O Χρήστος Καούρης αποφασίζει να εισάγει ένα νέο ιδιωματισμό στην ελληνική γλώσσα μετά τον ημιτελικό Ολυμπιακού - ΤΣΣΚΑ στη Μαδρίτη.

Είσαι φοιτητής, δίνεις μάθημα αύριο στην εξεταστική και δεν έχεις ανοίξει βιβλίο;
 
Κάνε ένα «Σπανούλη». Φτιάξε ένα ντουζινάτο εσπρέσο, διάβασε όλο το βράδυ και πέρνα το μάθημα με πέντε.
 
Δεν προλαβαίνεις την προθεσμία του αφεντικού, τα έκανες θάλασσα στην παρουσίαση και σου έβαλε τις φωνές στο μίτινγκ; Κάνε ένα «Σπανούλη». Τράβα στο γραφείο, αυτοσυγκεντρώσου, γύρνα πίσω, βγάλε μάτια, πάρε αύξηση.
 
Κάνε και εσύ ένα «Σπανούλη», γενικά. Δηλαδή μετά το χθεσινό, φταίω εγώ που σκέφτομαι να το καθιερώσω;
 
Ο τύπος ούτως ή άλλως, δεν υ-πάρ-χει.
 
«Αυτό που σκεφτόμουν είναι ότι έχω μια τελευταία ευκαιρία να βοηθήσω την ομάδα μου», είπε στα αποδυτήρια μετά το ματς, ο V-Span των 0/11 και των τεσσάρων λαθών. «Δεν κρύφτηκα ποτέ από την ευθύνη, έτσι με έχουν μεγαλώσει», συνέχισε.
 
Ο τύπος έβαλε καλάθι σε φάση που του έφυγε η μπάλα και χρειάστηκε να ξαναστοχεύσει στην πορεία. Κάνε μας τη χάρη, δηλαδή πλιζ.
 
Δευτερόλεπτα μετά το τέλος του ημιτελικού, στεκόμαστε στα flash interviews με τον Γιαννίκο. Σταματούν ο Μάντζαρης με τον Σλούκα, πρώτοι στο γαϊτανάκι. Περνάει άνεμος ο Σπανούλης, που μου φωνάζει πως τα πούμε μετά. Η πιο συγκλονιστική στιγμή είναι τα μάτια του Γιώργου Πρίντεζη: ο πιο cool τύπος του Ολυμπιακού έχει σπάσει από την ένταση, έχει αδειάσει από ενέργεια, έχει γονατίσει από το συναίσθημα. Τα μάτια του είναι κατακόκκινα, γεμάτα δάκρυα.
 
«Πρέπει να το ξεχάσουμε σύντομα το αποψινό», μου έλεγε μετά στα αποδυτήρια. Καλά εσείς ναι, πρέπει. Για όλους τους υπόλοιπους, ότι και να συμβεί το βράδυ της Κυριακής, μη βάζεις στοίχημα.
 
Θαύμασα, μα την αλήθεια, την ελληνικότητα αυτής της ομάδας που ψηλαφίζει τα όρια της δυναστείας. Στο 27΄ ο Σφαιρόπουλος είχε στο παρκέ πέντε Έλληνες: Σλούκα, Σπανούλη, Παπαπέτρου, Πρίντεζη, Αγραβάνη. Σε ημιτελικό Final-4, με αντίπαλο την ΤΣΣΚΑ και το σκορ στο 45-39 και αργότερα στο 49-42.
 
Δεν έχω τίποτα με τους ξένους, μην παρεξηγηθώ. Αλλά δεν μπορώ να μην υποκλιθώ σε μια ομάδα της οποίας ο πυρήνας είναι ελληνικός, περισσότερο από κάθε άλλη χρονιά από την Κωσταντινούπολη και έπειτα.
 
Ο υπέροχος Κώστας Σλούκας, σταθερά υποτιμημένος από τη στιγμή που παίζει στη θέση και ζει στην εποχή του Σπανούλη.
 
Ο «είναι ζήτημα χρόνου και υγείας να γίνω παικτάρα» Ιωάννης Παπαπέτρου, που στο πρώτο ημίχρονο πέταγε πάνω από τον Κιριλένκο και του μάζευε το ριμπάουντ. Που ανάγκασε ολόκληρο AK-47 να κάνει mini-flopping όταν ο μικρός τον έβαλε πλάτη; Πάμε πάλι, να το πιστέψουμε. Ο Κιριλένκο flopping σε προσπάθεια του Παπαπέτρου. Λατρεύω τις ιστορίες του Final-4.
 
Ο Δημήτρης Αγραβάνης, που πέρασε στο παρκέ όταν όλα έμοιαζαν λίγο-πολύ προδιαγεγραμμένα και ξεκίνησε να βγάζει άμυνες, να χοροπηδάει στα ριμπάουντ σαν αγριοκάτσικο και να μπαίνει στις φάσεις σαν ταύρος που σημαδεύει τον τοίχο και θεωρεί ότι θα τον ρίξει.
 
Ο Γιάννης Σφαιρόπουλος, που έφτιαξε σχέδιο καμικάζι στο φινάλε και έδωσε την ευκαιρία στον Σπανούλη να πάρει το ματς. Που ρίσκαρε με τον Αγραβάνη και τον Πέτγουεϊ στο «5», ζήτησε και πήρε την αυταπάρνηση των παικτών του και συνδύασε το ντεμπούτο του σε Final-4 με άλλο ένα ερυθρόλευκο ριφιφί.
 
Μέρες παράξενες, θαυμάσιες μέρες, που λέει και ο στίχος:

«Να ονειρεύεσαι, να μη ξεχνάς».