H απόφαση της Μακάμπι Τελ Αβίβ που ανακοίνωσε πριν μερικά 24ωρα τη δημιουργία δύο διαφορετικών ρόστερ (κυριολεκτικά και όχι μεταφορικά) για την επόμενη σεζόν για την ώρα έχει περάσει απαρατήρητη και ασχολίαστη στη χώρα μας. Ήδη, όμως δημιουργεί αίσθηση και ποικίλες αντιδράσεις τόσο στο εσωτερικό της χώρας, όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Το σίγουρο είναι ένα: Η Μακάμπι άνοιξε πρώτη την πόρτα των μελλοντικών εξελίξεων στο Ευρωπαϊκό μπάσκετ. Εξελίξεις που δεν μπορούν να αφήσουν αδιάφορες και τις ελληνικές ομάδες.
Ας δούμε κάποια δεδομένα που αφορούν στην κίνηση της: Από το 1969 μέχρι το 2007 σε ένα διάστημα σχεδόν τεσσάρων δεκαετιών η Μακάμπι έχασε μόνο δύο φορές το πρωτάθλημα στο Ισραήλ. Από τα τελευταία 10 πρωταθλήματα όμως κέρδισε μόλις τα 4 και έχει να πάρει τίτλο από το 2014! Παρόλα αυτά διατηρεί και θα διατηρεί τη μοναδική θέση που δικαιούται με εγγυημένο συμβόλαιο το Ισραήλ στην Ευρωλίγκα. Έστω και αν στην κορυφαία Ευρωπαϊκή λίγκα έχει να επιδείξει μόνο την κατάκτηση του τίτλου το 2014 και άλλη μια παρουσία σε τελικό, πίσω στο 2011.
Σύμφωνα με τον κανονισμό που ισχύει στο Ισραήλ μόνο τέσσερις μη γηγενείς παίκτες έχουν το δικαίωμα να παίξουν στο πρωτάθλημα κάτι που έρχεται σε άμεση αντίθεση με τους κανονισμούς της Ευρωλίγκα. Η Μακάμπι αποφάσισε λοιπόν από τη νέα αγωνιστική περίοδο να συντηρήσει δύο διαφορετικές ομάδες: Μια για τις εσωτερικές ανάγκες της και μια για την Ευρωλίγκα. Με διαφορετικό ρόστερ η καθεμία και διαφορετικό προπονητή!
Στην ουσία κάνει πραγματικότητα αυτό που εδώ και χρόνια ευαγγελίζεται ως λογική η Ευρωλίγκα. Την ουσιαστική απόσχιση των ομάδων από τα εθνικά τους πρωταθλήματα. Για τη Μακάμπι η προφανής πρόφαση ήταν η αδυναμία της να δημιουργήσει μια ανταγωνιστική ομάδα και στις δύο διοργανώσεις! Στην πραγματικότητα όμως είναι το καλεντάρι της Ευρωλίγκα που σιγά σιγά θα υποχρεώσει εκ των πραγμάτων πολλές ομάδες να κάνουν το ίδιο ή ακόμη και να «αποδεσμευθούν» από ένα μεγάλο μέρος των εθνικών πρωταθλημάτων. Ειδικά, αν η εξαγγελία του Τζόρντι Μπερτομέου γίνει πραγματικότητα και μέσα στα επόμενα χρόνια γίνει επέκταση του αριθμού των ομάδων που θα πάρουν μέρος στην Ευρωλίγκα. Εάν οι 16 ομάδες γίνουν 18 αυτό πρακτικά σημαίνει τέσσερις επιπλέον αγωνιστικές στην κανονική περίοδο, προφανώς άλλη μια διπλή εβδομάδα και μια σεζόν 34 αγώνων χωρίς πλέι οφ και φάιναλ φορ! Ακόμη και με τα σημερινά δεδομένα είναι σίγουρο και το βλέπουμε ότι οι περισσότερες ομάδες είναι υποχρεωμένες να πάνε σε μια επέκταση των ρόστερ τους για να βγάλουν τη χρονιά. Το περσινό πάθημα με τους πολλούς τραυματισμούς έγινε μάθημα. Και αυτή τη στιγμή ένα ρόστερ 12 παικτών θεωρείται μικρό και ευάλωτο σε τραυματισμούς και κούραση. Ήδη, σιγά σιγά έχουν αλλάξει στις περισσότερες ομάδες οι συνθήκες προπόνησης. Προπονήσεις μεγάλης έντασης γίνονται ολοένα και λιγότερες σε αριθμό αφού τα ταξίδια και οι συνεχείς αγωνιστικές υποχρεώσεις τις απαγορεύουν. Στην ουσία, τείνουν να εξαφανιστούν οι περιβόητες διπλές προπονήσεις σε καθημερινή βάση που ήταν περίπου πανευρωπαϊκή μόδα στη δεκαετία του ’90. Ομάδα που δεν έκανε διπλές προπονήσεις (πρωί-απόγευμα) ήταν συνώνυμη της ομάδας των….τεμπέληδων! Αν σήμερα αυτό γίνει σε εκτεταμένη βάση δεν θα μείνει όρθιος τον Μάιο ούτε ένας παίκτης! ‘Ηδη, σε πολλές περιπτώσεις ομάδες που παίζουν εκτός έδρας στην Ευρωλίγκα δεν κάνουν καν προπόνηση στο γήπεδο του αγώνα παραμονές του ματς αλλά μόνο ένα ξεμούδιασμα σε χαλαρούς ρυθμούς το πρωί του ματς. Άλλες γιατί έχουν τσάρτερ και φτάνουν αργά το προηγούμενο βράδυ και άλλες γιατί πηγαίνουν με τις πτήσεις της γραμμής και φτάνουν ταλαιπωρημένες στην πόλη του αγώνα.
