Ήταν ο ΛεΝτέι σέντερ ή φόργουορντ; Η περίπτωση του Ρούμπιτ μπορεί να δημιουργήσει ανάλογα ερωτηματικά και ο Ολυμπιακός δεν έχει την πολυτέλεια να κάνει το ίδιο λάθος. Γράφει ο Χρήστος Καούρης.

Πέρσι, ο Ολυμπιακός ταλαιπωρήθηκε αναρωτώμενος αν ο Ζακ ΛεΝτέι ήταν σέντερ ή φόργουορντ. Στην ουσία, το ερώτημα δεν απαντήθηκε ποτέ. Η περίπτωση του Ογκουστίν Ρούμπιτ μπορεί να φέρει ανάλογα προβλήματα, και οι «ερυθρόλευκοι» δεν έχουν την πολυτέλεια να κάνουν το ίδιο λάθος. 

Δεν είναι η πρώτη φορά που ομάδα αποκτά παίκτη που εντυπωσίασε αγωνιζόμενος εναντίον της: το σκηνικό είναι σχεδόν τόσο παλιό όσο και ο ίδιος ο επαγγελματικός αθλητισμός, στο μπάσκετ ή αλλού. Ο Κριστιάνο Ρονάλντο ξεκίνησε την διαδρομή του στο τοπ επίπεδο του επαγγελματικού ποδοσφαίρου όταν έβγαλε μάτια σε ένα φιλικό απέναντι στην Γιουνάιτεντ: ο Σερ Άλεξ τον πήρε στο Μάντσεστερ. 

Στην περίπτωση του Ολυμπιακού, δεν είναι καν η πρώτη φορά που οι Πειραιώτες ψωνίζουν από την γραφική πόλη της Βαυαρίας. 

Ήταν 27 Οκτώβρη του 2010 όταν ένας σέντερ με ύψος φόργουορντ έβαζε 14 πόντους με 7/11 δίποντα σε Νεστέροβιτς και Μπουρούση, τραβώντας το βλέμμα του Ντούσαν Ίβκοβιτς. Ούτε ένα χρόνο αργότερα, ο Κάιλ Χάινς έπιανε λιμάνι, με τα γνωστά αποτελέσματα. 

Ήταν βράδυ 14ης  Δεκέμβρη 2017 όταν ο Ολυμπιακός προηγείτο 62-55 στο 35ο λεπτό του αγώνα της Brose Arena και ο Ρούμπιτ σκόραρε 7 από τους 15 πόντους του στην γερμανική ανατροπή που ολοκληρώθηκε με επιμέρους σκορ 12-3. Αυτή τη φορά, η μετακίνηση άργησε ένα χρόνο, αυτόν που χρειάστηκε για να μείνει ελεύθερος ο Αμερικανος ψηλός. 

Ψηλός; Και ναι, και όχι. 

O Ρούμπιτ είναι 2.01, πάει να πει ύψος που παραπέμπει σε Μακλίν (2.03), ΛεΝτέι (2.02). Θεωρείται tweener, ικανός να αγωνιστεί τόσο στο «4», όσο και στο «5», πράγμα που έχει συμβεί και στην καριέρα του στην Μπάμπεργκ. Το ζήτημα για τον Ολυμπιακό είναι για ποια θέση αποκτήθηκε, γιατί δεν είναι το ίδιο αποτελεσματικός σε αμφότερες. Και όπως συχνά συμβαίνει, τα χαρακτηριστικά του δημιουργούν ευελιξία, αλλά και προβληματισμούς. 

Αν έπρεπε κανείς να διαλέξει την θέση στην οποία ο σύντομα 30αρης Ρούμπιτ νιώθει πιο άνετα, αυτή θα ήταν πολύ περισσότερο το «4». 

Στην επίθεση, οι ομοιότητες με το παιχνίδι του Γιώργου Πρίντεζη είναι πολλές για να αγνοηθούν. Το ψωμοτύρι του είναι το παιχνίδι με πλάτη, όπου μπορεί να χρησιμοποιήσει και τα δύο χέρια για να τελειώσει τη φάση, αν και συνήθως του αρέσει να γυρνάει προς τα αριστερά. Άνετος στην μέση απόσταση τόσο για να εκτελέσει όσο και για να ξεκινήσει την κίνηση του προς το καλάθι με 1-2 ντρίμπλες, επιδιώκει την επαφή είτε για να κερδίσει φάουλ, είτε για να πάρει πλεονέκτημα χρησιμοποιώντας τη δύναμη του. Καλός short roller στο pick n’ roll, παίκτης που μπορεί να προκαλέσει ζημιά σε light φόργουορντ που θα βρει απέναντι του με το post up παιχνίδι του, αλλά η αποτελεσματικότητα του είναι ερωτηματικό απέναντι στους Βέσελι, Ντέιβις, Γκουντάιτις της Ευρωλίγκας.

Είναι πολύ δύσκολο ως αδύνατο να λειτουργήσει σαν floor spacer αφού δεν εμπιστεύεται το μακρινό του σουτ, ενώ είναι μέτριος πασέρ συνολικά και αντιμετωπίζει αρκετά προβλήματα σε double team χαμηλά, αφού τις περισσότερες φορές πανικοβάλλεται, αργεί να πασάρει και σπάνια είναι σε θέση να τροφοδοτήσει τον ελεύθερο παίκτη της αδύνατης πλευράς. 

