Εκείνο που μου έκανε την μεγαλύτερη εντύπωση είναι ότι μετά από πολλά χρόνια ο Ολυμπιακός διαθέτει τρεις Έλληνες παίκτες που αγωνίζονται στην επίθεση και αν εργαστούν σωστά, μπορούν να κάνουν σπουδαία πράγματα, αφήνοντας εποχή.
Τον Κώστα Μήτρογλου και την… ερωτική του σχέση με το γκολ την γνωρίζαμε. Αυτό που δεν ξέραμε ήταν πόσο αέρινος παίκτης είναι ο «αμυντικός» Μπάμπης Λυκογιάννης, αλλά και πόσο μπορεί να βοηθήσει ο Παναγιώτης Βλαχοδήμος.
Ο Λυκογιάννης μπορεί να χρεώνεται στο ρόστερ ως αμυντικός, αλλά η μέχρι σήμερα παρουσία του από την έναρξη της προετοιμασίας μόνο ως τέτοιο δεν μπορεί να τον καταγράψει.
Διαθέτει γλυκό αριστερό πόδι, καλή σέντρα και αν καταφέρει να προσαρμοστεί τακτικά καλύτερα μέσα στον αγωνιστικό χώρο, μπορεί να γίνει ο Έλληνας Ριέρα του Ολυμπιακού.
Ο Βλαχοδήμος από την άλλη, διαθέτει αντίστοιχα προσόντα, παίζοντας από την δεξιά πλευρά, αλλά χρειάζεται μεγαλύτερη εκπαίδευση. Και είναι λογικό γιατί ο Λυκογιάννης ξέρει τα κατατόπια στον Ολυμπιακό, ενώ ο
Βλαχοδήμος έχει μόλις μερικές εβδομάδες στο Ρέντη.
Αν ο Λυκογιάννης μετατραπεί σε… Ριέρα και ο Βλαχοδήμος σε… Γκαλέτι και ο Μήτρογλου σε… Κοβάσεβιτς, ο Βαγγέλης Μαρινάκης μπορεί να καυχιέται για την επιμονή του να ελληνοποιήσει σταδιακά τους ερυθρόλευκους.
Φυσικά τίποτα δεν χαρίζεται στο ποδόσφαιρο. Το αντίθετο μάλιστα. Κερδίζεται με κόπο και ιδρώτα. Γι αυτό οι άνθρωποι του Ολυμπιακού πρέπει να σκύψουν πάνω στους Έλληνες παίκτες (μην ξεχνάμε τους Φέτφα, Παπάζογλου, Σιόβα, Τάτο και Μανωλά) και να τους στηρίξουν.
Όχι απαραίτητα με την αγωνιστική τους παρουσία σε κάθε ματς, αλλά απλώνοντας σταδιακά ένα πέπλο εμπιστοσύνης πάνω τους ώστε να τους κάνουν να νιώσουν υπολογίσιμοι.
ʼλλωστε η παρουσία του Μιραλάς, του Γκρέκο, του Μασάδο (επίκειται συμφωνία) και του Κανού φανερώνει ότι θα δούμε άλλον Ολυμπιακό στα επόμενα ματς σε σχέση με την ομάδα της Τρίτης στο Φάληρο.