Η ΤΣΣΚΑ εμφανίστηκε στο Μαρούσι με μανδύα από βελούδο. Πεπεισμένη ότι στον Παναθηναϊκό δεν είχαν απομείνει ούτε δόντια ούτε νύχια, φόρεσε ένδυμα περιπάτου και ετοιμάστηκε να επιβεβαιώσει την δεδομένη ανωτερότητά της, τρίτη φορά σερί.

Η ΤΣΣΚΑ εμφανίστηκε στο Μαρούσι με μανδύα από βελούδο. Πεπεισμένη ότι στον Παναθηναϊκό δεν είχαν απομείνει ούτε δόντια ούτε νύχια, φόρεσε ένδυμα περιπάτου και ετοιμάστηκε να επιβεβαιώσει την δεδομένη ανωτερότητά της, τρίτη φορά σερί. 

Αχμ.  Γκασπαντίν Κιριλένκο, μίστερ Χάινς, κύριε Ιτούδη:

“Όχι απόψε”. 

“Μπορεί μεθαύριο,μπορεί την Παρασκευή. Αλλά όχι απόψε”. 

Μάιστα, μάιστα, ξέρω. Ο Παναθηναϊκός κέρδισε την ΤΣΣΚΑ γιατί έκανε ρεκόρ εύστοχων τριπόντων για αγώνα πλέι-οφ στην ιστορία της Ευρωλίγκας (16). Σούταρε περισσότερο για τρεις (31) παρά για δύο (26), κι όμως κέρδισε. Έτσι είναι, αν έτσι νομίζετε. Βέβαια όταν η ΤΣΣΚΑ σουτάρει 13/27 και στα δύο εντός έδρας παιχνίδια που προηγήθηκαν, είναι νορμάλ, γιατί αυτοί είναι παικταράδες. 

Ενώ το να βάζει 4/5 ο Φώτσης, 5/7 ο Παππάς και 2/3 ο Διαμαντίδης στο Ο.Α.Κ.Α είναι…σουρεάλ. Ειδικά όταν τα περισσότερα από τα σουτ έγιναν με τις προϋποθέσεις που θέλουν όλοι οι προπονητές του κόσμου: με τη μπάλα να κυκλοφορεί γρήγορα και με ακρίβεια, συχνά από μέσα προς τα έξω, αφήνοντας την άμυνα ένα βήμα πιο πίσω κάθε φορά.

Ο Παναθηναϊκός πήρε το ματς γιατί έβαλε τον εαυτό του σε θέση να το κερδίσει, μπαίνοντας στην τέταρτη περίοδο. Γηπεδούχος ομάδα που αντιμετωπίζει ένα καλύτερο αντίπαλο έχει το ψυχολογικό πλεονέκτημα αν για 30 λεπτά έχει μείνει στο ματς. Ο Παναθηναϊκός όχι μόνο δεν έχανε στο 30΄, αλλά κέρδιζε και τρεις (56-53).  Πάει να πει, το είχε πιστέψει. Έμενε να το καταφέρει κιόλας. 

Έχοντας παίξει όλα κι όλα 14 λεπτά στο παρκέ μέχρι εκείνο το σημείο, ο Σόνι Γουίμς μπήκε ξεκούραστος στο παιχνίδι, διακτινίστηκε στη ζώνη του λυκόφωτος και έβαλε 20 πόντους στο φινάλε. Ο Γιάνκοβιτς που τον κυνηγούσε είχε αρχίσει να βλέπει στίγματα από την υπεπροσπάθεια, όμως ήταν υποχρεωμένος να το παλέψει. Οι πράσινοι άντεξαν γιατί απάντησαν στα μεγάλα σουτ της ΤΣΣΚΑ με τα δικά τους. Φλέρταραν με την καταστροφή, αλλά βγήκαν στον αφρό κατάκοποι και χαμογελαστοί. 

Στις φωνές που υποστηρίζουν πως ο Νίκος Παππάς θα είναι ο επόμενος ηγέτης του Παναθηναϊκού, μη με υπολογίζετε ακόμα. Σε αυτές που υποστηρίζουν οτι έχει πλέον κερδίσει την ευκαιρία του βασικού στην ομάδα, βάλτε με μέσα αναφανδόν. Καλός και άγιος ο Σλότερ, αλλά ο τύπος αυτός του έχει πάρει ήδη τη θέση: και στο παρκέ, και στην κερκίδα. Μετά τον Βασίλη Σπανούλη, δεν υπάρχει καλύτερος Έλληνας στο να τελειώνει τις φάσεις. Την ευθύνη για το μέλλον του την έχει μισή αυτός, μισή η ομάδα του. 

Α, και μιας και είπα μέλλον. 

Για πάντα αιχμάλωτος του ένδοξου παρελθόντος, ο Παναθηναϊκός δημιούργησε φέτος προσδοκίες που καμία ομάδα σε ξεκάθαρη μεταβατική περίοδο δεν θα τις ήθελε στις πλάτες της. Και νέος προπονητής, και μείωση του μπάτζετ, και ταυτόχρονη προσπάθεια ελληνοποίησης. Όλα μαζί. 

Από το πρώτο παιχνίδι της σεζόν,  οι πρωταθλητές ανέβασαν τον πήχυ, με τη νίκη του Ολυμπιακού στο κύπελλο. Μετά, εκπλήρωσαν τον ευρωπαϊκό τους στόχο, κερδίζοντας την πρόκριση στο Top 16. Στη συνέχεια πέρασαν και από εκεί, βρίσκοντας απέναντι τους την ΤΣΣΚΑ. Οι δύο βαριές ήττες στη Μόσχα έφεραν σκόρπιες κουβέντες απαξίωσης. 

Και κάπου εκεί, έρχεται ο Δημήτρης Διαμαντίδης, στέκεται μπροστά στο μικρόφωνο των καναλιών Novasports και βάζει τα πράγματα στη θέση τους: 

“Σεβαστή η γνώμη του κόσμου, αλλά ας μου επιτρέψει εμένα που ξέρω καλύτερα την ομάδα να έχω μία γνώμη παραπάνω. Εγώ έχω πει ότι εδώ που έχουμε φτάσει είναι υπέρβαση και χαίρομαι γιατί βλέπεται ότι παίζουν παιδιά που μέχρι πέρυσι δεν ξέρω αν μπορούσαν να αγωνιστούν σε αυτό το επίπεδο. Μπαίνουν μέσα και παίζουν. Νομίζω ότι άλλοι κατακρίνουν παίκτες, άλλοι προπονητές και τα πράγματα δεν είναι εύκολα. Παίζουμε απέναντι σε μία πάρα πολύ καλή ομάδα. Μακάρι να μπορούσαμε να βγάλουμε αυτά που θέλουμε, αλλά παίζουν και αυτοί”. 

Αρχηγού ομιλούντως, πάσα αρχή παυσάτω. 

Τα λέμε αύριο, με Ολυμπιακό.