκορωσία του Βλαντιμίρ Σαμσόνοφ (που σημειωτέον τότε είχε αναδειχτεί δευτεραθλητής κόσμου στο απλό) κι έπειτα από συνολικά πολύ καλή απόδοση κατέκτησε τη νίκη με 3-2. Ο Κρεάνγκα, που υπέστη μόλις μία ήττα στο ομαδικό πέτυχε δύο θετικά αποτελέσματα. Η άλλη ήρθε από τον Βλοτινό, ο οποίος μετατράπηκε σε «κρυφό χαρτί» για την ελληνική ομάδα στη διοργάνωση και πέτυχε καθοριστικές νίκες.
Από τη Β’ κατηγορία η ομάδα ήταν πια στην πρώτη 16άδα του Παγκοσμίου πρωταθλήματος, αλλά το όνειρο δεν είχε τελειώσει. Ακολούθησε νέα εξαιρετική εμφάνιση της ίδιας τριάδας και σπουδαία νίκη επί της Ιταλίας με 3-1 για να γίνει πραγματικότητα και η ιστορική είσοδος στα προημιτελικά! Δύο νίκες κι εδώ από τον Κρεάνγκα και μία από τον Βλοτινό.
Η Ελλάδα είχε ήδη πετύχει 8 νίκες σε ισάριθμα ματς, κυνηγούσε την απόλυτη υπέρβαση με είσοδο στην 4άδα ώσπου σταμάτησε την ξέφρενη πορεία της η πανίσχυρη Γερμανία. Έδωσε τον καλύτερο εαυτό της απέναντι στην ομάδα, που νωρίτερα είχε πάρει την πρωτιά στο 3ο γκρουπ της Α’ κατηγορίας, προηγήθηκε μάλιστα στο σκορ όταν ο Κρεάνγκα ξεπέρασε με 2-0 σετ τον παγκόσμιο πρωταθλητή του διπλού το 1989 Στέφαν Φέτσνερ, αλλά φυσιολογικά ήρθε η ήττα με 3-1. Ο Γιοργκ Ρόσκοπφ (επίσης παγκόσμιος πρωταθλητής του διπλού το 1989) κατέβαλλε με 2-0 τον Τσιόκα, μετά υποχρέωσε τον Κρεάνγκα στη μοναδική του ήττα στο αγώνισμα (επίσης 2-0 σετ) κι ενδιάμεσα ο Πέτερ Φρανζ έκαμψε με το ίδιο σκορ τον Βλοτινό.
Παρά την πρώτη ήττα εννοείται ότι το κίνητρο για μια όσο το δυνατό υψηλότερη θέση παρέμενε πολύ μεγάλο για το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα. Συνέχισε απτόητο λοιπόν και στον αγώνα για τις θέσεις 5-8 κατάφερε να λυγίσει μία ακόμη χώρα με παράδοση στο άθλημα. Νίκησε με 3-1 το Βέλγιο του διάσημου Ζαν Μισέλ Σέιβ χάρη σε δύο ακόμη νίκες του Κρεάνγκα και μία του Τσιόκα. Μπήκε έτσι στην πρώτη 6άδα του κόσμου και ξανά με τη βασική της τριάδα πάλεψε σθεναρά για μεγάλο αποτέλεσμα και στο τελευταίο ματς κατάταξης κόντρα στην άλλοτε πρωταθλήτρια κόσμου Ιαπωνία. Έχασε με 3-1, πάντως μπορούσε κάλλιστα να φτάσει και στην 5η θέση και είναι ενδεικτικό ότι ο Βλοτινός απέναντι στον Χιρόσι Σιμπουτάνι και ο Τσιόκας κόντρα στον Γιόκι Ματσουσίτα είχαν χάσει με οριακή διαφορά το 3ο και καθοριστικό σετ. Το επί μέρους θετικό αποτέλεσμα είχε πετύχει ο Κρεάνγκα.
Τα μέλη της εθνικής μας ολοκλήρωσαν με περηφάνια και πλατιά χαμόγελα την καταπληκτική πορεία τους και το απόγευμα της 30ης Απριλίου παρακολούθησαν τον σπουδαίο τελικό του αγωνίσματος με την Κίνα να επικρατεί με 3-1 της θαυμάσιας Γαλλίας και να διατηρεί τα παγκόσμια πρωτεία. Υπήρχε ματς και για τις θέσεις 3-4 και η Νότια Κορέα είχε επικρατήσει της Γερμανίας με 3-0.
