Η εξέλιξη της υπόθεσης του αγώνα ʼρη-Αστέρα Τρίπολης καταδεικνύει το μέγεθος της υποκρισίας όλων όσοι ασχολούμαστε με το ποδόσφαιρο στην Ελλάδα.

Έχοντας την καραμέλα της καταπολέμησης της βίας στο στόμα τόσα χρόνια αυτή όχι μόνο έχει λιώσει, αλλά έχει χάσει και την όποια γεύση της! Και η συζήτηση γίνεται μονίμως σε λάθος βάση.
Έχει «δίκιο» ο ʼρης να θεωρεί ότι υπήρξε αντικανονική διακοπή του αγώνα; Έχει «άδικο» ο Τριτσώνης που διέκοψε το ματς; Μπορούσε να συνεχίσει η βοηθός ή όχι; Γιατί δεν πήρε τη θέση της ο 4ος διαιτητής;

Γιατί η Πειθαρχική Επιτροπή δεν ακολούθησε το κοινό περί δικαίου αίσθημα, αλλά ακολούθησε, όπως πιστεύει, τους κανονισμούς; Γιατί η Πολιτεία παρενέβη δια του Γ.Γ.Α. Παναγιώτη Μπιτσαξή και απειλεί για μια ακόμα φορά το αυτοδιοίκητο;

Τι θα βγάλει η έφεση που άσκησε ο ποδοσφαιρικός εισαγγελέας; Γιατί ο Αστέρας την Κυριακή ήθελε να συνεχιστεί ο αγώνας και τώρα θα ασκήσει έφεση; Γιατί όλα να ξεκινήσουν από ένα ματς στο Βικελίδης όταν τα ίδια γίνονται κάθε αγωνιστική και στα υπόλοιπα γήπεδα;

Τόσα χρόνια τα ίδια και τα ίδια. Αναλωνόμαστε σε συζητήσεις του τύπου «η κότα έκανε το αυγό ή το αυγό την κότα» και σε κάθε ακραίο γεγονός αναπωλούμε τα προηγούμενα λέγοντας «και τότε που είχε συμβεί αυτό τι έκανε ο διαιτητής ή τι απόφαση πήρε ο δικαστής;» λες και όλες οι περιπτώσεις είναι ίδιες.

Στην πραγματικότητα αφήνουμε τα γεγονότα να μας προσπερνούν και τα βάζουμε σε πρώτο πλάνο σύγκρισης με κάθε προηγούμενο για να «δούμε» (όπως πιστεύουμε) ποια ομάδα ευνοήθηκε ή αδικήθηκε περισσότερο από την άλλη.

 Κι αυτός ο κύκλος είναι τόσο φαύλος όσο και η αντιμετώπιση του φαινομένου εδώ και δεκαετίες από κάθε εμπλεκόμενο φορέα.

Τους παράγοντες «παιχνίδι» και «πρωταγωνιστές» τους αφήνουμε πάντα απέξω και ρίχνουμε το βάρος στους «κανόνες» που είναι φτιαγμένοι για να παρακάμπτονται.

Ασχολούμαστε με το αν το μπουκάλι ήταν άδειο ή γεμάτο, με το αν έπεσε στα πόδια της βοηθού, στη μέση ή το κεφάλι της, αν τη χτύπησε πολύ ή λίγο και ξεχνάμε ότι πράγματι έπεσε κι ότι ο «στόχος» αποτελεί βασικό στοιχείο του αγώνα, όπως άλλωστε και οι παίκτες ή οι προπονητές.

ΠΑΕ και αστυνομία σπάνια ασχολούνται με αυτόν που έριξε το αντικείμενο και όλοι σχεδόν θεωρούμε «υποχρέωση» των παικτών, των προπονητών και των διαιτητών να ανέχονται τα χυδαία υβριστικά συνθήματα και να είναι ανθεκτικοί στους κάθε είδους προπηλακισμούς της εξέδρας και όχι μόνο.

Παρακολουθούμε τα γήπεδα να χάνουν διαρκώς τους φιλάθλους που διαθέτουν την στοιχειώδη κοινή λογική και να παραμένουν στις κερκίδες κάτι περίεργοι τύποι που κάνουν κέφι να σημαδεύουν με ότι βρουν πρόχειρο τους πρωταγωνιστές του αθλήματος.

Κι εδώ τελειώνουν όλα. Είτε θετικός, είτε αρνητικός είναι ο πρωταγωνιστής ενός αγώνα, είναι αυτός που μετέχει στο παιχνίδι. Οι ρόλοι των υπολοίπων είναι δευτερεύοντες.

Αν δεν προστατευθούν οι πρωταγωνιστές, το ποδόσφαιρο στην Ελλάδα σύντομα θα τελειώσει. Θα πάψει να είναι ο βασιλιάς των σπορ. Και θέλω να πιστεύω ότι κανένας από τους εμπλεκομένους με το άθλημα δεν το επιθυμεί.