Ανήμερα της επετείου από την κατάκτηση του μοναδικού ευρωπαϊκού τίτλου στην ιστορία του ελληνικού μπάσκετ γυναικών, από τον Αθηναϊκό, το 2010, στο κλειστό του Βύρωνα, ο τεχνικός εκείνης της ομάδας, Τζώρτζης Δικαιουλάκος, μίλησε στο webradio της ΕΟΚ και τόνισε ότι η μοναδική επιτυχία σε συλλογικό επίπεδο, έμεινε απόλυτα ανεκμετάλλευτη στην προσέλκυση κοριτσιών στο άθλημα, αλλά και στην οργάνωση των ομάδων.
Aναλυτικά οι δηλώσεις του προπονητή της Φαμίλα Σκίο:
Για τη Φαμίλα Σκίο και τη μέχρι τώρα εμπειρία του στην Ιταλία: «Γενικά, εκείνο που έχω καταλάβει από την αρχή της σεζόν, είναι ότι η Ιταλία επιστρέφει στο μπάσκετ. Οι ομάδες έχουν αποφασίσει να ρίξουν αρκετά λεφτά, όπως συνέβαινε και παλιότερα, τόσο στους άντρες όσο και στις γυναίκες. Είναι κάτι που φαίνεται από την Αρμάνι Μιλάνο, τη Βενέτσια και τη Μπολόνια, ενώ υπάρχουν ομάδες που βάζουν αρκετά λεφτά και στις γυναίκες και θέλουν να ακολουθήσουν εμάς. Εμείς είχαμε μια πάρα πολύ καλή παρουσία στην ευρωλίγκα, όπου για λεπτομέρειες – ίσως για μια λάθος πάσα – δεν καταφέραμε να μπούμε στο φάιναλ φορ».
Για το φάιναλ φορ της Ευρωλίγκας γυναικών: «Η Φενερμπαχτσέ έχει σίγουρα το προβάδισμα, τόσο λόγω έδρας, αλλά και λόγω ρόστερ. Έχει σχεδόν οκτώ, εννέα ξένες παίκτριες, είναι μια γεμάτη ομάδα. Φυσικά, δεν είναι μόνο το ρόστερ, αλλά και το γεγονός ότι το φάιναλ φορ διεξάγεται στην Κωνσταντινούπολη και έχει, ήδη, ανακοινωθεί sold out. Η Αβενίδα έχει την ωριμότητα από τη συμμετοχή της πέρυσι. Παίζει ωραίο μπάσκετ, πιεστικό και γρήγορο, με ισπανικό χαρακτήρα και ρυθμό. Ίσως να είναι πιο ώριμοι φέτος, έπειτα από την περυσινή τους εμπειρία, για να κατακτήσουν τον τίτλο. Αν το φάιναλ φορ δε γινόταν στην Τουρκία, ίσως να ήταν εκείνοι το φαβορί».
Για την κατάκτηση του Eurocup από τον Αθηναϊκό το 2010 και τη σημερινή επέτειο: «Ήταν η πιο σκληρή προετοιμασία που έχω κάνει ποτέ στη ζωή μου. Είχα πολλές έτοιμες παίκτριες, 14 ετοιμοπόλεμες παίκτριες την πρώτη μέρα, από τις οποίες τουλάχιστον οι δέκα ήταν του ίδιου επιπέδου. Είχαν έρθει όλες έτοιμες κι εκείνο που κάναμε μέσα από την προετοιμασία ήταν να τις ανεβάσουμε επίπεδο σωματικά. Είχα πει τότε ότι όποια αντέξει, θα παίξει μπάσκετ σε υψηλό επίπεδο. Άντεξαν όλες και το αποτέλεσμα φάνηκε».
Για το μπάσκετ γυναικών στην Ελλάδα: «Αυτό ήταν η δυσάρεστη πλευρά της επιτυχίας του ευρωπαϊκού του 2010, αλλά και της προηγούμενης και επόμενης σεζόν της κατάκτησης. Ενώ θα έπρεπε την επόμενη μέρα να έχουμε 1.000 παιδιά στο Βύρωνα ή 10.000 κορίτσια σε όλη την Ελλάδα να θέλουν να ξεκινήσουν το μπάσκετ, δεν είχαμε τίποτα. Οι μόνοι που εξαργυρώσαμε την επιτυχία ήμουν εγώ ως προπονητής, και κάποιες παίκτριες. Ήταν σα να το κάναμε μόνο για μας. Θα μπορούσε να γίνει το έναυσμα για την αναγέννηση του γυναικείου μπάσκετ, αλλά δεν έγινε απολύτως τίποτα. Το ίδιο συνέβη και αργότερα με κάποιες επιτυχίες της Εθνικής ομάδας, ωστόσο είναι γνωστό ότι οι άνθρωποι που ήταν τότε επικεφαλής στην ομοσπονδία δεν είχαν όχι προτεραιότητα το μπάσκετ γυναικών, αλλά δεν το σκέφτονταν καν. Σε αντίθεση με σήμερα, που βλέπω να γίνονται βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση».
Για την παρουσία παικτριών στα αμερικάνικα κολέγια και κατά πόσο είναι μια ευκαιρία που πρέπει να αποζητούν οι κοπέλες: «Ασυζητητί πρέπει να κάνει το βήμα, όποια κοπέλα μπορεί. Αν μη τι άλλο όσα δουν στην Αμερική θα είναι εμπειρίες μιας ζωής και οι γνωριμίες θα τους συντροφεύουν σε όλη τους την πορεία. Ακόμα κι αν το κολέγιο δεν είναι τόσο σπουδαίο ή γνωστό, θα έχουν ένα πτυχίο από τις Ηνωμένες Πολιτείες και η αξία του είναι τεράστια. Δεν είναι εύκολο, όμως, να σπουδάσεις σε ένα κολέγιο. Το πρόγραμμα είναι εξοντωτικό. Τα κορίτσια ξυπνάνε στις 6 το πρωί, υπάρχουν μαθήματα, υπάρχουν προπονήσεις, και όχι μία ή δύο ώρες την ημέρα… Εκεί μπορεί να φτάσεις να προπονείσαι τέσσερις ώρες συνεχόμενες. Όμως, ενηλικιώνεσαι και ωριμάζεις ως άνθρωπος. Τι καλύτερο για ένα νέο παιδί;».