Η τρομερή επιτυχία από το συγκρότημα του Νίκου Κωστόπουλου διαφήμισε παντού την επιτραπέζια αντισφαίριση και τον ελληνικό αθλητισμό γενικότερα, ενώ έβαλε κι αυτή το λιθαράκι της στην προσπάθεια της διεκδίκησης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 από την Αθήνα (προνόμιο, που τελικά απέκτησε η χώρα μας τον Σεπτέμβριο του 1997). Στις 21 Μαΐου ο τότε υφυπουργός Αθλητισμού Ανδρέας Φούρας είχε δεχτεί την ομάδα στο γραφείο του για να τη συγχαρεί (παρών και ο γενικός γραμματέας και σημερινός πρόεδρος της Ε.Φ.Ο.Επ.Α. Μανώλης Κολυμπάδης). Ο αρχηγός Γιάννης Κορδούτης είχε προσφέρει στον υφυπουργό μεγάλη αναμνηστική φωτογραφία της εθνικής ομάδας, ενώ τα συγχαρητήρια του για την κατάκτηση της 6ης θέσης είχε δώσει και ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης.
Με τα αποτελέσματά της στο Μάντσεστερ η Ελλάδα εξασφάλισε την άνοδο στην Α’ κατηγορία του θεσμού κι έκανε άλμα 26 θέσεων μετά το Παγκόσμιο πρωτάθλημα του 1995 στο Τιανγίν της Κίνας, όπου είχε καταλάβει την 32η θέση. Επίσης, ήταν η τρίτη καλύτερη ομάδα στην Ευρώπη κι άφησε πίσω της την τότε πρωταθλήτρια Ευρώπης και πρώην παγκόσμια πρωταθλήτρια Σουηδία, όπως και χώρες με ιστορία και διακρίσεις όπως η Ρωσία, η Ρουμανία, η Γιουγκοσλαβία και άλλες. Η Ιταλία και το Βέλγιο δε, που ήταν στα «θύματά» της, βρέθηκαν τα επόμενα χρόνια στα μετάλλια του Παγκοσμίου πρωταθλήματος (χάλκινο το 2000 και ασημένιο το 2001 αντίστοιχα).
Κι επειδή μιλούσαμε νωρίτερα για επιτυχία-σταθμό μπορούμε να βρούμε παραδείγματα για την περαιτέρω πρόοδο με σημαντικές στιγμές είτε άμεσα είτε μετά από λίγα χρόνια:
Μόλις τον Ιούνιο του 1997 ο Κρεάνγκα αναδείχτηκε στο Μπάρι 1ος Μεσογειονίκης και κατέκτησε το πρώτο του χρυσό μετάλλιο στο απλό σε μεγάλη διοργάνωση. Τα κατορθώματα που πέτυχε αργότερα (σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο) και τον έκαναν θρύλο είναι γνωστά.
Τη σεζόν 1997-1998 η εθνική μας έφτασε στην άνοδο από την Α’ κατηγορία του Ευρωπαϊκού Λιγκ στη Σούπερ κατηγορία και το 1999 κατέκτησε εκεί την 3η θέση. Μέχρι και στις μέρες μας διατηρείται στη διεθνή σκηνή, με ελάχιστες εξαιρέσεις, σε αυτό το τοπ σημείο. Έχει πλησιάσει τον άθλο του 1997 με την 9η θέση στον κόσμο (2001, 2014) και φυσικά καμαρώνει για το ασημένιο μετάλλιο στην Ευρώπη (2013).
Ο Τσιόκας έφτασε μέσα σε τρία χρόνια σε ευρωπαϊκό μετάλλιο στο διπλό μικτό, ο Βλοτινός στην 9η θέση στην Ευρώπη στο απλό, ενώ στην πορεία είδαν όλοι την αλματώδη εξέλιξη του Γκιώνη…
Για την ιστορία τέλος, να επισημάνουμε ότι τα ελληνικά χρώματα είχαν αργότερα στο Μάντσεστερ καλά πλασαρίσματα και στα ατομικά αγωνίσματα. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ο Κρεάνγκα με τον Κροάτη Ζόραν Κάλινιτς κατετάγησαν στις θέσεις 9-16 του διπλού ανδρών, ενώ στις ίδιες θέσεις βρέθηκαν και ο Τσιόκας με την πολιτογραφημένη Γερμανίδα Ζίε Σοπ στο διπλό μικτό.
Τη 17η θέση κατέλαβε ο Κρεάνγκα στο απλό ανδρών, επίσης στις θέσεις 17-32 πήγε ο Γκιώνης στο διπλό ανδρών με συμπαίκτη τον Λο Τσούεν Τσουνγκ από το Χονγκ Κονγκ. Για τον Γκιώνη ήταν το πρώτο Παγκόσμιο πρωτάθλημα της καριέρας του κι από τότε δεν έχει χάσει κανένα!