Στην άμυνα θα βάλει το κορμί του σαν «5» απέναντι στον εκάστοτε σέντερ που θα βρεθεί απέναντι του, ενώ σαν «4» πιθανότατα θα δυσκολευτεί να κυνηγήσει stretch – 4 ή να παίξει άμυνα με αλλαγές, αφού παρά το ύψος του είναι βαρύς και μάλλον υπερτιμημένος σαν αθλητής σε επίπεδο Ευρωλίγκας. Επιπλέον, δεν διακρίνεται για το αμυντικό του φίλτρο σε επίπεδο τακτικής, αφού δυσκολεύεται να αφομοιώσει τα πολύπλοκα αμυντικά σχήματα: ο Τρινκέρι του έφερνε πονοκέφαλο και ο ίδιος τον ανταπέδιδε στον Ιταλό. 

Σε ό,τι αφορά στον χαρακτήρα του, άπαντες μιλούν για έναν ήσυχο, εργατικό παίκτη ομάδας που δεν θα δημιουργήσει ποτέ πρόβλημα με την συμπεριφορά του εντός ή εκτός αποδυτηρίων. Μοιάζει με ειρωνεία για ένα άνθρωπο που αποφοίτησε από το South Alabama με πτυχίο στην Επικοινωνία, αλλά δεν είναι αν σκεφτεί κανείς την διαδρομή του. Ο Ρούμπιτ είναι το τυπικό παράδειγμα του late bloomer, του ανθρώπου που χρειάστηκε να αποφύγει την δαμόκλειο σπάθη της ίδιας του τη ζωής, να αποχαιρετήσει την αλκοολική μητέρα του, να βρεθεί στην φτερούγα μιας νέας οικογένειας, να ανθίσει πρώτα σαν άνθρωπος και μετά σαν μπασκετμπολίστας. 

Όλα αυτά έχουν χρονικό αντίκτυπο: ο συμπαθέστατος Τεξανός πήγε κολλέγιο στα 21, όχι στα 18. Έγινε επαγγελματίας στα 25 του, έτσι δεν είναι να απορεί κανείς που έφτασε να κάνει το άλμα στην καριέρα του στα 30. Η διαδρομή είναι συνηθισμένη, αλλά η αφετηρία είναι διαφορετική. 

Συνολικά, με την απόκτηση του Ρούμπιτ στη θέση του Λεντέι ο Ολυμπιακός έχει αναβαθμίσει ξεκάθαρα το ρόστερ του. Ο νεοαφιχθείς θα φέρει περισσότερη σκληράδα και αποφασιστικότητα στην φροντ λάιν σε σχέση με τον χαρισματικό, αλλά διαζευγμένο με την άμυνα προκάτοχό του. Εντούτοις η θέση για την οποία προορίζεται θα καθορίσει και την εικόνα του. Απέχει παρασάγγας από την περιγραφή του αθλητικού, over the rim παίκτη που θα επηρεάσει το παιχνίδι με τον τρόπο που έκανε π.χ ο Κεμ Μπερτς και πιθανότατα θα χρειαστεί να παίξει στο «4» για να νιώσει άνετα και να αναδείξει τα προτερήματα του στην επίθεση. 

 Η ιδέα «αγοράζω έναν σχετικά φτηνό Αμερικανό για να μοιραστεί την θέση με τον ιδιαίτερα καταπονημένο Πρίντεζη» δεν ακούγεται άσχημη, όμως η αδυναμία του στο μακρινό σουτ είναι ένα στοιχείο που δεν καλύπτεται εύκολα, ειδικά σε ένα πρωτάθλημα που οι βοήθειες έρχονται από τη δυνατή πλευρά χωρίς δεύτερη σκέψη. Σε κάθε περίπτωση, θα χρειαστεί να δει κανείς την τελική μορφή της «ερυθρόλευκης» φροντ λάιν προτού είναι σε θέση να εξάγει ασφαλή συμπεράσματα για τη μορφή και την λειτουργικότητα της. 

Σε κάθε περίπτωση, είναι σημαντικό να προσμετρείται το γεγονός ότι ο Ρούμπιτ θα παίξει για πρώτη φορά σε επίπεδο ομάδας με ξεκάθαρο στόχο τα πλέι-οφ της Ευρωλίγκας. Με αυτό δεδομένο, πιθανή χρησιμοποίηση του σε δύο θέσεις, ανάλογα με τις συνθήκες ή τον αντίπαλο, είναι πιθανό να μπερδέψει έναν παίκτη που θα χρειαστεί χρόνο προσαρμογής για να ανταποκριθεί στο υψηλότερο επίπεδο μπάσκετ που έχει βρεθεί στην καριέρα του. Όπως και στην περίπτωση του Ζακ ΛεΝτέι, οι εντός της σεζόν προσαρμογές είναι συχνά απαραίτητες, αλλά όχι πάντα επωφελείς για την συνολική χημεία ενός ρόστερ. 

Με απλά λόγια, είναι προτιμότερο για τον Ολυμπιακό να μην μετατρέψει το νέο του παίκτη σε κύβο του Ρούμπιτ: κανείς δεν θα βγει κερδισμένος.