Οι αλλαγές στη ρουτίνα των προπονήσεων και οι διαφορετικοί κανονισμοί από χώρα σε χώρα είναι λογικό ότι θα οδηγήσουν και άλλες ομάδες στην απόφαση να συντηρήσουν δύο διαφορετικά ρόστερ ή όπου υπάρχει αυτή η ευχέρεια να αποσχιστούν σταδιακά από τα εθνικά πρωταθλήματα. Ειδικά οι ομάδες με τα εγγυημένα συμβόλαια έχουν ελάχιστους λόγους να ασχολούνται με τα εθνικά πρωταθλήματα. Εξαίρεση είναι για παράδειγμα οι Ισπανικές ομάδες που μετέχουν σε μια διοργάνωση με απαιτητικό ανταγωνισμό αλλά εξοντωτικό πρόγραμμα. Εξαίρεση αποτελούν για άλλους λόγους ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός. Το ελληνικό πρωτάθλημα του χαμηλού και περιορισμένου ανταγωνισμού δεν τους προσφέρει τίποτα μέσα στη σεζόν.
Σε μικρογραφία ήδη συντηρούν δύο διαφορετικές ομάδες: Πρώτοι παίκτες του Ολυμπιακού σε συμμετοχές στο πρωτάθλημα είναι ο Μπόγρης και ο Στρέλνιεκς που έχουν παίξει σε 20 από τα 21 παιχνίδια της φετινής κανονικής περιόδου. Ο Τολιόπουλος έχει παίξει 17 παιχνίδια, ο Τόμπσον 16, ο Παπανικολάου και ο Πρίντεζης έχουν από 15 συμμετοχές και ο Σπανούλης όλες κι όλες 13! Τραυματισμοί και επιβεβλημένοι λόγοι ξεκούρασης δημιουργούν αυτή την εικόνα. Στον Παναθηναϊκό που είχε λιγότερους σοβαρούς τραυματισμούς η εικόνα είναι λίγο διαφορετική. Παρόλα αυτά και στα 21 ματς έχει παίξει μέχρι τώρα μόνο ο Ιαν Βουγιούκας, ο Ογκαστ και ο Μήτρογλου έχουν 19 παρουσίες, ενώ ακόμη και ο Καλαϊτζάκης (εκτός δωδεκάδας στην Ευρωλίγκα) έχει αγωνιστεί σε 9 ματς. Χωρίς να υπολογίσουμε ότι την τελευταία διετία ήδη και οι δύο ομάδες έχουν στα ρόστερ τους υπεράριθμους ξένους παίκτες από τους έξι που έχουν δικαίωμα να αγωνιστούν στο ελληνικό πρωτάθλημα. Πόσο μακριά είναι οι δύο ελληνικές ομάδες από τα δύο διαφορετικά ρόστερ; Η πόση σημασία έχει τελικά το ελληνικό πρωτάθλημα για τους προπονητές τους πέρα από λόγους συντήρησης; Ενδεχόμενα, να είχαν ανοίξει την πόρτα αν δεν υπήρχαν συγκεκριμένοι λόγοι που επιβάλλουν την παρουσία τους στην ελληνική Basket League με ανταγωνιστικά ρόστερ. Ο σημαντικότερος όλων είναι απλός και άκρως επικοινωνιακός. Επειδή στην Ευρώπη οι πιθανότητες τους να παίξουν στα πλέι οφ, στο φάιναλ φορ και τελικά να κατακτήσουν τον τίτλο είναι μικρότερες τους βολεύει το 50% της ελληνικής λίγκας. Ξέρουν πολύ καλά ότι στο τέλος της σεζόν η ομάδα που θα κατακτήσει τον τίτλο θα έχει σώσει επικοινωνιακά την παρτίδα και θα θεωρείται πετυχημένη, τόσο πρακτικά όσο και για λόγους «λαϊκής» κατανάλωσης. Με απλά λόγια: Η κατάκτηση του τίτλου αποτελεί το τέλειο άλλοθι για αυτόν που θα το κερδίσει ώστε να θεωρήσει (και δικαιολογημένα) άκρως πετυχημένη τη χρονιά του. Το είδαμε και θα το ξαναδούμε προφανώς και τις επόμενες σεζόν. Το ελληνικό πρωτάθλημα απέχει ακόμη αρκετά από τη στιγμή (όπως στο Ισραήλ για παράδειγμα) όπου θα περάσουν τέσσερα χρόνια χωρίς πρωταθλητής να αναδειχθεί ένας από τους δύο τους! Αλλά αν αυτό συμβεί μέσα στα επόμενα χρόνια τότε τα εγγυημένα συμβόλαια της Ευρωλίγκα (εφόσον φυσικά ο Παναθηναϊκός συνεχίσει να είναι μέρος της και δεν διαλέξει ένα διαφορετικό δρόμο) θα αποτελέσουν μια ασφαλή και σίγουρη πρακτική για να έχουν και επίσημα δύο διαφορετικά ρόστερ.
Η Μακάμπί άνοιξε την πόρτα σε μια νέα εποχή που ενδεχόμενα δεν είναι πια υπόθεση….αυριανή αλλά πολύ κοντινή για τις περισσότερες ομάδες που παίζουν στην Ευρωλίγκα.